
Ο Μέγας Αντώνιος, όπως μας πληροφορεί ο βιογράφος του, Άγιος Αθανάσιος, χρησιμοποιουσε πολλές φορές το Ψαλτήρι, κυρίως όταν αντιμετωπίζε τις δαιμονικές προκλήσεις, καθώς οι ψαλμοί είναι “δαιμόνων φυγαδευτήριον”, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Μ. Βασίλειος.️
Κατά τη διάρκεια των δαιμονικών επιθέσεων και προκλήσεων ο Μέγας Αντώνιος αναφέρει οκτώ φορές αυτούσιους στίχους από τους Ψαλμούς.
Αρχικά, όταν ο Αντώνιος έρχεται ενώπιον του πνεύματος της πορνείας, το οποίο έχει τη μορφή μαύρου παιδιού, το περιφρονεί και του λέει πως είναι μαύρος όχι μόνο στη μορφή, αλλά και στο μυαλό.
Έπειτα χρησιμοποιεί τη ψαλμική ρήση “Κύριος ἐμοί βοηθός κἀγώ ἐπόψομαι τούς ἐχθρούς μου” (Ψλ. 117,7), δηλαδή “ο Κύριος είναι η βοήθειά μου και δίχως φόβο θα κοιτώ όσους με εχθρεύονται”.
Μετά από αυτά τα λόγια ο μαύρος δαίμονας τρόμαξε, έφυγε αμέσως🔥 και δε τόλμησε να ξαναπλησιάσει τον Άγιο.
Όταν ασκήτευε μέσα στο μνήμα δέχτηκε και πάλι επίθεση δαιμόνων, οι οποίοι τον χτυπούσαν, αλλά αυτός προσευχόταν.
Στη συνέχεια αναφώνησε πως όσα χτυπήματα και αν δεχτεί δε πρόκειται να φύγει από τον Χριστό️και έψαλλε
“Ἐάν παρατάξηται ἐπ’ἐμέ παρεμβολήν οὐ φοβηθήσεται ἡ καρδία μου” (Ψλ. 26,3), δηλαδή “κι αν συναχτεί στράτευμα να με πολεμήσει, η καρδιά μου δεν δειλιάζει”, δείχνοντας με αυτό τον τρόπο τη ψυχική του δύναμη και την πλήρη αφοσίωσή του στο Χριστό.
Πολλές φορές οι γνώριμοί του πήγαιναν να τον επισκεφτούν και φοβόντουσαν μήπως και τον βρουν νεκρό, λόγω των δαιμονικών επιθέσεων.
Αντίθετα όταν έφταναν κοντά στο μέρος όπου ήταν κλεισμένος τον άκουγαν να ψέλνει “Ἀναστήτω ὁ Θεός καί διασκορπισθήτωσαν οἱ ἐχθροί αὐτοῦ καί φυγέτωσαν ἀπό προσώπου αὐτοῦ οἱ μισοῦντες αὐτόν” (Ψλ. 67,2), δηλαδή “ας εγερθεί ο Θεός κι ας σκορπισθούν οι εχθροί Του και ας φύγουν από μπρος Του αυτοί που Τον μισούν” και ακόμη έλεγε
“Πάντα τά ἔθνη ἐκυκλωσάν με καί τῷ ὀνόματι Κυρίου ἠμυνάμην αὐτούς” (Ψλ. 117,10), δηλαδή “όλα τα έθνη με κατατρόπωσαν”, στη προκειμένη περίπτωση οι δαίμονες “και στο όνομα του Κυρίου τους κατατρόπωσα”.
ο Άγιος Αντώνιος αφηγούνταν εμπειρίες του από τη πάλη με τους δαίμονες, ανέφερε πως όταν ήρθαν να τον πειράξουν και να τον φοβερίσουν με τη μορφή αρματωμένων στρατιωτών και άγριων θηρίων έλεγε τον Ψαλμό
“Οὗτοι ἐν ἅρμασι καί οὗτοι ἐν ἵπποις, ἡμεῖς δέ ἐν ὀνόματι Θεοῦ ἡμῶν” (Ψλ. 19,8), δηλαδή “άλλοι ελπίζουν στα άρματα κι άλλοι στο ιππικό τους, μα εμείς εμπιστευόμαστε τον Κύριο το Θεό μας” και μ’αυτό τον τρόπο οι δαίμονες χάνονταν…
Αυτή είναι η δύναμη των ψαλμών!!!!
Με το ψαλτήρι λοιπόν ο Άγιος Αντώνιος (ο οποίος είναι ο μοναδικός Άγιος από όλους τους Αγίους μας που δέχτηκε τις περισσότερες επιθέσεις από τους δαίμονες ) τους νικούσε.
Χαίρε Αγ Αντωνίε πανενδοξεεεεεε
Πέρασε κάποτε από τον νου της οσίας Ειρήνης, της ηγουμένης της Ιεράς Mονής Χρυσοβαλάντου στην Κωνσταντινούπολη (Θ’ αιώνας), ένας φοβερός και παράδοξος λογισμός: Εάν ο Θεός μου έδινε το διορατικό χάρισμα και γνώριζα την εσωτερική ζωή των αδελφών, θα διόρθωνα όσες αδελφές σφάλλουν και θα ενίσχυα όσες προκόβουν.
Άρχισε λοιπόν να παρακαλεί γι’ αυτό τον Θεό με πολλά δάκρυα και γονυκλισίες.
Παρουσιάσθηκε τότε ένας λευκοφορεμένος αστραφτερός άγγελος και της είπε:
– Χαίρε, πιστή δούλη του Κυρίου! Σύμφωνα με την προσευχή σου ο Θεός μ’ έστειλε να σε υπηρετώ για τη σωτηρία των αδελφών. Θα βρίσκομαι πάντα μαζί σου και θα σου αποκαλύπτω όλα τα μυστικά.
Μετά απ’ αυτό το όραμα η οσία ευχαρίστησε θερμά τον Θεό και καθημερινά καλούσε κάθε αδελφή και την ενεθάρρυνε στην ομολογία των σφαλμάτων της και στη διόρθωση.
Οι αδελφές κατάλαβαν ότι γνώριζε τα μυστικά βάθη των καρδιών τους. Θαύμαζαν γι’ αυτό και ομολογούσαν την υπερφυσική διόραση της αγίας.
Η αγία Ειρήνη, η ηγουμένη της Ιεράς Moνής Χρυσοβαλάντου, ακατάπαυστα γευόταν την γλυκύτητα της προσευχής. Πολλές φορές αφοσιωνόταν στην προσευχή με τα οσιακά της χέρια υψωμένα επί μία ολόκληρη μέρα. Αύτη η στάση συνήθως, έπειτα από λίγη ώρα, προκαλεί ανυπόφορους πόνους στις κλειδώσεις. Η αγία, παρ’ όλη την οδύνη, στεκόταν επί τόσες ώρες ακίνητη. Έμοιαζε με ξύλινη κολώνα. Πάθαινε αγκύλωση και χρειαζόταν μία αδελφή να της κατεβάσει τα χέρια, κι αυτό με δυσκολία.
Οι δαίμονες έφριτταν με τον αγώνα της προσευχής της. Προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να την εμποδίσουν είτε με τον φόβο είτε με την υπερηφάνεια. Ένας απ’ αυτούς την πλησίασε και την περιγελούσε:
– Ειρήνη, ξυλίνη, που ‘χεις πόδια ξύλινα…
Η οσία εξακολούθησε ακίνητη την προσευχή της χωρίς να του δίνει σημασία.
Εκείνος αγρίεψε τόσο, που πήρε φωτιά από ένα καντήλι και άναψε τα ράσα της.
Πρόφθασε τότε μια αδελφή. Βλέποντας τον καπνό, έτρεξε και έσβησε την φωτιά, που θα κατέκαιε την οσία.
Τα μισοκαμμένα ράσα επί πολλές ημέρες ευωδίαζαν.
Ούτε οι «ζοφερές όψεις των πονηρών δαιμόνων», ούτε οι κοροϊδίες τους, ούτε ο κίνδυνος της ζωής, μπόρεσαν ν’ αποσπάσουν την αγία από την γλυκύτητα της συνομιλίας της με τον Θεό.
Από το βιβλίο: ΧΑΡΙΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΧΑΡΙΣΜΑΤΟΥΧΟΙ. Τόμος πρώτος. Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 2008, σελ. 55, 203.