Τοῦ παρουσιάζεται μὲ μορφὲς φιδιῶν, σκορπιῶν, λύκων, τίγρεων, ποὺ τὸν δαγκώνουν καὶ τοῦ σχίζουν τὶς σάρκες. Ὁ Μέγας Ἀντώνιος λέει μὲ γενναιότητα: -Δὲ θὰ μὲ νικήσετε! ὁ ἀριθμός σας καὶ ὁ θόρυβός σας δείχνουν τὴν ἀδυναμία σας. Οἱ δαίμονες τὸν κτυποῦν τότε μανιασμένα καὶ τὸν ἀφήνουν ἐκεῖ μὲ πληγὲς ἀναίσθητο καὶ μισοπεθαμένο. Ἔτσι ἀναίσθητο τὸν βρίσκει ὁ χριστιανός, ποὺ τοῦ πῆγε τὸ πρωὶ τὸ ψωμί του. Τὸν νομίζει γιὰ νεκρό. Τὸν μεταφέρει στὸ σπίτι του, κοντὰ στοὺς συγγενεῖς καὶ τοὺς γνωστούς του. Συνέρχεται ὅμως, ὁ Ἅγιος τὴν νύκτα καὶ γυρίζει πάλι στὸν τάφο τοῦ μαρτυρίου του. – Ἐδῶ εἶμαι! φωνάζει ὁ ὅσιος. Δὲν μὲ φοβίζουν τὰ ψεύτικα μαστίγιά σας. Κανένα μαρτύριο δὲν θὰ μὲ ἀπομακρύνει ἀπὸ τὸν Δεσπότη μου Χριστό. Ἀγριεύουν οἱ δαίμονες, στὴ συνέχεια τῆς μάχης, ποὺ δίνουν. Παρουσιάζονται σὲ χίλιες δύο μορφὲς ἑρπετῶν καὶ θηρίων. Καὶ ὁ Μέγας Ἀντώνιος, χωρὶς νὰ τὰ χάσει, εἶπε: -Ἐὰν εἴχατε δύναμη, ἕνας καὶ μόνο ἀπὸ σᾶς, μποροῦσε νὰ μὲ ἐξοντώσει. Ἐπειδὴ ὁ Κύριος σᾶς ἔχει κόψει τὰ νεῦρα καὶ σᾶς ἔχει ἀφήσει χωρὶς δύναμη, γι᾿ αὐτὸ προσπαθεῖτε μὲ τὸ πλῆθος, μὲ τὴν ψευτιὰ καὶ τὴν ὑποκρισία, νὰ μὲ φοβίσετε. Καὶ γι᾿ αὐτὸ μεταμορφώνεστε σὲ τόσα θηρία! Ἐμπρὸς λοιπόν! Ἐὰν ὅμως δὲν πήρατε ἄνωθεν ἐξουσία ἐναντίον μου, μὴ στέκεστε. Ἐὰν ὅμως δὲν πήρατε, τί ταράζεσθε; Οἱ δαίμονες ἀκούγοντας τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Ὅσίου, ἔτριζαν τὰ δόντια τους, μιὰ ἀκτίνα μὲ θεϊκὸ φῶς κατέβηκε ἀπὸ τὴ στέγη τοῦ τάφου. Γαλήνη κι ἡσυχία ἁπλώθηκε παντοῦ. Τὸ κορμὶ τοῦ Ἀντωνίου δὲν πονοῦσε πλέον καὶ δὲν ὑπῆρχαν πληγὲς στὸ σῶμα του. Θεραπεύτηκαν ἀπὸ τὸν Κύριο. Ὁ μεγάλος ἀσκητής, καταλαβαίνει τὴν θεία ἐπίσκεψη καὶ ρωτάει: -Ποῦ ἤσουνα, γλυκύτατέ μου Θεὲ καὶ δὲν φανερωνόσουνα ἀπὸ τὴν ἀρχή, νὰ σταματήσεις τοὺς πόνους τοῦ κορμιοῦ μου; Δεκαέξι χρόνια, μὲ ἕψησε ὁ σατανᾶς. Ἀκούστηκε τότε, μιὰ φωνή, ποὺ τοῦ ἔλεγε: -Ἀντώνιε, ἐδῶ ἤμουνα καὶ σὲ παρακολουθοῦσα ἀοράτως. Ἀλλὰ πρόσμενα νὰ ἰδῶ τὸν ἀγώνα σου. Ἀφοῦ, λοιπόν, δὲν νικήθηκες, ἀλλὰ ὑπέφερες μὲ πίστη, θὰ εἶμαι πάντοτε κοντά σου καὶ θὰ κάνω τὸ ὄνομά σου ξακουστὸ σ᾿ ὅλο τὸν κόσμο. Σηκώθηκε τότε ὁ Ἀντώνιος καὶ προσευχήθηκε θερμά…”
Related Posts

Τα σπουργίτια του Δεκαπενταύγουστου
-Ήταν ένα ζεστό καλοκαιριάτικο μεσημέρι του Ιούνη του 2019 . Είπα να πάω να δω λίγο τη μάνα μου. Την είδα να κρατά ένα δισκάκι με δυο φέτες βρεγμένο ψωμί. Προχωρούσε αργά με μικρά βήματα στην αυλή του σπιτιού μας . Απίθωσε με τρεμάμενα χέρια το ψωμί στον φούρνο. Μα τι έκανε ;
Απρόσμενα ένα σμήνος σπουργίτια κατέβηκαν από το πουθενά κι άρχισαν χαρούμενα να τσιμπολογούν τα βρεγμένα ψιχουλάκια . Τραγουδούσαν , πετάριζαν με τα μικρά τους φτεράκια, χοροπηδούσαν εδώ κι εκεί . Ήταν ένα πανέμορφο θέαμα . Φιλονικούσαν , σπρώχνονταν να χωρέσουν στη στέγη του φούρνου , κελαηδούσαν μες την τρελή χαρά. Ήταν τρισευτυχισμένα .
-Τα καημένα σχολίασε η γριά μάνα μου . Εδώ και χρόνια , τα ταΐζω κάθε μεσημέρι . Πεινούν κι αυτά . Δεν βρίσκουν εύκολα φαγητό. Κοίταξέ τα για λίγα ψίχουλα πόση χαρά νιώθουν, άκου τι ωραία κελαηδούν , ευχαριστούν τον Θεό για το λιγοστό ψωμάκι , δοξολογούν τον Πλάστη τους …
Έμεινα άφωνη να τα κοιτάζω . Την μάνα μου την καλόψυχη , την σπλαχνική , που συμπόνεσε ακόμη και τα σπουργίτια. Εγώ δεν σκέφτηκα ποτέ να ταΐσω τα σπουργίτια και μάλιστα επί σταθερής βάσης . Ναι, να φροντίσουμε αδέσποτα σκυλιά γατιά , λίγα ψίχουλα τον χειμώνα , αλλά κάτι τέτοιο δεν πέρασε ποτέ από το μυαλό μου . Σκέφτηκα για πολλοστή φορά ότι την αξιοσύνη της μάνας μας δεν μπορέσαμε να την φτάσουμε ποτέ κανένα της παιδί …
Τα σπουργίτια συνέχισαν τον χορό και το τραγούδι στον φούρνο της μικρής μας αυλής, που χώρεσε αλήθεια τόσες όμορφες στιγμές, τόσες οικογενειακές χαρές ! Τώρα τα πουλιά πέταξαν μακριά απ΄ τη φωλιά , έκτισαν τις δικές τους φωλιές . Όμως το τραγούδι δεν σταμάτησε ποτέ , γιατί τώρα το πατρικό μου σπίτι φιλοξενεί άλλα πουλιά, τα σπουργίτια της γειτονιάς!
Παρατήρησα ένα σπουργίτι. Στεκόταν φρουρός στα κεραμίδια του σπιτιού, καθώς τα άλλα σπουργιτάκια γλεντούσαν τρώγοντας . Κοίτα τώρα σοφία και οργάνωση αν και πουλιά , σκέφτηκα , έχουν και φρουρό ασφαλείας !
Είπα στα εγγόνια μου , το και το.
Να πάμε να τα γυρίσω βίντεο , είπε ένας εγγονός μου.
Χαμογέλασα. Άλλη γενιά, άλλα έθιμα . Να πάμε μια μέρα …Οι μέρες πέρασαν , σβήστηκαν στο πέρασμα του χρόνου .
Αρχές Αυγούστου η μάνα μας αρρώστησε . Βεβαίως θυμηθήκαμε τα σπουργίτια της . Επί το έργον. Το καθήκον μας καλεί . Έτσι ακριβώς όπως έκανε κι εκείνη πριν πέσει στο κρεβάτι. Βάλαμε ψωμί στον φούρνο ξανά και ξανά … και πάλι και αύριο και μεθαύριο…όμως τα σπουργίτια δεν ματαφάνηκαν. Τα περιμέναμε. Λέγαμε. Σήμερα δεν μπορεί, θα έρθουν να φάνε . Έχει τόσες μέρες που…
Στις 11 Αυγούστου η μάνα μας ζήτησε να την καθίσουμε λίγο στην αυλή. Καθίσαμε τα αδέλφια δίπλα της. Όπως τον παλιό καλό καιρό που καθόμασταν παιδάκια στην ποδιά της να μας πει παραμύθια. Θυμηθήκαμε τα σπουργίτια. Σχολιάσαμε: Ακόμη και τα σπουργίτια κατάλαβαν ότι η μαστόρισσα τους αρρώστησε γιατί δεν έρχονται πια, αν και καθημερινά βάζουμε ψωμί.
Η μάνα μας κούνησε συγκαταβατικά το κεφάλι της .
– Όχι, δεν είναι γι αυτό που δεν έρχονται, λάθος κάνετε .
-Εμ γιατί;
=Είναι δεκαπενταύγουστος , μεγάλη νηστεία. Τα σπουργίτια δεν τρώνε …
-Έλα ρε μάνα τώρα που… Γελάσαμε αυθόρμητα . Απίστευτα πράγματα. Τι λες τώρα;
-Σωστά σας λέω . Έτσι είναι . Τα σπουργίτια νηστεύουν.
-Έλα τώρα ρε μάνα , αντέτεινα , πώς ξέρουν τώρα τα πουλιά ότι είναι δεκαπενταύγουστος και
θα πρέπει να νηστέψουν;
-Είναι πολύ έξυπνα πουλιά , έχουν χάρισμα από τον Θεό.
Κοιτάξαμε ο ένας τον άλλο χαμογελώντας, ως συνένοχοι. Ναι τώρα που…
Η μάνα μας κατάλαβε τη σκέψη μας . Πω πω.
-Να σας το αποδείξω για να πειστείτε .
Ξαναγέλασα. Θυμήθηκα τα Μαθηματικά στο Δημοτικό της γενιάς μου , στο Δημόσιο σχολείο της αριστείας , που στην Τρίτη Δημοτικού μας μάθαιναν αυτή την βασική αρχή : Τα δεδομένα, το ζητούμενο, η απόδειξη . Να τώρα η μάνα μου που μόνη της θέτει επί τάπητος την απόδειξη.
Ήλθε ακόμη στο μυαλό μου μια χρονιά, που όντας νεαρή δασκάλα πήγα στο χωριό καταγωγής της μάνας μου να δουλέψω στις εκλογές. Με πλησίασε ο μουκτάρης του χωριού , παλιός συμμαθητής της μάνας μου . Μου τόνισε πόσο έξυπνη μαθήτρια ήταν ειδικά στα Μαθηματικά . Τόσο, που πηδώντας από τάξη σε τάξη , σε τρία χρόνια τελείωσε την Ε΄ Δημοτικού ! Ήταν οι χρυσοί καιροί που τα προικισμένα παιδιά άνοιγαν τον δρόμο ! Και τότε , ο παππούς την έβγαλε από το σχολείο , για να βοηθά στα χωράφια . Τρεις μήνες τον θερμοπαρακαλούσε ο δάσκαλος να στείλει το παιδί πίσω στο σχολείο… Η μάνα μας, ποτέ δεν μας είπε αυτή την ιστορία .
Να την τώρα τη μάνα μας με το τετράγωνο μυαλό που θα μας το αποδείξει κιόλας . Χαμογελάσαμε ξανά σαν άπιστος Θωμάς . Αν είναι δυνατόν τώρα τα σπουργίτια να νηστεύουν για τον δεκαπενταύγουστο.
Κοιτάξτε ξανάπε η μάνα μας ήρεμα , γαλήνια , με μισοσβησμένη φωνή : Θα το δείτε . Τα σπουργίτια θα ξανάρθουν στο σπίτι μας στις 15 Αυγούστου , που τελειώνει η νηστεία . Θα΄ρθουν για το τραπέζι του δεκαπενταυγούστου , πρόσθεσε χαμογελώντας .
Κλείσαμε το στόμα μας , τα παιδιά της , οι «πολύξεροι» εκπαιδευτικοί . Να το πιστέψουμε ; Μα είναι δυνατόν;
Θυμήθηκα μια ιστορία που διάβασα για τον Γέροντα Παΐσιο , που έμενε νηστικός σχεδόν όλο τον δεκαπενταύγουστο , τιμώντας έτσι τη μνήμη της Παναγίας . Τόσο μεγάλη νηστεία είναι .
-Ναι , είπε ξανά η μάνα μας . Τόσο μεγάλη νηστεία είναι . Για την Παναγία μας .
Τ΄ ασημένια της μαλλιά, το ρυτιδιασμένο της πρόσωπο, τα ροζιασμένα της χέρια , η σοφία των 90 της χρόνων , οι πικρές εμπειρίες της χηρείας από τη νιότη της , το ξεκάθαρο βλέμμα της , η γαλήνια μορφή της , δεν μας αφήνουν να συνεχίσουμε άλλο .
Είναι τόσο σίγουρη γι αυτό που λέει . Κι άλλο τόσο εμείς ότι δεν είναι δυνατόν να… όμως δεν τολμούμε να συνεχίσουμε άλλο. Σεβόμαστε τη μάνα μας. Είναι άρρωστη. Φεύγει; Πλήρης ημερών .
Μια θλίψη μας πλακώνει.
Πού είναι κι αυτά τα σπουργίτια να μας δώσουν λίγη χαρά ; Πού χάθηκαν ;
Οι μέρες πέρασαν ξανά. Το ψωμί στον φούρνο δεν έλειψε . Περίμενε κι αυτό τους πεινασμένους φτερωτούς φίλους της γειτονιάς . Όμως τα σπουργίτια δεν πάτησαν το πόδι τους .
Ξημέρωσε δεκαπενταύγουστος . Κατά το μεσημέρι τα σπουργιτάκια άρχισαν να καταφθάνουν το ένα πίσω από το άλλο στον φούρνο της μάνας μας . Η μικρή μας αυλή γέμισε κελαηδήματα , τραγούδια και χαρές . Μα ήταν δυνατόν; Σωστά έβλεπαν τα μάτια μας ;
– Να τα , είπε η μάνα μας χαμογελώντας . Ήλθαν για το τραπέζι του δεκαπενταυγούστου , μετά από τόση νηστεία για την Παναγία μας . Είδατε που σας έλεγα ;
Βάλτε ψωμί για τα πουλιά !
Τα σπουργίτια του δεκαπενταυγούστου φτερούγιζαν όλο χαρά με τα μικρά τους φτεράκια , τσιμπολογούσαν το φτωχικό τους φαγητό και δοξολογούσαν ευχαριστώντας τον Πλάστη τους.
Γλεντούσαν για τη ζωή, για το ψωμί, τιμούσαν την Παναγία μας κι ευχαριστούσαν τη γριά μάνα μας για το τραπέζι του δεκαπενταυγούστου !
Τα σπουργίτια του δεκαπενταυγούστου!
ΤΗΣ ΛΟΥΚΙΑΣ ΒΟΥΡΓΙΑ – ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ, Τέως Επιθεωρήτρια Δημοτικής Εκπαίδευσης Κύπρου

Πως γεμίζει η ψυχή;
«Μην ενδιαφέρεσαι αν σε αγαπούν, αλλά αν εσύ αγαπάς τον Χριστό και τους ανθρώπους. Μόνο έτσι γεμίζει η ψυχή» (Όσιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης).
Δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην επιζητεί το γέμισμα της ψυχής του, την ανάπαυση δηλαδή της καρδιάς του: να νιώθει ότι βρήκε τον «τόπο» του, εκεί που όλα αποκτούν νόημα και ο ίδιος πλημμυρίζει από χαρά.
Κι αυτό σημαίνει ότι δυστυχώς ο εαυτός μας από μόνος του δεν έχει τη δυνατότητα αυτή – το γέμισμα της ύπαρξής μας δεν επέρχεται κατά αυτοματικό τρόπο, δεν είμαστε οι ίδιοι η πηγή που μπορεί να ξεδιψάσει το είναι μας.
Και δικαίως: η πηγή της ζωής μας βρίσκεται στον Δημιουργό μας, Εκείνος μας έπλασε, Εκείνος ως «ο Ων», η πηγή δηλαδή της ζωής, μας έδωσε και μας δίνει τη δυνατότητα να ζούμε, να κινούμαστε, να υπάρχουμε. «Αυτός δίνει σε όλους ζωή και πνοή και τα πάντα» (απ. Παύλος). Οπότε, η ψυχή μας γεμίζει μόνον σε αναφορά με τον Κύριο και Θεό μας, τον ενανθρωπήσαντα Θεό μας Ιησού Χριστό, συνεπώς και με όλη την αγία Τριάδα.
Η σχέση με τον Χριστό, που θα πει ένταξη μέσα στο ζωντανό σώμα Του την Εκκλησία, φέρνει τον άνθρωπο στην ομαλή φυσιολογική κατάστασή του, να ρέει μέσα του το ύδωρ της ζωής, το οποίο τον κάνει να ζει σε μία αιώνια διάσταση – για ό,τι έχει πλαστεί ο κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν Θεού άνθρωπος. «Όποιος πιει από το νερό που εγώ θα του δώσω, θα γίνει αυτό μέσα του πηγή ύδατος που αναβλύζει την αιώνια ζωή» (ο Κύριος).
Έτσι ο λόγος του αγίου Πορφυρίου: «μόνον έτσι γεμίζει η ψυχή», δεν είναι δογματικός με την έννοια του τυφλά φανατικού που εκφράζει μία παθιασμένη ιδεολογία, αλλά αποτελεί στέρεη διατύπωση του ανθρώπου που βιώνει την εν Χριστώ πίστη και καταθέτει από την εμπειρία του τη μαρτυρία αυτή. Κινείται ο άγιος στο ίδιο μήκος κύματος με τους αγίους Αποστόλους, οι οποίοι πρώτοι μετά από τη συγκλονιστική εμπειρία ζωής τους με τον Θεάνθρωπο Κύριο ομολογούσαν: «ουκ έστιν εν άλλω ουδενί η σωτηρία».
Η θεολογία τους ήταν ακριβώς η διήγηση της συναναστραφής τους με τον Ιησού, για τον Οποίο ήταν έτοιμοι να δώσουν και τη ζωή τους. Όπως και έγινε.
Ο άγιος όμως είναι συγκεκριμένος. Τονίζει τη μέθοδο που πρέπει να ακολουθήσει ο άνθρωπος για να φτάσει στο σημείο πλήρωσης της καρδιάς του από νόημα και ζωή και χαρά. Βεβαίως δηλαδή ο Χριστός είναι το σημείο αναφοράς, αλλά το πρόβλημα είναι πώς ζει κανείς στα όρια της ύπαρξής του τον Χριστό.
Κι αυτό που σημειώνει ο μεγάλος σύγχρονος άγιος είναι η αγάπη. Μόνον ζώντας κανείς την αγάπη που έφερε ο Χριστός σχετίζεται με Αυτόν. Γιατί ο Χριστός είναι η Αγάπη και έξω από Αυτήν δεν συναντάς τίποτε άλλο πέρα από τα πάθη σου και τα δαιμόνια που είναι κρυμμένα πίσω από αυτά.
Κι είναι τούτο μία αλήθεια που την επιβεβαιώνουμε όλοι μας καθημερινά: επιζητούμε το γέμισμα της καρδιάς μας, αλλά ακολουθώντας λανθασμένους δρόμους. Τους δρόμους της ικανοποίησης των παθών μας, της φιληδονίας μας, της φιλαργυρίας μας, της φιλοδοξίας μας. Κυνηγάμε τις απολαύσεις, γιατί νομίζουμε ότι με αυτές θα θεραπεύσουμε την πονεμένη και άδεια καρδιά μας, και το αποτέλεσμα είναι εντελώς επώδυνο: προσθέτουμε τραύμα πάνω στα τραύματά της. Και το ίδιο συμβαίνει και με κάθε άλλο πάθος.
Ας δούμε εκείνους που «διαπρέπουν» στον κόσμο και έχουν τη δυνατότητα εκπληρώσεως κάθε επιθυμίας τους. Μαύρη και άραχλη η ζωή τους! Όσο γεμίζουν με εξωτερικά αγαθά, τόσο αδειάζουν εσωτερικά!
Και ο μέγας Πορφύριος συμπληρώνει: η αγάπη γεμίζει την καρδιά και την ψυχή μας, αλλά και ησυχάζει και το σώμα μας. Ποια αγάπη όμως; Όχι εκείνη που τη ζητάμε και την απαιτούμε από τους άλλους! Γιατί αυτό αποτελεί τη μεγαλύτερη επιβεβαίωση του εγωισμού μας – εγώ να δεχτώ την προσφορά των άλλων! Γι’ αυτό και το παρόμοιο ενδιαφέρον μας γέμει δολιότητος και προσθέτει, όπως είπαμε, μαυρίλα στη μαυρίλα μας!
Η αληθινή αγάπη όμως, κατά τον άγιο, δεν έχει παθητικό χαρακτήρα. Συνιστά την πιο ενεργητική κίνηση που μπορεί να αναπτυχθεί στον άνθρωπο. Γιατί ανοίγει την καρδιά στην αγάπη προς τον Χριστό και την εικόνα Του τον άνθρωπο, τον κάθε άνθρωπο, ό,τι κι αν είναι αυτός: γνωστός ή άγνωστος, φίλος ή εχθρός! Κι είναι η αγάπη που έζησε και δίδαξε ο Κύριος, δείχνοντάς μας το όριό της: τον ίδιο τον Σταυρό! «Αγαπάτε αλλήλους – είπε – καθώς ηγάπησα υμάς. Μείζονα ταύτης αγάπης ουδείς έχει, ίνα τις την ψυχήν αυτού θη υπέρ των φίλων αυτού».
Συνεπώς γεμίζει η ψυχή όταν ο πιστός με τη χάρη του Χριστού αποφασίσει να θυσιάσει τη ζωή του. Αυτό είναι το μυστήριο του Θεού: πας να σώσεις τη ζωή σου, με την έννοια να την περιχαρακώσεις στα δικά σου όρια; Θα καταστραφείς!
Ετοιμάζεσαι να τη θυσιάσεις για χάρη του Χριστού και του αδελφού σου;
Τότε πράγματι θα τη βρεις να προβάλλει μεγαλειώδης ενώπιόν σου! Δεν είναι τυχαίο ότι ο Κύριος, προβάλλοντάς μας το παράδειγμα του καλού Σαμαρείτη ως τύπου του αληθινού ανθρώπου που διέπεται από αγάπη, καταλήγει: «γεγονέναι πλησίον».
Να γίνεσαι εσύ πλησίον του άλλου και όχι να περιμένεις τον άλλον να έρθει αρωγός σε σένα. Το πρώτο είναι δείγμα υγείας. Το άλλο δείγμα αρρώστιας και ημιθανούς καταστάσεως.
Ο λόγος του Κυρίου έρχεται και με άλλον τρόπο να αποκαλύψει την αλήθεια αυτή: «Σηκώστε πάνω σας τον ζυγό μου, τηρήστε δηλαδή τις εντολές μου που θα πει την αγάπη προς τον άλλον, και μάθετε από εμένα ότι είμαι πράος και ταπεινός στην καρδιά. Και τότε θα βρείτε ανάπαυση στις ψυχές σας».