Που ξέρω ν’ ανακαλύπτω τα κρυμμένα πετροράδικα στις κρυψώνες τους.
Που δε με νοιάζει να με θυμούνται.
Κ. Γ. Παπαδημητρακόπουλος
Εἶναι ἀλήθεια, καλοί μου φίλοι, ὅτι σήμερα ζοῦμε στὴν «κοινωνία τοῦ ἐγώ», ὅπως θὰ τὴν λέγαμε. Μὲ τὰ μέσα κοινωνικῆς δικτύωσης, σύμφωνα καὶ μὲ ὅσα ἔχουμε ἀναφέρει σὲ προηγούμενα κείμενά μας, νὰ τὴν ἐπιδεινώνουν κατὰ πολύ.
Ὅμως ὁ ἐγωισμὸς σαφῶς δὲν μᾶς συμφέρει. Εἶναι ἕνα μεγάλο θέμα αὐτὸ ποὺ θὰ τὸ ἐξετάσουμε ἰδιαίτερα κάποια στιγμή. Πρὸς τὸ παρὸν θὰ περιοριστοῦμε σὲ τοῦτο μόνο: Ὅτι ὁ ἐγωισμὸς μᾶς δημιουργεῖ ἀκόμη καὶ μοναξιά. Τὴν κακὴ μοναξιὰ βέβαια!
* * *
Καὶ τοῦτο γιατί εἶναι ὁ τρόπος, γιὰ νὰ διώχνουμε τοὺς ἄλλους ἀπὸ κοντά μας. Εἶναι τὸ τεῖχος ποὺ κτίζουμε ἀνάμεσα σέ μᾶς καὶ στοὺς ἄλλους. Ἐπικοινωνοῦμε μόνο ἀπὸ συμφέρον! Συνάπτουμε φιλίες πάντοτε συμφεροντολογικές! Δείχνουμε εὐγενικοί, ἐπειδὴ ἀποβλέπουμε στὸ κέρδος!
Βλέπετε συμβαίνει αὐτὸ ποὺ ἔλεγε ὁ Ἅγιος Ἀμφιλόχιος τῆς Πάτμου: «Ὅπου ἐγωϊσμὸς ἐκεῖ πνεῦμα Θεοῦ δὲν ὑπάρχει». Καὶ τί εἶναι ἡ κακὴ μοναξιά; Αὐτὸ ἀκριβῶς τὸ κενὸ τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ.
Ἔλεγε ὁ ἁγιασμένος γέροντας π. Μᾶρκος Μανώλης: «Ἂν ὁ Θεὸς δὲν εἶναι “Κύριος καὶ Δεσπότης τῆς ζωῆς μου”, τότε τὸ ἐγώ μου γίνεται ὁ κύριος καὶ δεσπότης, τὸ κέντρον τοῦ κόσμου».
Δηλαδὴ ἡ μοναξιὰ προέρχεται μέσα ἀπ’ αὐτὴ τὴν ἀντιστροφὴ τῶν πραγμάτων, ὅπου στὴ θέση τοῦ Θεοῦ μπαίνει τὸ «ἐγώ»!
Καὶ συνεχίζει μὲ τὰ ἑξῆς ὁ π. Μᾶρκος: «Ὁ Φαρισαῖος ἐμφανίζει τὸν ἑαυτόν του ὡς μὴ ἔχοντα ἀνάγκη τοῦ Θεοῦ. Ἀντιθέτως ὁ τελώνης ἐξαρτᾶ τὸν ἑαυτόν του καὶ τὸ πᾶν ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ βαθειὰ συναίσθηση ὅτι καὶ τοῦτο πολὺ εἶναι γι’ αὐτόν. Τὸ κέντρον τοῦ κόσμου γιὰ τὸν Φαρισαῖο εἶναι τὸ ἐγώ του, γύρω δὲ αὐτοῦ στρέφονται καὶ δι’ αὐτὸ ὑπάρχουν Θεὸς καὶ κόσμος. Γιὰ τὸν Τελώνη τὸ κέντρο εἶναι ὁ Θεός, ὁ ἑαυτός του δὲ τοποθετεῖται στὰ πλέον τιποτένια γύρω ἀπὸ τὸν Θεὸν πράγματα».
Θὰ τὸ κατανοήσουμε αὐτὸ καλύτερα καὶ ἀπὸ τοῦτο ποὺ πολὺ ὀρθὰ ἐλέχθη: «Ὁ ἐγωιστὴς θέλει νὰ εἶναι πάντοτε στὸ κέντρο, οἱ δὲ ἄλλοι νὰ στρέφονται γύρω του καὶ νὰ ὑμνολογοῦν τὸ ἐγώ του. Μία εἶναι ἡ θεότητα. Αὐτός! Ἕνας ὁ σκοπός του. Αὐτός! Ὅλοι οἱ ἄλλοι εἶναι σὲ δεύτερη μοῖρα. Ἂν ἀνεβεῖ ψηλά, πληγὴ καταντᾶ. Ὁ ἐγωιστὴς μοιάζει μὲ τὴ συκιά. Τίποτε δὲν φυτρώνει κάτω ἀπ’ τὸν ἴσκιο της. Κι ἂν κάτι φυτρώσει, εἶναι φιδόχορτο!».
Νά, λοιπόν, ἡ λεωφόρος ποὺ ὁδηγεῖ στὴ μοναξιά. Ἔλεγε ὁ Ντιντερώ: «Μόνο ὁ ἐγωιστὴς ζεῖ μόνος του»!
* * *
Ἔπειτα ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος μὲ τίποτα δὲν ἐνδιαφέρεται γιὰ τοὺς ἄλλους. Σαφῶς δὲν εἶναι διατεθειμένος νὰ χαλάσει τὴν ἡσυχία του καὶ νὰ ἀπομακρυνθεῖ ἀπ’ τὶς «δουλειὲς» του προκειμένου νὰ συμπαρασταθεῖ σ’ ἐκεῖνον ποὺ ἔχει ἀνάγκη. Τὰ «προβλήματά» του, ἡ «καριέρα» του, ἡ «καταξίωσή» του – ὅλα τους ἐκφράσεις τοῦ ἐγωϊσμοῦ του – δὲν τοῦ ἀφήνουν περιθώρια διαπροσωπικῶν σχέσεων.
Στὸ ἐρώτημα «πῶς ἐκφράζεται αὐτὸς ὁ δεσπότης (δηλ. ὁ ἐγωϊστής);», ὁ π. Μᾶρκος ἀπαντᾶ ὡς ἑξῆς: «Πολλάκις δὲν ἐκφράζεται μὲ διαταγές, ἀλλὰ καὶ μὲ ἀδιαφορία, περιφρόνηση, ἔλλειψη ἐνδιαφέροντος, φροντίδας, σεβασμοῦ στοὺς ἄλλους». Δηλαδὴ μὲ ὅλα ἐκεῖνα ποὺ ὁδηγοῦν μὲ μαθηματικὴ ἀκρίβεια στὴ μοναξιά!
Ἀποδεικνύεται ἔτσι ὅτι, ὅποιος παύσει νὰ ἀγαπᾶ τὸν Θεό, τελικὰ παύει νὰ ἀγαπᾶ καὶ τὸν συνάνθρωπο. Καὶ πῶς αὐτὸ εἶναι δυνατὸ νὰ μὴ ἔχει ἐπιπτώσεις;
* * *
Προσέξτε κι αὐτό! Ὅταν προβάλλουμε τὸν ἑαυτό μας καὶ μόνον αὐτόν, συμβαίνει νὰ κατακρίνουμε τοὺς ἄλλους ἀκόμη δὲ καὶ τὸν συνομιλητή μας, τὸν σύντροφό μας, τὸν φίλο μας! Τοῦτο εἰδικὰ τὸ τελευταῖο θυμίζει τὸ ἀνέκδοτο, ὅπου ἕνας τέτοιος ἐγωϊστὴς ἔλεγε στὸ φίλο του: «Τόσην ὥρα μιλᾶμε συνεχῶς γιὰ μένα. Ἂς ποῦμε τώρα κάτι καὶ γιὰ σένα. Ἀλήθεια, πές μου πῶς σὲ νίκησα σ’ ἐκεῖνο τὸ παιχνίδι;»!!!
Λοιπόν, μὴ περιμένουμε νὰ μᾶς ἀκούσει ἕνας ἐγωιστής. Γιατί αὐτὸ ποὺ κάνει εἶναι νὰ μιλάει συνέχεια γιὰ τὸν ἑαυτό του καὶ τὶς «ἐπιτυχίες» του, ὅταν οἱ ἄλλοι, καὶ βέβαια οἱ φίλοι του, ἐκεῖνο ποὺ ἐπιθυμοῦν εἶναι νὰ μιλήσουν γιὰ τὸν ἑαυτό τους καὶ νὰ τὸν βροῦν συμπαραστάτη στὰ προβλήματά τους.
Σαφῶς ὁ ἐγωισμὸς δὲν βοηθᾶ στὴ δημιουργία στενῶν σχέσεων, ἀντίθετα δέ, διαλύει κάθε ἐλπίδα μίας εἰλικρινοῦς φιλίας. Εἶναι σοφὸ αὐτὸ ποὺ ἐλέχθη: «Ὁ ἐγωισμὸς εἶναι τὸ δηλητήριο τῆς φιλίας» (Μπαλζάκ).
Ὑπέροχη εἶναι καὶ τούτη ἡ διαπίστωση: «Οἱ ἐγωιστὲς δὲν γίνονται ποτὲ δότες ἀγάπης. Ἔχουν ρέζους… ἀτομικό»!!!
Ἑπόμενο εἶναι, ὅταν συμπεριφερόμαστε ἔτσι, νὰ διώχνουμε τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ γύρω μας, ἀκόμη καὶ αὐτοὺς ποὺ μᾶς ἀγαπᾶνε, κι ἔτσι νὰ μένουμε τραγικὰ μόνοι! Ἔλεγε ὁ Πασκὰλ ὅτι «ὅποιος ἀγαπᾶ μόνο τὸν ἑαυτό του, δὲν κατορθώνει στὸ τέλος τίποτ’ ἄλλο ἀπ’ τὸ νὰ μένει ἐντελῶς μόνος»!
* * *
Δυστυχῶς τὸ «ἐγώ» μας ἀπογειώθηκε πολὺ πάνω ἀπ’ τὸ «ἐμεῖς». Ἔτσι δὲν πρόκειται νὰ ἀντιληφθοῦμε ὅτι οἱ συνάνθρωποί μας εἶναι μέρος τοῦ ἑαυτοῦ μας. Πόσο ὡραῖος θὰ ἦταν πράγματι ὁ κόσμος καὶ περισσότερο ἐμεῖς οἱ ἴδιοι, ἂν εἴχαμε ἀνεπτυγμένο τὸ «ἐμεῖς» καὶ ἐλαχιστοποιημένο ὅσο γίνεται τὸ «ἐγώ» μας!
Ἔλεγε πολὺ ὡραῖα ὁ Ἅγιος Παΐσιος: «Δὲν πᾶμε καλά, γιατί κλείνουμε γραμματικὰ λάθος, τὸ ρῆμα “ἐγώ”! Ἐμεῖς τὸ κλείνουμε, ἐγὼ – ἐσὺ – αὐτός, ἐνῷ τὸ σωστὸ εἶναι: Αὐτὸς – ἐσὺ – ἐγώ!».
* * *
Τί νὰ πεῖ κανεὶς καὶ γιὰ τὶς ἰδιορρυθμίες, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὶς περίεργες ἀπαιτήσεις ἢ καὶ ἀντιλήψεις ἑνὸς ἐγωιστῆ; Ἀναφερόμενος κάποιος συγγραφέας σ’ αὐτὴ τὴν ἀπαράδεκτη κατάστασή του, ἔγραψε: «Μόνον ὁ κακὸς ζεῖ μόνος του!».
Γράφει ὁ καθηγητὴς Ἰω. Κορναράκης: «Ὁ ἔντονα ἐγωκεντρικὸς ἄνθρωπος κι ἂν ἀκόμα δὲν ἔχει ἐξωτερικὰ προσόντα γιὰ μία ἐπίσημη εἴσοδο στὸ ψυχιατρεῖο, ἔχει ὁπωσδήποτε πολλὲς ἀρετὲς σχιζοφρενικοῦ ἀτόμου. Καθὼς προβάλλει στὸ χῶρο τῆς ὑπάρξεως τὶς ἐσωτερικές του διασπάσεις σὰν ἀπόλυτους τρόπους συμπεριφορᾶς, ἀδυνατεῖ νὰ συναντηθεῖ μὲ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους. Ἡ ἀδυναμία του αὐτὴ προκαλεῖ ἕνα αἴσθημα μοναξιᾶς καὶ μία ἐντύπωση ἀδικίας ποὺ διαπράττουν οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι εἰς βάρος του. “Δὲν τὸν καταλαβαίνουν”, “Δὲν ἐκτιμοῦν τὶς δικές του θυσίες”! Καὶ τότε διασπᾶται ἀπὸ αὐτούς. Κλείνεται στὸν ἑαυτό του, στὰ προβλήματά του, στὴ μοναξιά του. Αὐτὴ ἡ στάση ζωῆς εἶναι μία ποιότητα σχιζοφρενικῆς ἀντίδρασης».
* * *
Ἂς προσέξουμε καὶ τοῦτο τὸν ὑπέροχο λόγο τοῦ Ἁγ. Ἰω. Χρυσοστόμου: «Τίποτα δὲν ὁδηγεῖ τόσο πολὺ στὴν ἔπαρση καὶ δὲν ἀποχωρίζει τὸν ἄνθρωπο ἀπὸ τοὺς ἄλλους, ὅσο τὸ νὰ νομίζει ὅτι εἶναι αὐτάρκης καὶ δὲν ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ κανένα!… Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος καὶ θὰ στερήσει τὸν ἑαυτό του ἀπὸ κάθε βοήθεια καὶ στὰ σφάλματά του κανεὶς δὲν θὰ βρεθεῖ οὔτε νὰ τὸν διορθώσει οὔτε νὰ τὸν συγχωρέσει καὶ τὸν Θεὸ θὰ ἐξοργίσει μὲ τὴν ἀλαζονεία του καὶ πολλὰ ἁμαρτήματα θὰ κάνει».
Ναί, θὰ κάνει! Γιατί ἐν τέλει στὸν ἐγωισμὸ βρίσκεται ἡ ρίζα κάθε ἁμαρτίας. Καὶ γιὰ τοῦτο καὶ τῆς μοναξιᾶς!
* * *
Τελικὰ μήπως ἐμεῖς οἱ ἴδιοι δημιουργοῦμε τὴ δική μας ἀπομόνωση καὶ τὸ θερμοκήπιο τῆς μοναξιᾶς μας; Μήπως ἐμεῖς οἱ ἴδιοι ἀδικοῦμε τὸν ἴδιο μας τὸν ἑαυτὸ μὲ τὶς λανθασμένες ἐπιλογὲς καὶ ἀντιλήψεις μας; Μὴ κατηγοροῦμε, λοιπόν, τοὺς ἄλλους γιὰ «τὸ κακὸ ποὺ μᾶς βρῆκε», οὔτε δὲ καὶ τὸν Θεό, ἀλλὰ τὸν ἑαυτό μας καὶ μόνο. Ἂν δὲν τὸ κάνουμε αὐτό, τότε δὲν ὑπάρχει περίπτωση νὰ λύσουμε τὸ πρόβλημα καὶ θὰ ἀποδεικνύουμε μὲ τὸν πιὸ περίτρανο τρόπο τόν… ἐγωισμό μας!
(Πηγή: orthodoxostypos.gr)
Ήταν Παρασκευή πρωί και στο ιατρείο του νοσοκομείου δεν είχε και πολύ δουλειά. Είχα τελειώσει τις πρωινές παραγγελίες θεραπειών και είχα κενό. Χτύπησε το τηλέφωνό μου. Ήταν ο αδελφός μου που εκείνη την εποχή ήταν με τους γονείς μου στο νησί.
«Να σου πω, ο μπαμπάς δε μιλάει και πολύ καλά, σαν να είναι μεθυσμένος αλλά δεν έχει πιει». «Δώσε μου τον» του απάντησα. Ο πατέρας μου, 73 χρονών με ιστορικό χειρουργηθείσας καρδιοπάθειας-διπλό bypass, μεταλλική βαλβίδα και χειρουργείου στις καρωτίδες, υπό αγωγή που ευλαβικά ακολουθεί σύμφωνα με τη συνεννόηση που κάνουμε μεταξύ μας. Μου τον έδωσε… όντως ο πατέρας μου μίλαγε σαν μεθυσμένος, σαν να μασούσε τα λόγια του. Ξαναζήτησα τον αδελφό μου: »περιπατάει κανονικά; χαμογελάει κανονικά; έχει δύναμη σε χέρια και σε πόδια?» »όλα καλά αλλά δε μιλάει καλά». «Τον φορτώνεις τώρα στο αυτοκίνητο και τον πας νοσοκομείο».
Κλείνω τη γραμμή και με τη μια παίρνω τον παλιό μου διευθυντή στην παθολογική και στην καρδιολογική. «Σας έρχεται ο πατέρας μου με δυσλεξία πρόσφατης έναρξης με το γνωστό του ιστορικό«. Ξαναπαίρνω τον αδελφό μου, «μόλις ξεκινήσαμε, σε 15 λεπτά θα είμαστε εκεί». «Σας περιμένουν, δε περιμένεις στα επείγοντα, πας σφαίρα στην κλινική μέσα, οκ; » «οκ».
Χίλιοι λογισμοί, χιλιάδες τρομακτικές σκέψεις. Δε χρειάζεται καν να είσαι γιατρός για να έρθει η λέξη «εγκεφαλικό» στο μυαλό παρέα με σκέψεις για μη αναστρέψιμες βλάβες κλπ κλπ. Τους ξαναπήρα. Είχαν ξεκινήσει. Η ομιλία του πατέρα μου αμετάβλητη.
Χρειάζομαι βοήθεια. Άμεση βοήθεια! Ναι αλλά από ποιον;; Μια σκέψη μου πέρασε απ το μυαλό…. Απ τη Γοργοεπήκοο !!!!! Η ίδια έχει πει ότι ταχύτατα έρχεται σε βοήθεια αυτών που της το ζητιάνε. Βρήκα την εικόνα της, άνοιξα και τους χαιρετισμούς και ξεκίνησα να τους διαβάζω. Αρκετές φόρες μου άρεσε να το κάνω στη δουλειά όταν είχα χρόνο.
Έφτασα στο Τ με δυσκολία λόγω της στενοχώριας μου. Διαβάζοντας το «και πάντων των εις σε προστρεχόντων» κούνησα το δάχτυλο μου σαν να ήθελα να πω στην Παναγία «θυμήσου τι υποσχέθηκες» ! Αστραπιαία σκέφτηκα «τι κάνεις τώρα; σε ποια κουνάς το δάχτυλο σου; εσύ θα πεις στην Παναγία τι να κάνει;» και ξέσπασα σε κλάματα, μια για τον πατέρα μου, μια για το δάχτυλο μου….
Μέσα σε πραγματικό κλάμα τέλειωσα τους χαιρετισμούς. «Σε παρακαλώ Παναγία μου, εσύ είδες Τον Υιό σου στον Σταυρό. Ξέρεις τι είναι ο πόνος για δικό σου. Για τον πατέρα μου σε παρακαλώ. Ξέρεις πόσο αγαπάει ο δικός σου Υιός τον Πατέρα Του. Δεν συγκρίνεται αυτή η αγάπη αλλά λογίσου το και βοήθα με».
Αμέσως σκέφτηκα να της τάξω κάτι, όχι γιατί η Παναγία αγοράζεται ή θέλει δωράκια αλλά έτσι, από καρδίας. Σκέφτηκα ένα δυο πράγματα αλλά κανένα δε θα μου έλλειπε. Κανένα δε θα με στενοχωρούσε να το δώσω. Έπεσε και το βλέμμα μου σε κάτι που είχα πάνω μου και αντιλήφτηκα ότι ο λογισμός μου δεν ήθελε να το κοιτάω. Το ξανακοίταξα και πάλι ο λογισμός μου έλεγε ότι θα ήταν κρίμα. Αυτό έπρεπε να της πάω! Θα μου έλλειπε και μάλιστα πολύ. Το έβγαλα, το έβαλα μπροστά της και της είπα ότι ξέρω ότι δε θέλει δώρα αλλά απ΄την καρδιά μου μέσα, χαλάλι σαν ανάμνηση της αγάπης Της. Και δε χρειαζόταν να με ακούσει, θα της το πήγαινα όπως και να χει. Απλά χρειαζόμουν βοήθεια.
15 λεπτά είχαν περάσει απο την ώρα που ξεκίνησε ο αδελφός μου με τον πατέρα μου για το νοσοκομείο, 7 λεπτά από τότε που μιλήσαμε για τελευταία φορά. Αυτή τη φορά δε πήρα εγώ, με πήρε εκείνος. «Έλα, βόλτα ήθελε ο πατέρας σου, μια χαρά είναι» «Δώστον μου!! «
Η κανονική, χωρίς πρόβλημα φωνή του πατέρα μου!
Τώρα δεν ήξερα πια για τι να πρωτοκλάψω! Η σκέψη και μόνο ότι η Παναγία είχε ακούσει τι της ζήταγα και μου έκανε το χατίρι με ανατριχιάζει ακόμα.
Όντας γιατρός δεν είμαι καθόλου μα καθόλου ευκολόπιστος σ΄αυτά τα θέματα, ειδικά στην ειδικότητά μου. Και ξέρω ότι υπάρχουν πχ. παροδικά ισχαιμικά που διαρκούν κάποια ώρα και μπορούν να λυθούν από μόνα τους, σύμφωνα με το panagiamegalohari.
Τρεις μέρες μετά, μια κυρία στην κλινική παρουσίασε ακριβώς τα ίδια συμπτώματα. Πέθανε ακαριαία χωρίς να μπορούμε να κάνουμε τίποτα μετά από 2 ώρες…
Κατά βάθος το ξέρουμε – το αναγνωρίζουμε τις σπάνιες εκείνες μέρες που δεν έχουμε απολύτως τίποτα να κάνουμε. Που απλά ξαπλώνουμε στα βότσαλα και τα χαϊδεύουμε με τα δάχτυλά μας ή που στεκόμαστε πίσω από το παγωμένο τζάμι, πίνοντας ένα ζεστό τσάι και κοιτάζοντας τα φωτάκια στο απέναντι μπαλκόνι.
Το νιώθουμε, τότε, πραγματικά, πως το πραγματικό μυστικό της ευτυχίας, βρίσκεται στο γνήσιο ενδιαφέρον που δείχνουμε στις λεπτομέρειες της καθημερινότητας. Στο πώς μυρίζει το κεφάλι του παιδιού μας και στους σκληρούς κόμπους στα δάχτυλα του συντρόφου μας…
Το παρακάτω ποίημα του Οδυσσέα Ελύτη το περιγράφει με τον καλύτερο τρόπο – και πραγματικά αυτές τις μέρες που αποχαιρετούμε τον παλιό χρόνο και υποδεχόμαστε τον καινούριο, έχει περισσότερο νόημα από ποτέ να το διαβάσουμε…
Mπορώ να γίνω ευτυχισμένος με τα πιο απλά πράγματα
και με τα πιο μικρά..