Κι όταν η ψυχή σού μιλά, καλύτερα εσύ να σιωπάς.
Και σκύψε όσο μπορείς να την ακούσεις, γιατί η φωνή της είναι πάντα ψίθυρος, για να μην ενοχλεί την επιθυμία σου.
Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης
Οι πιστοί είμαστε «το μικρόν ποίμνιον» (Λουκ. 12.32), μικρό εκατοστιαίο ποσοστό, αλλά αποτελούμε «το άλας της γης», όπως μας διαβεβαιώνει ο γλυκύς Ναζωραίος (Ματθ. 5.13). Λίγο αλάτι και όμως νοστιμεύει, και όμως αναχαιτίζει τη σήψη – και μάλιστα παλιά, που μη διαθέτοντας καταψύκτες συντηρούσαν τα τρόφιμα παστά.
Δεν έχουμε το δικαίωμα να συσχηματιζόμαστε με το κοσμικό φρόνημα είτε ομαδικά είτε ατομικά, ή από αδυναμία ή από υπολογισμό. Επικίνδυνα εγχειρήματα, μπαίνουμε μόνοι μας σε πειρασμό και ας ζητάμε με το στόμα «Μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν» (Ματθ. 6.13· Λουκ. 11.4).
Ο πιστός ζει μέσα στον κόσμο και ταυτόχρονα έξω από τη νοοτροπία του. Έπρεπε να είχαμε τη δύναμη να ελκύσουμε εμείς το περιβάλλον μας κατά το παράδειγμα εκείνου (του Παύλου) που εκμυστηρεύθηκε «Τοις πάσι γέγονα τα πάντα, ίνα πάντως τινάς σώσω» (Α’ Κορ. 9.22).
Όταν ωστόσο δεν έχουμε τη δύναμη να επηρεάσουμε εμείς, τουλάχιστον ας μην επηρεαζόμαστε. Ζούμε δυστυχώς εν πολλοίς «εν μέσω γενεάς σκολιάς και διεστραμμένης» και άρα φαινόμαστε – πρέπει να φαινόμαστε – «ως φωστήρες εν κόσμω» (Φιλ. 2.15). Άλλο το να ζεις στον κόσμο και άλλο το να γίνεσαι κόσμος. Υπόδειγμα εκκωφαντικό και μετέωρο εκθαμβωτικό, ο Λωτ. Όλοι οι Σοδομίτες και Γομορρίτες ζούσαν όπως ζούσαν, εκτός από τον «δίκαιον Λωτ καταπονούμενον υπό της των αθέσμων εν ασελγεία αναστροφής… βλέμματι γάρ και ακοή ο δίκαιος, εγκατοικών εν αυτοίς, ημέραν εξ ημέρας ψυχήν δικαίαν ανόμοις έργοις εβασάνιζεν» (Β’ Πέτρ. 2.6-8, πρβλ. Γεν. 19.1-9).
Ζούμε μέσα στον κόσμο σε συνθήκες οπωσδήποτε μη συγκρίσιμες με τις άκρως ανώμαλες του Λωτ, πάντως όμως αντιμετωπίζουμε προβλήματα. Για τούτο δεήθηκε ο Θεάνθρωπος στην αρχιερατική Του προσευχή: «Ουκ ερωτώ σε [πάτερ] ίνα άρης αυτούς εκ τον κόσμου, αλλ’ ίνα τηρήσης αυτούς εκ του πονηρού. εκ του κόσμου ουκ εισί» (Ιω. 17.15). Δεν ζητάει τον θάνατο των δικών Του, αλλά τη διαφύλαξή τους. Είναι το ίδιο αν και παρουσιάζεται αντιφατικό, με την εντολή «Εξέλθατε εκ μέσου αυτών και αφορίσθητε, λέγει Κύριος, και ακαθάρτου μη άπτεσθε» (Β’ Κορ. 6.17· πρβλ. Ησ. 52.11). Δηλαδή αμαρτία δεν είναι για μας το ακάθαρτο ποιόν του περιγύρου μας, αλλά το αν το απτόμαστε έστω μόνο, οπότε πολύ χειρότερο αν το ενστερνιζόμαστε.
* * *
Με τα παραπάνω δεν εννοούμε πως πρέπει να κλεισθούμε στον εαυτό μας και να αδιαφορούμε για τον συνάνθρωπο εγωιστικά. Να βοηθάμε, αλλά προσεκτικά.
Μια σοφή συμβουλή, παραβολική βέβαια, ενός αββά της ερήμου: Όταν δεις κάποιον να τον έχει πάρει το ποτάμι, μην του δώσεις το χέρι σου, αλλά τη άκρη του ραβδιού σου· αν δεν ισχύσεις να τον τραβήξεις έξω, άφησε το ραβδί σου για να σωθείς εσύ τουλάχιστον, μην πνιγείτε δυο άνθρωποι».
Δεν έχουμε δικαίωμα να παύουμε να είμαστε «το φως του κόσμου» και έτσι να επιστρέφουμε «εν χώρα και σκιά θανάτου». Έστω και ένα κεράκι διαλύει τα σκοτάδια. Ευχής έργο θα ήταν ν’ αποτελούσαμε λύχνο, δάδα, ήλιο. Μα έστω κεράκι. Δείχνουμε το φως, δίνουμε γεύση και αίσθηση μιας διαφορετικής βιοτής, φωτεινής.
Είμαστε μια μαρτυρία και διαμαρτυρία. Η ευθαρσής άρνησή μας και το «βέτο» στον συσχηματισμό μεταποιείται σε δείκτη πορείας των λοιπών. Πώς θα διαψεύσουμε τον ευαγγελιστή που διακηρύσσει ότι «το φως εν τη σκοτία φαίνει, και η σκοτία αυτό ου κατέλαβεν» (Ιω.1.5). Έχουμε ευθύνη, δεν γίνεται να σβήσουμε. Είμαστε η ψυχή του κόσμου. Όση σημασία έχει η ψυχή για το σώμα, τόση σημασία έχουν οι πιστοί για τον κόσμο, καθώς παραλληλίζει ένα πρωτοχριστιανικό κείμενο (Προς Διόγνητον 6.1). Σύμφωνα με την Κλίμακα φως των μοναχών είναι οι άγγελοι, των δε πιστών οι μοναχοί (26 Γ’ 23), και κατά φυσική προέκταση και κατιούσα κλίμακα, φως όλου του κόσμου είναι οι πιστοί.
Το πόσο βαριά ζυγίζουν οι ελάχιστοι έστω άνθρωποι του Θεού και τι ρόλο διαδραματίζουν μας το δίδαξε εκτός των άλλων και το περιστατικό της καταστροφής των Σοδόμων και Γομόρρων, τα οποία προαναφέραμε. Αν βρίσκονταν εκεί και δέκα μόνο δίκαιοι, θα είχε αποφευχθεί ο «βιβλικός» όλεθρός τους (Γεν. 18.1-19.15).
Ας μην ξεχνάμε ποτέ ότι είμαστε μεν λίγοι, έχουμε όμως δύναμη γιατί δεν είμαστε μόνοι: έχουμε σύμμαχο τον Παντοδύναμο. Αφ’ ετέρου υπάρχουν και άλλα άτομα, που ίσως δεν τα γνωρίζουμε, και περιμένουν εμάς για να εκδηλωθούν.
Ιερομόναχος Ιουστίνος
Οι πόνοι στον κόσμο είναι επακόλουθα της αμαρτίας (Ιώβ 4:8· Ψαλ. 7:14-16· Παροιμ. 22:8· Ιερ. 4:18). Τα διάφορα παθήματα είναι τιμωρίες για αμαρτίες (Λευ. 26:24-28· Β’ Βασ. 7:14), αν, όμως, θα δεχθούμε όλα τα παθήματα με υπομονή και ευχαριστία, θα μας φέρουν μεγάλο πνευματικό όφελος προς σωτηρία της ψυχής μας.
Γενικά βλέπουμε, ότι όσο πληθαίνουν οι αμαρτίες και οι κακίες στον κόσμο, τόσο πληθαίνουν και οι παιδαγωγικές επισκέψεις, δηλαδή ο λιμός, οι σεισμοί, οι πόλεμοι, οι πάσης φύσεως αρρώστιες και ο θάνατος. Η μέριμνά μας, των χριστιανών, είναι να εγκαταλείψουμε τις αμαρτίες, να συμφιλιωθούμε με τον Θεό και να έχουμε φόβο Θεού, ταπείνωση και υπομονή, και τότε όλες αυτές οι ταλαιπωρίες θα λιγοστέψουν και θα μας είναι πολύ ωφέλιμες για τη σωτηρία μας.
Ποιος είναι ο λόγος και ο σκοπός των θλίψεων;
Για τους χριστιανούς ο σκοπός των θλίψεων είναι μόνο ένας: η εξιλέωση των αμαρτιών εδώ στη γη με διαφόρων ειδών ασθένειες, θλίψεις και πόνους, για την κάθαρση και τη σωτηρία της ψυχής. Για τους κακούς που δεν θέλουν να διορθωθούν, να μετανοήσουν, οι θλίψεις από τη γη παραμένουν ως ένας αρραβώνας των αιωνίων βασάνων. Και γι’ αυτούς που δέχονται με υπομονή και ευχαριστία τον πόνο και στρέφονται στη μετάνοια, ο πόνος, οποιουδήποτε είδους και αν είναι, είναι η καλύτερη οδός διορθώσεως και εξιλεώσεως των αμαρτιών, που τους λυτρώνει από τα αιώνια βάσανα.
Βλέπουμε πως όσοι πάσχουν περισσότερα στη γη είναι πιο συμφιλιωμένοι με τη συνείδησή τους, είναι πιο καλοί, πιο ταπεινοί, πιο δυνατοί στους πειρασμούς, πιο κοντά στο Θεό, και σώζονται πιο εύκολα, όπως ο δίκαιος Ιώβ, ο φτωχός Λάζαρος, οι άγιοι Απόστολοι, οι Μάρτυρες, οι Όσιοι και τόσοι άλλοι. Και όποιοι ζουν καλά, είναι υγιείς, έχουν περιουσίες και ό,τι επιθυμούν πάνω στη γη, αλλά είναι συνήθως ολιγόπιστοι, ανελεήμονες, τύραννοι, πλεονέκτες, εγωιστές, αυτοί φοβούνται τον θάνατο και πεθαίνουν με βαριές αμαρτίες, προς αιώνια τιμωρία.
Ο πόνος στέλνεται από τον ουρανό για τη σωτηρία, για δοκιμασία, για τη συγχώρηση αμαρτιών και για πνευματική πρόοδο. Μόνο να τον δεχόμαστε με ευχαριστία, σαν από το χέρι του Θεού, όπως λέει και ο προφήτης Δαβίδ: «Η ράβδος σου και η βακτηρία σου, αυταί με παρεκάλεσαν» (Ψαλ. 22:5). Επομένως η ράβδος και η βακτηρία του πόνου παρηγορεί τους καλούς και τους πιστούς, τους δίνει πρόοδο στις καλές πράξεις, τους καθαρίζει από αμαρτίες και τους κάνει άξιους μεγαλύτερου στεφανιού και ανταμοιβής στον ουρανό. Και για τους κακούς, η ράβδος του πόνου είναι κάλεσμα προς μετάνοια, είναι τιμωρία αντί τιμωρίας και χαλινάρι, διότι δεν θέλουν να πλησιάσουν τον Κύριο (Ψαλ. 31:10).
Πώς πρέπει να υπομένουμε την αρρώστια, την αδικία, τη λοιδορία, τη φτώχεια και οποιοδήποτε πόνο πάνω στη γη;
Να έχουμε πρώτα την πίστη ότι ο πόνος, οποιουδήποτε είδους και αν είναι, ορίζεται για μας από τον Θεό, τον ουράνιό μας Πατέρα, προς σωτηρία μας και όχι προς αιώνια καταδίκη μας. Έπειτα πρέπει να δεχθούμε τον πόνο με υπομονή και ευχαριστία. Και η υπομονή μας πρέπει να συνοδεύεται από ευσέβεια και εγκράτεια (Β’ Πετρ. 1:2-7· Κολ. 1:11) και από ελπίδα.
Η υπομονή στον πόνο αυξάνεται μέσα μας με την προσευχή, την εξομολόγηση και θεία κοινωνία, με την ανάγνωση ιερών βιβλίων, με τον συλλογισμό των παθών του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και όλων των Αγίων Του· με την επίσκεψη αυτών που ασθενούν βαρύτερα από εμάς και με τον συλλογισμό της αιώνιας μακαριότητας στον παράδεισο. Διότι άλλη οδός σωτηρίας δεν υπάρχει, παρά μόνο με τον σταυρό, με το πάθος, με την υπομονή και τη θυσία, όπως λέει ο Σωτήρας: «εν τη υπομονή ημών κτήσασθε τας ψυχάς υμών» (Λκ. 21:19). «Ο δε υπομείνας εις τέλος, ούτος σωθήσεται» (Ματθ. 24:13).
Από το περιοδικό «Όσιος Φιλόθεος της Πάρου» τ. 8, Μάιος-Αύγουστος 2003, εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη, σελ. 11.