Related Posts

Στον πόνο, πρόσεξε την πρόνοια του Θεού
Επιτρέπει ο Θεός, αδελφέ μου, να έχεις ένα πρόβλημα, έναν πόνο, μια δυσκολία, να περνάς κάτι που ίσως σε συντρίβει ως τα κατάβαθα της υπάρξεώς σου. Αυτό είναι ευλογία, είναι επίσκεψη του Θεού. Είναι σαν να σου λέει ο Θεός: «Εδώ είμαι. Στάσου λίγο και πρόσεξε. Γύρνα και κοίταξέ με. Μη βουλιάζεις μέσα στην όποια πραγματικότητα. Θέλω κάτι να σου δώσω. Τι έχω να σου δώσω; Τον ίδιο τον εαυτό μου! Ναι, θέλω να σου δώσω την όλη χάρη μου και δια της χάριτός μου τον ίδιο τον εαυτό μου και να σε κάνω θεό. Θέλω να σε κάνω ό,τι είμαι κι εγώ ο Θεός, διότι σε αγαπώ, σε θέλω, διότι είσαι το πλάσμα μου και για σένα έκανα και κάνω τα πάντα».
Ενώ λοιπόν αυτό που περνάει κανείς είναι μια επίσκεψη του Θεού, δεν μπορεί να το δει έτσι ο άνθρωπος. Νομίζει ότι δεν αντέχει, νομίζει ότι ο πόνος είναι πολύς, ότι οι στενοχώριες είναι πολλές και τα βάσανα μεγάλα και λέει: «Τι να κάνω; Δεν μπορώ». Δεν είναι όμως έτσι.
Ακριβώς το ότι πονάς, πιέζεσαι και ζορίζεσαι, ακριβώς το ότι έχεις πληγή μέσα σου, ακριβώς το ότι έρχονται όλα έτσι που ούτε ελπίδα υπάρχει ούτε διέξοδος ούτε κάποιο στήριγμα ή κάποια παρηγοριά, ακριβώς λοιπόν το ότι συμβαίνουν όλα αυτά, είναι όχι ένδειξη αλλά απόδειξη, αδελφέ μου, ότι είναι παρών ο Θεός, ότι σε αγγίζει ο Θεός, ότι ασχολείται μ’ εσένα ο Θεός. Σε βλέπει, σε ξέρει, σε καταλαβαίνει και θέλει να σε ελεήσει. Στάσου λοιπόν λίγο, κάνε λίγη υπομονή, στηρίξου λίγο στον Θεό! Γιατί πονάς τόσο πολύ; Γιατί αισθάνεσαι τόσο πολύ πληγωμένος, τόσο πολύ αποθαρρυμένος; Γιατί τόσο πολύ νιώθεις ότι πνίγεσαι, ότι χάνεσαι; Γιατί; Όχι για άλλο λόγο, αλλά διότι έχεις αντίσταση μέσα σου.
Και η αντίσταση αυτή να, πώς λειτουργεί. Ας πούμε ότι υπάρχει ένα οχυρό, ένα φρούριο, στο οποίο επιτίθεται κάποιος εχθρός. Όσο ανθίσταται αυτός που είναι μέσα στο οχυρό, τόσο εκείνος που επιτίθεται εντείνει τις δυνάμεις του, δυναμώνει τις πιέσεις του, δυναμώνει τις επιθέσεις του, για να συντρίψει το οχυρό· να σπάσει τοίχους, πόρτες και να εισέλθει μέσα να το καταλάβει.
Αν αυτά έχουν δόση αληθείας εκεί, στο παράδειγμα με το φρούριο, έχουν δόση αληθείας και μεταφορικά: Ένα τέτοιο πράγμα, δηλαδή, αν επιτρέπεται να πούμε, γίνεται μεταξύ Θεού και ψυχής. Το καταλαβαίνει δεν το καταλαβαίνει κανείς – αν και δεν δικαιολογείται που δεν το καταλαβαίνει, στην πραγματικότητα όμως δεν θέλει να το καταλάβει – μέσα εκεί βαθιά στην ψυχή του ανθρώπου το εγώ, η φιλαυτία, η αυταρέσκειά του, γενικότερα η όλη αυτονόμηση του ανθρώπου από τον Θεό είναι σαν ένα οχυρό που δεν παραδίδεται με τίποτε. Και ενώ νιώθεις όλα αυτά που έτσι ή αλλιώς τα επιτρέπει ο Θεός σ’ εσένα τον χριστιανό – τι γίνεται με τους άλλους είναι άλλο θέμα – ακριβώς για να σπάσουν οι πόρτες, να ανοίξει ο δρόμος και να μπει μέσα η χάρη του Θεού, εσύ ανθίστασαι και λες: «Δεν μπορώ! Δεν μπορώ!»
Δεν μπορείς; Τόσο το καλύτερο. Παραδώσου στον Θεό, πες το «ναι» στον Θεό και – ω του θαύματος! – όχι απλώς θα χαλαρώσει ο πόνος, όχι απλώς θα ελαφρύνει, αλλά σιγά-σιγά, καθώς αρχίζεις να φιλοσοφείς, καθώς αποφάσισες να γνωρίσεις λίγο τον εαυτό σου, καθώς συντρίβεσαι, προσγειώνεσαι, ταπεινώνεσαι και έχεις τη διάθεση να καταλάβεις τι ακριβώς γίνεται, θα δεις, τρόπον τινά, με τα μάτια σου και θα αισθανθείς την όλη ενέργεια της χάριτος του Θεού μέσα σου.
Και μετά όλο αυτό που σου συμβαίνει θα αρχίσει να γλυκαίνει, να γίνεται ουράνιο – ακριβώς διότι έτσι είναι – να είναι χάρη Θεού, να είναι θωπεία του Θεού, άγγιγμα του Θεού, γλυκασμός του Θεού. Θα αισθανθείς ότι όλο αυτό είναι το σκύψιμο του Θεού επάνω σου με αγάπη. Καθόλου δεν θα νιώσεις σαν να θέλει να σε ταπεινώσει ο Θεός ή να σε εκθέσει ή να σε εξουθενώσει, όπως κάνουν καμιά φορά οι ισχυροί, που καταδέχονται μεν να βοηθήσουν τους αδυνάτους, αλλά με μια διάθεση και με ένα πνεύμα να εξουθενώσουν τον άλλο.
Ο Κύριος σαρκώνεται, τρόπον τινά, και πάσχει για τον καθένα, και όλο αυτό γίνεται για να σε σώσει, αλλά εσύ δεν καταλαβαίνεις τίποτε· δεν έχεις διάθεση να καταλάβεις. Μένεις εκεί, στο πώς τα ξέρεις εσύ, καθώς μέσα σου δεν βασιλεύει ο Χριστός, η χάρη του Θεού, εκείνο το ουράνιο πράγμα, που τα φωτίζει όλα και τα βλέπεις αλλιώς, αλλά βασιλεύει ο παλαιός άνθρωπος, βασιλεύει η πτώση· άγεσαι επομένως και φέρεσαι από όλη αυτή την κατάσταση και βογγάς, πάσχεις, υποφέρεις.
Να ταπεινωθείς και να πεις: «Κάτω από τον Θεό είμαι. Κάτω από την πρόνοια τού Θεού είμαι. Δεν μπορεί ο Θεός να μην τα έχει κάνει καλά. Δεν μπορεί ο Θεός να έχει χάσει τον έλεγχο και να έχει πελαγώσει. Φαίνεται πως χρειάζεται να με πονέσει. Φαίνεται πως χρειάζεται να ζοριστώ. Φαίνεται ότι χρειάζονται και τούτο κι εκείνο, όλα αυτά που μου συμβαίνουν». Αν πεις έτσι, όλα τα βλέπεις αλλιώς. Κάνε λίγη υπομονή, αλλά κάτω από την πρόνοια του Θεού, κάτω από αυτή την αίσθηση ότι είναι παρών ο Θεός, ότι βλέπει, ότι ξέρει, ότι είναι Θεός αγάπης και πως, ό,τι θα κάνει, θα το κάνει διότι εσύ δεν καταλαβαίνεις αλλιώς· δεν παίρνεις είδηση, αν δεν σε πονέσει παραπάνω. Όσο πιο γρήγορα επομένως ταπεινωθείς, όσο πιο γρήγορα παραδοθείς, όσο πιο γρήγορα πεις το «ναι», τόσο πιο γρήγορα θα έρθει όχι απλώς η λύση, όχι απλώς η τακτοποίηση, αλλά αυτός ο γλυκασμός ο ουράνιος.
Στενοχωρείται κανείς, σκέπτεται και διερωτάται: Τι έχουμε πάθει και σαν να μην αφήνουμε τον Θεό να συνεννοηθεί μαζί μας, σαν να μη θέλουμε να καταλάβουμε τον Θεό, σαν να μη θέλουμε να τον ακολουθήσουμε, να συμμορφωθούμε προς αυτά που κάνει, προς αυτά που δείχνει, και να μπούμε μέσα στο σχέδιό του και να περπατήσουμε τον δρόμο που μας ανοίγει;
Και έτσι, όχι απλώς είμαστε ταλαίπωροι και δυστυχισμένοι, όχι απλώς δεν είμαστε καλοί χριστιανοί, αλλά τελικά και κάποιοι κόποι μας ή κάποια έργα που κάνουμε, ενώ θα μπορούσαν να αποδώσουν πολύ περισσότερο και να μας ωφελήσουν πολύ περισσότερο, τελικά μένουν ανενεργά. Πας, έρχεσαι, χριστιανός και πάλι χριστιανός, κάνεις και τούτο κι εκείνο και το άλλο, και μόλις και μετά βίας θα αρπάξεις καμιά παρηγοριά, ανθρώπινη μάλλον παρά θεϊκή.
Πρέπει να έχεις το κουράγιο, αδελφέ μου, να αφήσεις τον Θεό δια της χάριτός του να προχωρήσει βαθιά μέσα στην ψυχή σου, για να γκρεμιστεί το οχυρό, να καταληφθεί το οχυρό, ώστε να γίνει το έργο του Θεού, το αληθινό έργο του Θεού. Να γίνει όχι κάτι που μπορεί να πιάσει η φαντασία σου ή που μπορείς εσύ απλώς να σκεφθείς, όσο καθαρό κι αν είναι το μυαλό σου, αλλά όλο αυτό που είναι όντως έργο της χάριτος του Θεού, που είναι κάτι ουράνιο· κάτι που όχι απλώς σε κάνει να πάρεις μια ιδέα τι εστι ουρανός, αλλά που θα σε κάνει να νιώθεις σαν να είσαι μέσα στον ουρανό και σαν να είναι μέσα σου ο ουρανός.
Από το βιβλίο: π. Συμεών Κραγιοπούλου, “Το μυστήριο του πόνου”, Πανόραμα Θεσσαλονίκης, Γ’ έκδοση 2010, σελ. 11.

Να πούμε το ναι στον Θεό όπως η Παναγία
Οι ημέρες που διανύουμε είναι αφιερωμένες στην Παναγία, γι’ αυτό γίνονται και οι Παρακλήσεις. Με τη νηστεία και με τις ακολουθίες των Παρακλήσεων ετοιμαζόμαστε για τη γιορτή της Παναγίας, αλλά συγχρόνως λέμε στην Παναγία όλα αυτά που έχουμαε να της πούμε. Και την τιμούμε και την υμνούμε και τη δοξάζουμε και την παρακαλούμε να μας βοηθήσει. Και τα μεν και τα δε. Όλα τα λέμε.
Θα ήθελα να πω ακόμη μια φορά ότι ο Θεός έκανε εμάς τους ανθρώπους όχι βέβαια για να ζούμε όπως ζούμε. Η ζωή έχει πάρει τώρα εντελώς άλλο δρόμαο, από εκείνον στον οποίο μας έβαλε ο Θεός. Γι’ αυτό οι άνθρωποι δεν μπορούν να ταιριάξουν τη ζωή τους με αυτό που θέλει ο Θεός και γι’ αυτό είναι συνέχεια εκτεθειμένοι. Μόνο οι άγιοι μπαίνουν στον δρόμο που ο Θεός όλους μας έβαλε και συντονίζουν τη ζωή τους με το θέλημα του Θεού. Οι άλλοι είμαστε αφύσικοι, όσο κι αν μας φαίνεται ότι ζούμε φυσιολογικά· είμαστε εκτός αληθείας, είμαστε στην πλάνη, είμαστε εκτός πραγματικότητος.
Μας έπλασε ο Θεός για να ζούμε όπως θέλει εκείνος, όμως οι άνθρωποι αμάρτησαν και ξέκοψαν τον εαυτό τους από τον Θεό. Και γι’ αυτό γίνονται όσα γίνονται. Το μεγάλο μυστήριο είναι ότι ο Θεός θέλει να σώσει τον άνθρωπο, αλλά να τον σώσει τιμώντας τον άνθρωπο και όχι καταργώντας τον. Ίσως αυτό το θέμα δεν το έχουμε ξεκαθαρίσει, δεν το έχουμε καταλάβει και τα μπερδεύουμε τα πράγματα. Αν ήταν απλώς να μας σώσει ο Θεός, μας σώζει και τέλειωσε. Δεν μπορεί ο Θεός να σώσει, δεν μπορεί ο Θεός να κάνει κάτι που θέλει; Γιατί τόσος παιδεμός; Θεός είναι· δεν μπορεί να μας σώσει; Να πούμε ότι δεν θέλει; Θέλει. Ο Θεός θέλει τη σωτηρία μας. «Θέλει πάντας ανθρώπους σωθήναι» (Α΄ Τιμ. 2:4), όμως δεν σώζεται ο άνθρωπος, εάν δεν δείξει στην πράξη ότι θέλει να σωθεί. Αλλιώς δεν σώζεται. Τελικά πάλι ο Θεός θα τον σώσει, αλλά πρέπει και ο άνθρωπος – αυτό είναι το μερτικό του ανθρώπου, αυτό είναι που πρέπει να κάνει – να δείξει στην πράξη ότι θέλει να σωθεί.
Ο Θεός θέλει πάρα πολύ τη σωτηρία του ανθρωπίνου γένους. Ο Θεός δεν κάνει λάθη, δεν πέφτει έξω και δεν έπλασε τυχαία τους ανθρώπους. Ο Θεός είναι Θεός και ό,τι κάνει το κάνει τέλεια. Επομένως ο Θεός κάνοντας τους ανθρώπους και γνωρίζοντας τι θα γίνει με αυτούς τους ανθρώπους, στους οποίους έδωσε ελευθερία, έχει και το σχέδιο της σωτηρίας. Είναι δυνατόν ποτέ ο Θεός να αφήσει να αποτύχει, ας πούμε, αυτό το οποίο θέλει, να αποτύχει το σχέδιό του; Ο Θεός δεν είναι δυνατόν ποτέ να κάνει κάτι τέτοιο. Οι άνθρωποι ή πέφτουν έξω ή δεν ενεργούν σωστά ή, ας πούμε, εκ των υστέρων βλέπουν ότι λάθος ξεκίνησαν, λάθος σκέφθηκαν, λάθος έκαναν τούτο ή εκείνο. Ο Θεός δεν κάνει λάθη.
Ο Θεός έπλασε τους ανθρώπους, για να είναι και οι άνθρωποι θεοί μαζί του, για να είναι ό,τι είναι και ο Θεός. Αυτό ο Θεός μπορεί να το κάνει, θέλει να το κάνει και είναι αυτό το οποίο ποθεί. Συγχρόνως όμως να εξακολουθήσει ο άνθρωπος να είναι άνθρωπος, δηλαδή ον το οποίο σκέπτεται, ον το οποίο έχει βούληση, ον το οποίο είναι ελεύθερο, ον το οποίο μπορεί να πει ναι, μπορεί να πει όχι. Μόνο έτσι ο άνθρωπος είναι λογικό ον, και μόνο έτσι μπορεί ο άνθρωπος να είναι θεός εν τω Θεώ, όταν δεν καταργείται η ελευθέρα βούλησή του.
Δημιουργεί ο Θεός τον άνθρωπο και θέλει να τον κάνει θεό. Από την πλευρά του Θεού έτσι είναι. Και όταν πέφτει ο άνθρωπος, ο Θεός πάλι θέλει να τον σώσει. Από την πλευρά του Θεού πάντοτε έτσι είναι. Δεν αλλάζει ο Θεός, όμως από την πλευρά του ανθρώπου χρειάζεται το ναι. Χωρίς το ναι το ανθρώπινο, δεν μπορεί να προχωρήσει ο Θεός. Με το ζόρι δεν μπορεί να σώσει ο Θεός, γιατί αυτό δεν είναι σωτηρία. Όχι ότι δεν μπορεί να το κάνει ο Θεός, όμως ο άνθρωπος δεν είναι άνθρωπος, αν δεν πει το ναι, αν τρόπον τινά οδηγείται στη σωτηρία με το ζόρι.
Έντιμα πράγματα. Όπως είμαστε σε άλλα πράγματα έντιμοι και ξέρουμε τι κάνουμε, πολύ περισσότερο να είμαστε έτσι στο θέμα της σωτηρίας. Ούτε δύσκολη είναι η σωτηρία ούτε ακατόρθωτη. Ούτε έχουν θέση όλα αυτά, ότι δεν γίνεται, δεν μπορούμε, είμαστε αδύνατοι, είμαστε μέσα στον κόσμο, και μας ξεγελάει ο κόσμος. Όλα αυτά είναι προφάσεις, όλα αυτά είναι καμώματα και δικαιολογίες. Αλλού είναι το κακό. Είναι στην πονηρά προαίρεση του ανθρώπου, είναι στο ότι δεν θέλει κανείς να απαρνηθεί τον εαυτό του, να προτιμήσει τον Θεό και να πει το ναι στον Θεό, όπως το είπε η Παναγία.
π. Συμεών Κραγιόπουλος
Από το βιβλίο: π. Συμεών Κραγιοπούλου, «Συνάξεις Δεκαπενταυγούστου», τόμος Α΄, Πανόραμα Θεσσαλονίκης 1998, σελ. 28.