Related Posts

Παντρεύεσαι; Σκότωσε τον Εγωισμό σου! Αγαπάς; Διορθώσου!
Tι σημαίνει ένα διαζύγιο; Την ανικανότητά μας να αγαπήσουμε. Αυτό βασικά σημαίνει. Όλα τα υπόλοιπα είναι οι δικαιολογίες μας. Την αποτυχία να αγαπηθούμε.
Τη λαθεμένη αντίληψη που είχαμε για τον γάμο. Ο γάμος δεν είναι βίος ανθόσπαρτος.
Μελετήστε με προσοχή την ακολουθία του Μυστηρίου [ενν. του γάμου]. Υπάρχει και μεταφρασμένη. Εκεί μέσα λοιπόν υπάρχουν όλα τα στοιχεία και όλες οι προϋποθέσεις που αν τις ζήσεις φθάνεις στην πληρότητα της σχέσης σου.
Η Εκκλησία από την αρχή μας δείχνει τον δρόμο: «Ευλογημένη η Βασιλεία του Πατρός.». Κι εκείνη τη στιγμή με το Ευαγγέλιο κάνει ο ιερέας το σημείου του Σταυρού. Τι σημαίνει αυτό; Τρία πράγματα βασικά.
Ξέρετε, παιδιά μου, για πού ξεκινάτε; Δεν ξεκινάτε για το άγνωστο με βάρκα την ελπίδα. Ξεκινάτε για τη Βασιλεία του Θεού. Αυτή είναι η πορεία του γάμου.
Ποιος θα είναι ο οδηγός σας σ’ αυτήν την πορεία;
Το Άγιο Ευαγγέλιο.
Ποια είναι η πορεία σας; Η Σταυρική!
Λέω στα ζευγάρια που παντρεύω: «Αν το καταλάβατε, παιδιά μου, σήμερα πρέπει να πεθάνετε, πρέπει να πεθάνει ο εγωισμός σας. Ξεκινήσατε καθένας από το σπίτι του και ήρθατε εδώ και τώρα φεύγετε από εδώ μαζί σε ένα καινούργιο σπίτι. Πολύ ωραία.
Τι σημαίνουν όλα αυτά; Ο κάθε ένας πρέπει να φύγει από τον εαυτό του πια. Από αυτό που ήταν μέχρι τώρα. Κι εδώ η Χάρις του Θεού σάς ένωσε.»
Βλέπετε κάποια στιγμή ενώνουμε τα χέρια και τους λέω: «Έχετε δει δύο κλειδιά περασμένα σε κρίκο; Όπου και να ‘ναι, θα είναι μαζί.
Στην τσέπη μας ευρίσκονται ή μας πέσαν στον δρόμο ή τα πετάξαμε στη θάλασσα, θα είναι πάντα μαζί γιατί τα ενώνει ένας κρίκος. Αν όμως βγουν από τον κρίκο είναι ζήτημα τύχης, αν θα μείνουν και τα δύο κοντά και μαζί.
Ποιος είναι ο κρίκος; Η χάρη του Θεού. Βάλτε τα χέρια σας, βάλτε τις καρδιές σας και οι δυο σας στο χέρι του Θεού.
Ο Θεός δεν μας παίρνει με το ζόρι, απλώνει το δικό Του χέρι και εάν εσείς με τη θέληση βάλετε τα δικά σας χέρια ο Θεός θα σας ενώσει σε μια ενότητα τέλεια και αγία και έτσι να πορευτείτε.»
Όταν στην Ελλάδα καθιερώθηκε ο πολιτικός γάμος, εγώ πανηγύριζα. Είπα, «επιτέλους, θα αποφύγω την ταλαιπωρία να παντρεύω ανθρώπους που δεν ξέρουν τι κάνουν.»
Να πας στον Δήμαρχο κι όπου θέλεις. Όχι όμως εδώ! Γιατί ο χώρος αυτός εδώ είναι για αυτούς που ξέρουν τι θέλουν και πιστεύουν τι κάνουν. Ένα διαζύγιο μπορεί να έχει πολλές αφορμές, αλλά οι αιτίες του είναι λίγες.
Πώς προετοιμάζονται δύο νέοι άνθρωποι για να παντρευτούν; Από ‘κεί θα καταλάβεις ποια θα είναι η συνέχεια.
Πόσο καλά γνωρίζονται; Ή πόσο βαθιά αγνοούνται;
Έχω ακούσει πολλές φορές την παρατήρηση «δεν ήτανε έτσι στην αρχή». Έτσι ήτανε, παιδί μου, αλλά εσύ δεν τον είδες. Ο αρραβώνας δεν είναι μια χαζοχαρούμενη περίοδος που θα κοιτάξουμε πώς θα περάσουμε καλά.
Είναι ακριβώς μια περίοδος που οι άνθρωποι μιλάνε σοβαρά για το μέλλον τους, βλέπουν αν συμφωνούν, αν ταιριάζουν, αν έχουν την ίδια πλεύση μέσα στη ζωή τους, ακόμα μερικές φορές σε μερικά πράγματα, που φαίνονται πιο ρηχά, πιο εύκολα.
Κάποτε έλεγα σε δυο παιδιά που συνδεόντουσαν:
– Παιδιά χωρίστε τώρα γιατί θα χωρίσετε αύριο.
– Μα γιατί;
– Γιατί δεν έχετε καμία σχέση μεταξύ σας. Τα ενδιαφέροντα του ενός είναι τελείως διαφορετικά κι εξειδικευμένα, του άλλου είναι -τα παιδιά χρησιμοποιούν σήμερα αυτή τη λέξη- «μπάζα».
Σε λίγο εσύ θα αρχίσεις να τη ζηλεύεις και εσύ σε λίγο θα αρχίσεις να κουράζεσαι. Λοιπόν, μην κάνετε λάθη!
Ευτυχώς κατάλαβαν έγκαιρα. Γιατί είναι πάρα πολύ σημαντικό να βλέπεις την αλήθεια. Το σ’ αγαπώ και μ’ αγαπάς είναι εύκολο να το λες, δύσκολο όμως να το ζεις.
Εμείς μάθαμε ότι η αγάπη είναι σαρκωμένη. Κι αν δεν σαρκώνεται, δεν σταυρώνεται, τότε ακριβώς δεν προχωράει.
Το Διαζύγιο τελικά είναι μια αποτυχία. Το ερώτημα όμως είναι το εξής: Πώς θα αντιμετωπίσουμε ένα διαζύγιο; Διδασκόμεθα από τα λάθη μας; Καταλάβαμε γιατί φτάσαμε εδώ; Πρώτα-πρώτα έχουμε τη συνείδηση ότι αποτύχαμε;
Και δεν αποτύχαμε τυχαία, αποτύχαμε για συγκεκριμένους λόγους, καθαρούς και ορατούς ή πιστεύουμε ότι φταίει μόνο ο άλλος;
Στα ζευγάρια που παντρεύω τους εύχομαι: «Παιδιά μου, σας εύχομαι να μάθετε στη ζωή σας να φταίτε πάντα και οι δυο μαζί. Γιατί αν πιστέψετε ότι φταίει μόνο ο άλλος, κάτι δεν πάει καλά μεταξύ σας.»
Παντρεύομαι σημαίνει δέχομαι τον άλλο όπως είναι γιατί τον αγαπάω.
Παντρεύομαι σημαίνει ότι αγωνίζομαι, κάνω τα πάντα για να δίνω χαρά σ’ αυτόν που αγαπάω.
Άρα λοιπόν υπάρχει μια κοινή πορεία και των δύο, δηλαδή το ότι ο άλλος με δέχεται, δεν γεννάει ασυλία του εγωισμού μου, αφού με δέχεται όπως είμαι. Σε δέχεται γιατί σε αγαπάει, εσύ αγαπάς; Τότε διορθώσου. Τότε αφού βλέπεις ότι κάτι ενοχλεί τον άλλο, διόρθωσέ το.
Όταν ακούω ανθρώπους να λένε: «εγώ αυτός είμαι ή εγώ αυτή είμαι, δεν αλλάζω», τους λέω: «Κακώς παντρευτήκατε, γιατί όταν κάποιος αγαπάει, αλλάζει.» Δεν αλλάζω σημαίνει δεν αγαπάω. Τα υπόλοιπα είναι περιττά.
Μητροπολίτου, Σισανίου και Σιατίστης Παύλος
Βιβλίο: Για μια υγιή και ζωντανή οικογένεια, έκδ. Σχολής Γονέων Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κύπρου

Μεγάλη η δύναμη της ελεημοσύνης
Μία γυναίκα που την έλεγαν Ελένη Δαβαρία από τη Παροικία (της Πάρου) πήγαινε συχνά στη Μονή της Μεταμορφώσεως του Χριστού επί των ημερών του Οσίου Αρσενίου και εκτελούσε διάφορες εργασίες στις αδελφές της Μονής. Επειδή δεν είχαν χρήματα, της έδιναν τρόφιμα. Μια ημέρα της λέγει ο Όσιος: «Τέκνον, εδώ που έρχεσαι και εργάζεσαι, τι σου δίνουν οι αδελφές για τον κόπο σου; Σε πληρώνουν;»
– «Όχι», απάντησε η γυναίκα, «δεν μου δίνουν χρήματα διότι δεν έχουν, αλλά μου δίνουν ψωμί, καφέ, ζάχαρη και άλλα είδη».
– «Από αυτά τα είδη που σου δίνουν, δίνεις σε κανένα φτωχό, όταν σου ζητήσει ή τύχει να συναντήσεις κάποιον στον δρόμο;»
– «Όχι, Γέροντα, δεν μου ζητούν, διότι γνωρίζουν ότι είμαι φτωχή, αλλά ούτε στον δρόμο συνάντησα κάποιον να μου ζητήσει».
Της λέγει ο Άγιος:
– «Ακουσε, τέκνον μου, εάν θέλεις ο Χριστός να ευλογεί και εσένα και τα λίγα εκείνα τρόφιμα που σου δίνουν, όταν συναντήσεις κάποιον φτωχό πεινασμένο και σου ζητήσει, να του δίνεις. Επίσης όταν γνωρίζεις κάποιον ότι είναι φτωχός και έχει ανάγκη, ή καμία χήρα ή ορφανό να πεινούν, μη περιμένεις να σου ζητήσουν. Δίνε με ευχαρίστηση και να μη φοβάσαι, αλλά να πιστεύεις ότι ο Χριστός αοράτως θα ευλογεί τα λίγα υπάρχοντά σου και δεν θα πεινάσεις ούτε θα στερηθείς μέχρι τέλους της ζωής σου».
– «Ευχαρίστως, Γέροντα, σε ό,τι μου είπες, θα σας κάμω υπακοή».
Αφού έβαλε μετάνοια και αναχώρησε από την Μονή, είχε μαζί της και οκτώ μικρά ψωμιά, τα οποία της έδωσαν οι μοναχές για τις υπηρεσίες που τις έκαμε. Μόλις απομακρύνθηκε από την Μονή περίπου 500 μέτρα, συνάντησε τον γέροντα Δημήτριο Μαούνη, ο οποίος της είπε: «Μήπως, παιδί μου, έχεις να μου δώσεις λίγο ψωμί; Πεινάω. Είμαι νηστικός από χθες».
Η Ελένη αμέσως έβγαλε ένα ψωμί από το ταγάρι της και με πολλή προθυμία και ευχαρίστηση του το έδωσε, και προχώρησε στον δρόμο της.
Όταν προχώρησε άλλα περίπου 500 μέτρα βλέπει μία νέα κυρία, σύζυγο ενός ψαρά κοντά στον δρόμο και μάζευε χόρτα. Η Ελένη την χαιρέτησε και κατόπιν της λέγει: «Τι κάμνεις αυτού;» Απάντησε η νέα γυναίκα: «Μαζεύω λίγα χόρτα να τα μαγειρέψω για να φάμε ο σύζυγός μου, εγώ και τα παιδιά μας, διότι δεν έχουμε ψωμί. Ο σύζυγός μου ένεκα της κακοκαιρίας τέσσερις ημέρες έχει να εργασθεί, να πάει στο ψάρεμα για να μας φέρει ψωμί ή άλλα προσφάγια».
Ακούγοντας αυτά η Ελένη συμπόνεσε την φτωχή γυναίκα και, πιστή στην συμβουλή του πατρός Αρσενίου, έβγαλε από το ταγάρι της και της έδωσε δύο ψωμιά.
Όταν έφθασε στην Παροικία βλέπει ένα μικρό παιδί γύρω στα 4 χρόνια να κλαίει έξω από ένα φτωχικό σπίτι. Το ρώτησε: «Τι έχεις, παιδί μου, και κλαις;»
– «Πεινώ, θεία. Δεν μου δίνει η μαμά ψωμί», απάντησε το παιδί.
– «Και γιατί δεν σου δίνει;» του λέει η Ελένη. Αποκρίθηκε το παιδί: «Διότι δεν έχει».
Βλέπει και την μητέρα του παιδιού να στέκεται από μέσα από την πόρτα του σπιτιού της με σταυρωμένα τα χέρια και να προσεύχεται με δάκρυα. Παίρνει τότε ένα ψωμί και το δίνει στο παιδί, το οποίο σταμάτησε να κλαίει και άρχισε να χαίρεται. Τρέχει χαρούμενο και το δείχνει στην μητέρα του και της λέει: «Μαμά, μαμά, τώρα έχουμε ψωμί: μου έδωσε η θεία. Φάε και συ απ’ αυτό το ψωμί και μη κλαις».
Η γυναίκα παίρνοντας το ψωμί σήκωσε τα χέρια της προς τον ουρανό και ευχαρίστησε τον Θεό που άκουσε την προσευχή της.
Η Ελένη, όταν έφτασε στο σπίτι της, έβγαλε από το ταγάρι της τα πράγματα που της έδωσαν από την Μονή και βλέπει παραδόξως ότι τα ψωμιά δεν λιγόστεψαν. Ήσαν ακριβώς όσα της έδωσαν από το Μοναστήρι. Ήταν οκτώ ενώ έπρεπε να ήταν τέσσερα. Θαύμασε στο γεγονός αυτό και γύρισε αμέσως στο Μοναστήρι συγκινημένη και δακρυσμένη πέφτει στα πόδια του Οσίου Αρσενίου και διηγείται το θαύμα ευχαριστώντας τον Θεό και τον Άγιο, ο οποίος την επαίνεσε για την υπακοή της, την ενθάρρυνε και της είπε:
«Αν, παιδί μου, εξακολουθήσεις την ελεημοσύνη, να δίνεις στους φτωχούς από εκείνα τα λίγα που έχεις, όχι μόνον δεν θα στερηθείς, αλλά ο Κύριος θα τα ευλογήσει, θα τα αυξήσει, και γι’ αυτά τα λίγα που θα δώσεις εδώ στην πρόσκαιρη ζωή θα ακούσεις από το στόμα Του να σου πει: Ελένη, πείνασα και μου έδωσες και έφαγα. Και όταν συ του πεις: Κύριε, δεν σε είδα ποτέ ούτε σου έδωσα να φας. Ναι, θα σου πει· εμένα δεν είδες, είδες όμως τους φτωχούς αδελφούς μου, τους πεινασμένους. Τα ψωμιά που έδινες σε αυτούς είναι το ίδιο σαν να τα έδινες σε εμένα. Λοιπόν και εγώ τώρα σου χαρίζω την αιώνια και ουράνια Βασιλεία μου, και ό,τι αγαθά έχω Εγώ θα έχεις και συ, και όλοι όσοι έτρεφαν τους φτωχούς και πεινασμένους και τους ελέησαν».
Από το βιβλίο: «Βίος και θαύματα του Οσίου Πατρός ημών Αρσενίου του Νέου του ασκήσαντος εις την νήσον Πάρον (1800-1877)», του Γέροντος Φιλοθέου Ζερβάκου, τέταρτη έκδοση, 1981 (με γλωσσική απλοποίηση).