Ονομαστήρια Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών & πάσης Ελλάδος κ.κ. Ιερωνύμου Β΄
Related Posts

Η ταπείνωση που δοξάζεται
Το πρόσωπο της Παναγίας μας είναι ανάσα για την καρδιά και την σκέψη μας. Δεν είναι μόνο η εικόνα και η εμπειρία της Μάνας που προσεύχεται για όλους μας, μας αγκαλιάζει, μας νοιάζεται, μας παρηγορεί.
Είναι και το υπόδειγμα της ταπείνωσης που δοξάζεται. « Επέβλεψεν επί την ταπείνωσιν της δούλης αυτού ο Κύριος, ιδού γαρ από του νυν μακαριούσι με πάσαι αι γενεαί» αναφωνεί η ίδια στην επίσκεψή της στην Ελισάβετ. Η ταπείνωση της Παναγίας δεν είχε να κάνει μόνο με την συναίσθηση ότι ένας άνθρωπος, για να κυοφορήσει τον Θεό, καλείται να υποταχτεί στο αδιανόητο. Έχει να κάνει και με τις δοκιμασίες της ζωής της.
Το ότι στερήθηκε τους γονείς της από την ηλικία των τριών ετών, με δική τους απόφαση. Αυτό σήμερα θα αποτελούσε έγκλημα με συνέπειες τόσο για τους γονείς όσο και για το παιδί, καθότι η νοοτροπία της κοινωνίας μας δεν μπορεί να νιώσει την θυσία και την παραίτηση χάριν της σχέσεως με τον Θεό, αλλά θεωρεί τα παιδιά ότι ανήκουν στους γονείς και τον κόσμο και όχι πρωτίστως στον Θεό. Ένα παιδί στην θέση της θα ένιωθε εγκαταλελειμμένο και τραυματισμένο. Κι αυτό διότι δεν μπορούμε να νιώσουμε την αγάπη του θαύματος του Θεού, της δικής Του παρουσίας, αλλά ερμηνεύουμε με τα δικά μας, ψυχολογικά κριτήρια την ηλικιακή και κοινωνική ανάπτυξη του ανθρώπου.
Το ότι στερήθηκε την παιδικότητα της εξόδου, του παιχνιδιού, της έγνοιας για το ντύσιμο, για τα δικά της πράγματα, ακόμη και για την επιβίωσή της, καθώς τρεφόταν, όπως η παράδοση της πίστης μας αναφέρει, από τον αγγελοσταλμένο άρτο, είναι δείγματα απόλυτης ταπείνωσης, που οδηγεί στην δυστυχία κατά την δική μας θέαση. Τα δικαιώματά μου λέμε. Τα δικαιώματα των παιδιών. «Τα δικαιώματά σου δίδαξόν με, Κύριε», λέει η πίστη.
Μια άλλη χαρά, αυτή της σχέσης με τον Θεό, δεν αφήνει την στέρηση του χρόνου και των δικαιωμάτων και των δραστηριοτήτων και των όσων είναι κατά άνθρωπον προϋποθέσεις για ευτυχία να υπονομεύουν τα ζητούμενα.
Το ότι στερήθηκε ακόμη και την χαρά της συζυγίας, της ηδονής που η κλειστή αγάπη άνδρα και γυναίκας φέρει και αντί αυτής κινδύνευσε να απολυθεί από τον Ιωσήφ και να διαπομπευθεί, χάριν της κυοφορίας ενός παιδιού που ήξερε εξ αρχής ότι θα ήταν δικό της, αλλά και θα ανήκε σε όλο τον κόσμο, μπορεί να ταπείνωσε την απόλυτη για τους ανθρώπους αξία της μητρότητας, αλλά έδειξε ότι η αγάπη είναι δρόμος ανοίγματος στους πάντες και ότι μέσα από την σμίκρυνση του ταπεινού, γεύονται όλοι την ευκαιρία να τους δωρισθεί ο Θεός!
Τέλος, η επίγνωση της προφητείας ότι ο Μεσσίας θα γευόταν την αχαριστία και τον θάνατο, της στέρησε ακόμη και το ελάχιστο της ανθρώπινης περηφάνειας για τον γόνο της. Μας είναι επώδυνο να φανταστούμε ότι η σχέση μας με τα παιδιά μας μπορεί να μην έχει την πορεία που θα θέλαμε. Όμως αυτή είναι η ευλογία της ελευθερίας!
Η Παναγία υπήρξε θνητή. Γεύτηκε στην ύπαρξή της το τέλος που περιμένει τον καθέναν μας. Έχοντας όμως ήδη γίνει αθάνατη πνευματικά, έλαβε ως δωρεά, διά της μεταστάσεως, και την σωματική αθανασία. Την μακαρίζουμε, μαθαίνουμε από την ταπείνωσή της και την παρακαλούμε να μας βοηθά να αντέχουμε τις δικές μας ταπεινώσεις. Χρόνια Πολλά!
Πρωτοπρεσβύτερος Θεμιστοκλής Μουρτζανός, Δρ. Θεολογίας

Η διαχείριση των συναισθημάτων μας
Μπροστά σε μικρότερες ή μεγαλύτερες κρίσεις στην ζωή μας διαπιστώνουμε την ικανότητά μας ή μη ως προς την διαχείριση των συναισθημάτων μας. Στους καιρούς μας τα συναισθήματα δεν έχουν πάντοτε έναν σαφή προσδιορισμό. Δεν είναι βέβαιο ότι μπορούμε να διαχωρίσουμε εντός μας την χαρά από την ευχαρίστηση, την λύπη από την απελπισία, τον θυμό από την απογοήτευση, τον έρωτα που αγκαλιάζει όλο τον άνθρωπο, από την σεξουαλική επιθυμία που, συχνά, μάς περιορίζει στο σαρκικό μας μέρος.
Παράλληλα, δεν συνειδητοποιούμε την «συγκινησιακή πειρατεία» (όρος του Goleman), που μας κάνει να χάνουμε τον έλεγχο του εαυτού μας, να γινόμαστε αιχμάλωτοι των παθών μας, έστω και για σύντομο χρονικό διάστημα, με αποτέλεσμα να πορευόμαστε αυτοκαταστροφικά. Διότι την στιγμή που έχουμε νικηθεί από τα συναισθήματά μας, ο νους μας δεν λειτουργεί, δεν βλέπουμε τις συνέπειες των πράξεών μας, κάνουμε πράγματα που γρήγορα θα μετανιώσουμε, κάποτε όμως έχουμε πληγώσει τους άλλους και, κατ’ επέκτασιν, και τον εαυτό μας σε βαθμό που δύσκολα διορθώνεται. Από την άλλη, υπάρχουν χαρακτήρες οι οποίοι λειτουργούν στα όρια του ανέραστου, του ψυχρού, του αδιάφορου, του ασυγκίνητου και οι οποίοι δεν μπορούν να έχουν καμία ενσυναίσθηση. Πώς να μπεις στην θέση του άλλου, όταν δεν λειτουργεί η δική σου συναισθηματική νοημοσύνη;
Οι άνθρωποι πλαστήκαμε να έχουμε συναισθήματα. Είναι χαρακτηριστική η πλατωνική αναφορά στον ηνίοχο, τον «ηγεμόνα νου» δηλαδή, ο οποίος καλείται να ελέγξει τόσο το συναίσθημα όσο και τις επιθυμίες που γίνονται πάθη, να γεννήσει δηλαδή «μέτρον άριστον» στην ύπαρξή μας, σ’ αυτό που είναι η ψυχή μας. Επομένως, ο άνθρωπος μπορεί να εκπαιδευτεί, ώστε να λειτουργεί ισορροπημένα.
Χρειάζεται όμως να υπάρχουν δύο παράγοντες σπουδαίοι: ο πρώτος είναι το αξιακό περιβάλλον, το οποίο να βοηθήσει τον άνθρωπο να διαχωρίσει τι είναι σωστό και τι όχι, σε συνάρτηση με την συνείδηση, την «φωνή του Θεού» εντός μας. Δεν είναι μόνο θέμα ηθικής ο διαχωρισμός του σωστού και του λανθασμένου.
Είναι και θέμα διαχείρισης των συναισθημάτων μας. Κανένα συναίσθημα αφ’ εαυτού του δεν είναι κακό. Η διαχείρισή τους όμως από τον άνθρωπο τα καθιστά γόνιμα ή καταστροφικά. Ο δεύτερος παράγοντας έχει να κάνει με τον τρόπο που ο άνθρωπος βλέπει τον εαυτό του στα πλαίσια της κοινότητας. Αν τον νοιάζει η κοινότητα, αν θέλει να διακριθεί σ’ αυτήν σύμφωνα με τους όρους της, αν θέλει να χαράξουν νέους όρους, δηλαδή να λειτουργήσει ηγετικά, αν δεν τον ενδιαφέρει καθόλου η κοινότητα αλλά μόνο ο εαυτός του, αν τον ενδιαφέρει να εκδικηθεί την κοινότητα διότι δεν είναι όπως την θέλει. Όλα αυτά οδηγούν είτε στην καλή διαχείριση των συναισθημάτων, που κάνουν τον άνθρωπο να αντέχει, ή στην αρνητική τους, που τον οδηγούν στην κατάποση από αυτά και σε μια δύσκολα προβλέψιμη πορεία.
Η πίστη στον Θεό είναι από μόνη της αξιακό περιβάλλον, όπως επίσης και εμπεριέχει την κοινοτική-εκκλησιαστική διάσταση. Προϋποθέτει όμως την συμμετοχή του ανθρώπου, σε μία εποχή στην οποία η νέα ηθική απολυτοποιεί τις επιθυμίες, το δικαίωμα, την απαίτηση ο κόσμος να είναι όπως το «εγώ» ζητά, χωρίς αυτό να υφίσταται καμία συνέπεια αν η ηθική του δεν είναι σύμφωνη με το καθορισμένο. Έτσι, κάθε συναίσθημα έχει δικαιολογία, ενώ η αδυναμία διαχείρισής του επιτρέπεται μόνο όταν δεν θίγει την politically correct νοοτροπία. Πώς όμως να γίνουμε καλύτεροι, πώς να αντέξουμε τις δοκιμασίες, πώς να ελπίσουμε; Χρειάζεται αναπροσανατολισμός.
Πρωτοπρεσβύτερος Θεμιστοκλής Μουρτζανός,
Δρ. Θεολογίας
Πηγή: themistoklismourtzanos.blogspot.com