Related Posts

Αγωγή γονέων και παιδιών από τον άγιο Πορφύριο
Κάποτε – διηγείται ο κ. Κωνσταντίνος Γανωτής – πήγαν κάποιοι γνωστοί μας γονείς στον γέροντα Πορφύριο το αγοράκι τους πέντε ετών aπου δεν είχε μιλήσει ακόμα. Ούτε “μαμά” δεν είχε πει. Ήταν απελπισμένοι από γιατρούς και κάποιοaς τους μίλησε για τον Γέροντα και την πιθανότητα να τους βοηθούσε.
Ο Γέροντας έπιασε το κεφάλι του παιδιού, το χάιδεψε, γύρισε και τους λέει: «Θα το βαράτε να σωπάση. Να μην τρέχετε σε γιατρούς, δεν έχει τίποτε το παιδί».
Οι γονείς δεν πίστεψαν στα παράξενα λόγια του και κατεβαίνοντας στην Αθήνα πήγαν το παιδί σε ιατρεία του ΠΙΚΠΑ σε γιατρό της λογοπαιδείας. Μόλις γύρισαν στο σπίτι χτύπησε το τηλέφωνο. Ήταν ο Γέροντας: «Καλά, δεν σας είπα να μην το πάτε το παιδί σε γιατρούς; Αφού σας είπα ότι το παιδί θα μιλήση!».
Σε λίγο καιρό πράγματι το παιδί άρχισε να μιλάη και με τον καιρό έγινε και φλύαρο! Εγώ το είχα μαθητή στην Α’ Γυμνασίου και δεν άφηνε κανέναν να μιλήση. Ήθελε να απαντάη αυτός σε όλες τις ερωτήσεις. Όταν κάλεσα τον πατέρα του να παραπονεθώ, μου είπε: «Το είπε ο Γέροντας… θα τον βαράτε να σωπάση!». Και ‘γω έκπληκτος, ρώτησα: «Ποιος Γέροντας;». Τότε, μου είπε: «Ο Πορφύριος…». Έτσι έμαθα και ‘γω ότι υπάρχει ένας Γέροντας στο Μήλεσι και αποφάσισα να τον γνωρίσω.
Μέσα σε μία καλύβα χτισμένη με σκέτους τσιμεντόλιθους κι άλλη φορά μέσα σ’ ένα ξύλινο βαγόνι βρίσκαμε κουρνιασμένο “ως στρουθίον επί δώματος” τον γέροντα (τότε) Πορφύριο κοντά στο Μήλεσι.
Τον πληροφορούμασταν ο ένας απ’ τον άλλον και οδηγούσε τα βήματά μας σ’ αυτόν η ανοστιά και η πλήξη της αστικής ζωής. Μία ακαθόριστη ανησυχία μας έσπρωχνε να αναζητήσουμε “κάτι άλλο” από την πεζή καθημερινότητα. Η ανωριμότητά μας προσδοκούσε και θαύματα, προρρήσεις, διαγνώσεις ασθενειών, οδηγίες θεραπειών και άλλα τέτοια παράδοξα, τροφή στην περιέργειά μας.
Ο Άγιος μας κοίταζε μ’ ενδιαφέρον και μας τόνιζε την ανάγκη της προσευχής και της χαράς. Και δυσκολευόμασταν να δεχτούμε ότι η χαρά μπορεί να προκληθή θεληματικά και ότι η προσευχή είναι ευχάριστη και διαρκής.
Ήταν για τον κάθε επισκέπτη ο Άγιος μία παράξενη και ευχάριστη έκπληξη. Όση ώρα περιμέναμε απ’ έξω νοιώθαμε σαν παιδιά του και κοιταζόμασταν με κατανόηση. Πολλοί που είχαν ξανάρθει στον Γέροντα μας διηγούνταν περιστατικά θαυμάτων και αποκαλύψεων, τα περισσότερα σχετικά με την υγεία και με τις ατασθαλίες των νέων που αποδεικνύονταν συνέπειες των κρυφών αμαρτιών των γονέων τους ή της δυσαρμονίας στις σχέσεις τους. Εκείνο που μας αφόπλιζε όλους ήταν οι αποκαλύψεις της οικογενειακής κατάστασης αλλά και της εσωτερικής κατάστασης του καθενός μας, που έδειχνε να τα ξέρη καλύτερα ο Γέροντας – πολύ καλύτερα από τον καθένα μας…
Οι επισκέψεις μου στον Γέροντα ήταν οδυνηρές και ανακουφιστικές συγχρόνως. Με κάποιον φιλάνθρωπο τρόπο μου αποκάλυπτε τις αδυναμίες μου και συγχρόνως μου ενέπνεε την αισιοδοξία ότι μπορώ στο εξής να γίνω καλύτερος. Και ακόμα ότι όσο διατηρώ την επαφή μου με την Εκκλησία, μπορώ να ελπίζω για την σωτηρία μου. Κι από τους άλλους που περιμέναμε απ’ έξω και γνωριζόμασταν μάθαινα ότι τα ίδια συνέβαιναν και σ’ αυτούς.
Άγιος Πορφύριος
Από το βιβλίο: «Ο Όσιος Πορφύριος (Μαρτυρίες – Διηγήσεις – Νουθεσίες)». Α’. Μαρτυρίες. Έκδοση «Ενωμένη Ρωμηοσύνη», σελ. 61.

Η άσκηση της σιγής του οσίου Σεραφείμ
Για τους υψηλούς του αγώνες και την θεάρεστη ζωή του ο όσιος Σεραφείμ αξιώθηκε να λάβει από τον Θεό το χάρισμα της διορατικότητας. Αλλά εκείνος ακόμη περισσότερο απέφευγε την δόξα των ανθρώπων και στρεφόταν προς την ησυχαστική ζωή και την άσκηση.
Το 1806 ο ηγούμενος της μονής του Σάρωφ π. Ησαΐας παραιτήθηκε λόγω ασθενείας και γήρατος και η αδελφότητα εξέλεξε ομόψυχα και ομόφωνα τον όσιο Σεραφείμ. Αυτός όμως το αρνήθηκε τόσο λόγω της βαθιάς του ταπεινοφροσύνης όσο και για την άκρα αγάπη του προς την έρημο και την ησυχία. Για ηγούμενο τότε εξέλεξαν τον π. Νήφωνα, γνωστό από παιδί στον όσιο Σεραφείμ.
Μετά τον θάνατο του π. Ησαΐα (1807), ο όσιος Σεραφείμ δεν μετέβαλε τρόπο αναχωρητικής ζωής άλλα πρόσθεσε νέα ιδιότητα στην άσκησή του αναλαμβάνοντας τον αγώνα της σιωπής. Σ’ αυτούς που τον επισκέπτονταν στην έρημο δεν παρουσιαζόταν. Αν συνέβαινε να συναντήσει κάποιον στο δάσος, έπεφτε κάτω με το πρόσωπο στη γη και δεν σήκωνε τα μάτια του μέχρις ότου ν’ απομακρυνθεί ο διαβάτης.
Μέσα σε τέτοια σιωπή πέρασε τρία χρόνια. Λίγο νωρίτερα είχε παύσει να επισκέπτεται το κοινόβιο του Σάρωφ τις Κυριακές ή τις εορτές. Μία φορά την εβδομάδα, κατά την Κυριακή, ένας αδελφός του έφερνε τροφή στο ερημητήριό του, ιδίως τον χειμώνα, όταν ο όσιος δεν είχε τα λαχανικά του.
Όταν ο αδελφός έμπαινε στον προθάλαμο, ο γέροντας λέγοντας μέσα του «αμήν» άνοιγε την πόρτα με το κεφάλι σκυμμένο προς την γη. Και μόλις έμελλε να αναχωρήσει ο αδελφός, ο όσιος έβαζε μέσα στο σκεύος, που ήταν επάνω στο τραπέζι, ένα κομματάκι ψωμί ή λίγο ξυνολάχανο και έτσι γνωστοποιούσε στον αδελφό τι ήθελε να του φέρει την επόμενη εβδομάδα.
Όλα αυτά όμως ήσαν εξωτερικά τεκμήρια της σιγής του. Την ουσία της πολύμοχθης ασκήσεως του οσίου συνιστούσε, όχι η εξωτερική αποχή από την επικοινωνία, αλλά η ησυχία του νου, η αποταγή κάθε βιοτικού λογισμού χάριν της καθαρότατης και τελειότατης αφιερώσεώς του στον Θεό.
Πολλοί αδελφοί θλίβονταν υπερβολικά λόγω της απομακρύνσεως αυτής του οσίου από την άμεση επικοινωνία μαζί τους και λόγω της επιδόσεώς του στον αγώνα της σιγής. Μερικοί μάλιστα ακόμη και τον κατηγορούσαν που αποσύρθηκε στην απομόνωση, ενώ σε κοινωνία με την αδελφότητα θα την οικοδομούσε με λόγους και έργα, χωρίς να παραβλάπτεται η ευλογημένη πορεία της δικής του ψυχής.
Αλλά σ’ όλες αυτές τις μομφές ο όσιος απαντούσε με τους λόγους του αγίου Ισαάκ του Σύρου: «Αγάπησε την ησυχία, διότι αυτή αξίζει πολύ περισσότερο από το να διατρέφεις τους πεινασμένους του κόσμου»· επίσης με τους λόγους του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου: «Είναι θαυμάσιο το να θεολογείς χάριν του Θεού, περισσότερο όμως συμφέρει να καθαρίσεις τον εαυτό σου χάριν Εκείνου».
Με την πολύμοχθη άσκηση της σιωπής ο όσιος Σεραφείμ καθάριζε κατά τον τελειότερο τρόπο και φώτιζε την δικαία του ψυχή οδηγώντας την όλο και περισσότερο στο μυστήριο της θείας θεωρίας, αφού αφόπλισε παντελώς τον πολέμιό του. Τι πνευματικούς καρπούς έφερε η άσκηση αυτή στον μακάριο Σεραφείμ το βλέπει κανείς καθαρά στις διδαχές του περί ησυχίας, οι οποίες βασίζονταν αναμφιβόλως και επί της προσωπικής του πείρας.
«Όταν παραμένουμε σε σιγή», έλεγε αργότερα, «ο διάβολος δεν επιτυγχάνει τίποτε κατά του κρυπτού ανθρώπου της καρδίας (Α’ Πέτρ. 3:4)· εννοείται βέβαια η σιγή του νου. Η σιγή γεννά στην ψυχή του ησυχαστή διαφόρους καρπούς του Πνεύματος. Από την μόνωση και την σιγή γεννιούνται η κατάνυξη και η πραότητα. Ενωμένη με άλλες πνευματικές εργασίες, η προσευχητική σιγή ανυψώνει τον άνθρωπο προς την ευσέβεια, τον φέρνει κοντά στον Θεό και τον κάνει επίγειο άγγελο. Συ μόνο κάθισε στο κελί σου με νήψη και σιγή· κοπίαζε με κάθε δυνατό τρόπο να πλησιάσεις τον Κύριο και Εκείνος είναι έτοιμος από άνθρωπο να σε κάνει άγγελο: “Και επί τίνα επιβλέψω, αλλ’ ή επί τον ταπεινόν και ησύχιον και τρέμοντα τους λόγους μου;” (Ησ. 66:2). Εκτός των άλλων πνευματικών αποκτημάτων, καρπός της σιγής είναι η ειρήνη της ψυχής. Η σιγή διδάσκει την ησυχία και την αδιάλειπτη προσευχή, ενώ η εγκράτεια κάνει τον λογισμό αρρέμβαστο. Αυτόν που κατορθώνει την σιγή, τον αναμένει ειρηνική διάθεση».
Έτσι ο όσιος Σεραφείμ προχωρώντας στην άσκηση της σιγής απέκτησε τα ανώτερα πνευματικά χαρίσματα, παρηγορούμενος από την θεία χάρη και αισθανόμενος στην καρδιά άρρητη χαρά εν Πνεύματι Αγίω (Ρωμ. 14:17).
Αγιος Ιουστίνος Πόποβιτς
Από το βιβλίο: Αρχιμ. Ιουστίνου Πόποβιτς, Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ Βίος, Εκδόσεις «Το Περιβόλι της Παναγίας», Θεσσαλονίκη 1991, σελ. 36, 38.