Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, αυτός ο μεγάλος έλληνας, είναι από τους ελάχιστους που δεν μπορούν να αμφισβητηθούν από κανέναν. Είναι ο άνθρωπος που απελευθέρωσε την Ελλάδα, όχι με λόγια, όχι με θεωρίες, αλλά με έργο, αγώνα και θυσία. Κυρίως όμως με πίστη.
Στην κρίσιμη καμπή της εθνεγερσίας λοιπόν, όταν όλα έμοιαζαν χαμένα, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης προσέφυγε στην Παναγία, ζητώντας βοήθεια.
Η Παναγιά τον άκουσε. Και η φλόγα της επανάστασης ξαναφούντωσε στις ψυχές των ελλήνων.
Δείτε πώς περιγράφει ο ίδιος τα απομνημονεύματά του το θαύμα που βίωσε.
Με την ταπεινότητα ενός πραγματικού ήρωα, με την ορθολογική προσέγγιση ενός πραγματικού μαχητή:
«Έκατσα που εσκαπέτισαν με τα μπαϊράκια τους απεκατέβηκα κάτω. Ήταν μιά εκκλησία εις τον δρόμον, η Παναγία στο Χρυσοβίτσι, και το καθησιό μου ήτο όπου έκλαιγα την Ελλάς…Σίμωσα, έδεσα το άλογό μου σ’ ένα δένδρο, μπήκα μέσα και γονάτισα. Παναγία μου είπα από τα βάθη της καρδιάς μου και τα μάτια μου δάκρυσαν. Παναγία μου βοήθησε και τούτη τη φορά τους Έλληνες να ψυχωθούν.
Έκανα το Σταυρό μου, ασπάσθηκα την εικόνα της, βγήκα από το εκκλησάκι, πήδηξα στο… άλογό μου και έφυγα. Σε λίγο μπροστά μου ξεπετάγονταν οχτώ αρματωμένοι, ο εξάδελφός μου ο Αντώνης Κολοκοτρώνης και επτά ανήψια του. – Κανείς δεν είναι στην Πιάνα, μου είπε ο Αντώνης. Ούτε στην Αλωνίσταινα. Είναι φευγάτοι. -Ας μη είναι κανείς αποκρίθηκα. Ο τόπος σε λίγο θα γιομίση παλικάρια… Ο Θεός υπέγραψε την λευτεριά της Ελλάδος και δεν θα πάρει πίσω την υπογραφή του».
Πηγή: romfea.gr
Η αγάπη του Θεού είναι από τη φύση της θερμή. Και όταν πέσει σε κάποιον με υπερβολή, κάνει εκείνη την ψυχή εκστατική.
Γι’ αυτό και η καρδιά εκείνου που την αισθάνθηκε δεν μπορεί να τη δεχθεί μέσα του και να την αντέξει, αλλά ανάλογα με την ποιότητα της αγάπης που τον επισκίασε, φαίνεται απάνω του μια ασυνήθιστη αλλοίωση. Και αυτά είναι τα αισθητά σημεία αυτής της αλλοίωσης:
Το πρόσωπο του ανθρώπου γίνεται κόκκινο σαν τη φωτιά και χαρούμενο, και το σώμα του θερμαίνεται. Φεύγει απ’ αυτόν ο φόβος και η συστολή («αιδώς»), και γίνεται εκστατικός.
Και η δύναμη που συμμαζεύει το νου χάνεται, και έρχεται σε κατάσταση εξωλογική («έκφρων»). Το φοβερό θάνατο για χαρά τον περνάει και ποτέ του ο νους του δε σταματάει να βλέπει και να στοχάζεται τα ουράνια. Και χωρίς να βρίσκεται σωματικά στους ουρανούς, μιλάει σαν να είναι παρών εκεί, χωρίς βέβαια να τον βλέπει κανένας.
Χάνει τη φυσική γνώση και τη φυσική όραση και χάνει την αίσθηση της κίνησής του μέσα στον αισθητό χώρο. Γιατί και όταν κάνει κάτι, δεν το αισθάνεται καθόλου, αφού ο νους το είναι μετέωρος στη θεωρία των ουρανίων. Και η διάνοιά του φαίνεται να συνομιλεί με κάποιον άλλον.
Όσιος Ισαάκ ο Σύρος