
Ευλογημένοι, στον πόλεμο του 1940 στο Μέτωπο, οι Έλληνες μάλωναν μεταξύ τους για το ποιός θα πάει μπροστά στην Πρώτη Γραμμή.
Οι νέοι τότε τραβούσαν τους μεσήλικες πίσω και τους έλεγαν:”Πηγαίνετε εσείς πίσω, γιατί έχετε οικογένεια και παιδιά και αφήστε εμάς μπροστά”…
Εσείς λέτε πως δυσκολεύεστε και δεν θέλετε να πάτε να υπηρετήσετε ! …
Γέροντα, κινδυνεύσατε καμμιά φορά στον πόλεμο;
– Ώ, μια και δυό; Τα σκέφτομαι τώρα πώς βοηθούσε ο Θεός και συγκλονίζομαι. Τότε δεν τα σκεφτόμουν. Ειδικά τον θάνατο δεν τον σκεφτόμουν καθόλου. Όταν είσαι αποφασισμένος για τον θάνατο, δεν φοβάσαι τίποτε.
Η απόφαση για τον θάνατο ισοδυναμεί με χίλιους φύλακες.
Ο θάνατος είναι ασφάλεια. Στον πόλεμο οι ιεροί λόχοι έχουν την νεκροκεφαλή· είναι αποφασισμένοι να πεθάνουν. Όποιος δεν υπολογίζει τον εαυτό του για το καλό του άλλου ή για το κοινό καλό, δέχεται μέσα του θεϊκή δύναμη.
Και να δήτε, αν κινηθή κανείς με θυσία, ο Θεός τον σκεπάζει. Θυμάμαι, μια φορά είχαμε οχυρωθή πίσω από έναν βράχο. Εγώ είχα σκάψει ένα λακκάκι και είχα κρυφτή λίγο. Έρχεται ο ένας και μου λέει «νά μπώ κι εγώ»· έρχεται ο άλλος, μου λέει «νά μπώ κι εγώ».
Τους άφησα να μπούν, αφού μου το ζητούσαν και έμεινα εγώ έξω. Το βράδυ, όταν έπεφταν τα πολλά βλήματα, με παίρνει ένα βλήμα ξυστά στο κεφάλι. Φορούσα κουκούλα· δεν φορούσα κράνος.
«Παιδιά, φωνάζω, με χτύπησε βλήμα!». Πιάνω με το χέρι μου το κεφάλι, δεν βλέπω αίματα· το ξαναπιάνω, τίποτε.
Το βλήμα είχε περάσει ξυστά από το κεφάλι μου και είχε κουρέψει μόνον από μπρός προς τα πίσω τα μαλλιά μου και είχε σχηματισθή μια λωρίδα έξι πόντους φάρδος χωρίς μαλλιά!
Εσείς δεν περάσατε δύσκολα χρόνια, κατοχές, δεν είδατε πόλεμο, εχθρούς κ.λπ. – εύχομαι να μη δήτε – και ούτε καταλαβαίνετε από αυτά.
Τα χρόνια όμως αυτά είναι σαν μια χύτρα που βράζει και σφυρίζει.
Θέλει μια σκληραγωγία, μια παλληκαριά και έναν ανδρισμό. Αν τυχόν γίνη κάτι, κοιτάξτε μη βρεθήτε τελείως απροετοίμαστες.
Να ετοιμασθήτε από τώρα, για να μπορέσετε να αντιμετωπίσετε μια δυσκολία.
Και ο Χριστός τί είπε; «Γίνεσθε έτοιμοι» δεν είπε; Σήμερα που ζούμε σε τέτοια δύσκολα χρόνια, για έναν λόγο παραπάνω, τρεις φορές πρέπει να είμαστε έτοιμοι.
Δεν είναι μόνον ο αιφνίδιος θάνατος που μπορεί να αντιμετωπίσουμε, είναι και άλλοι κίνδυνοι.
Να φύγη λοιπόν το βόλεμα του εαυτού μας. Να δουλεύη το φιλότιμο. Να υπάρχη το πνεύμα της θυσίας.
Όσιος Παΐσιος Αγιορείτης
Το μοναστήρι της Παναγιάς της Αρχαγγελιώτισσας στην Ξάνθη έχει χαρακτηριστεί ως τόπος πανθρακικού προσκυνήματος κατά τη διάρκεια του Δεκαπενταύγουστου, καθώς πιστοί από κάθε γωνιά της Ελλάδας καταφθάνουν στον ιστορικό αυτό τόπο για να προσευχηθούν μέσα σε κλίμα κατάνυξης και περισυλλογής.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στην Μονή φιλοξενείται και η θαυματουργή εικόνα της Παναγιάς, με τους προσκυνητές να ζητούν την βοήθειά της σε κάθε δυσκολία που αντιμετωπίζουν.
Το μοναστήρι βρίσκεται ανατολικά της πόλης της Ξάνθης, σε ένα σημείο που προσφέρει μία ξεχωριστή θέα με φόντο τον κάμπο της περιοχής. Αναφορικά με την ιστορία του, υπάρχουν έγγραφες αναφορές σύμφωνα με τις οποίες υπήρχε στην περιοχή τουλάχιστον από το 1559 μ.Χ. και μάλιστα με το ίδιο όνομα.
Αναφερόταν, ωστόσο, και ως Παναγία Χαλκαλιώτισσα. Σύμφωνα με την παράδοση, το όνομα Παναγία Αρχαγγελιώτισσα προέκυψε από τη θαυματουργή εικόνα του 16ου αιώνα που φέρει την επιγραφή Αρχαγγελιώτισσα.
Πριν από το τωρινό μοναστηριακό συγκρότημα προϋπήρχε άλλο μοναστήρι, το οποίο καταστράφηκε ολοσχερώς από δύο σεισμούς, το 1829, οι οποίοι προκάλεσαν πολλά προβλήματα στην ευρύτερη περιοχή της Ξάνθης.
Με πρωτοβουλία του τότε Μητροπολίτη Ξάνθης Ευγενίου το μοναστήρι χτίστηκε ξανά, ενώ σπουδαία ήταν και η συνδρομή των κατοίκων της περιοχής, οι οποίοι από το υστέρημά τους βοήθησαν οικονομικά στην ανοικοδόμησή του.
Τα χρόνια που ακολούθησαν ήταν δύσκολα, ωστόσο το μοναστήρι επιτέλεσε ένα σπουδαίο πνευματικό έργο, ενώ βοήθησε προκειμένου να συνεχίσουν τη λειτουργία τους τα σχολεία της περιοχής.
Κατά τις αρχές του 20ου αιώνα, Βούλγαροι αφαίρεσαν από το ιστορικό αυτό μοναστήρι κειμήλια ανεκτίμητης αξίας, τα οποία μάλιστα τα μετέφεραν στην Σόφια.
Οι προσκυνητές του μοναστηριού έχουν τη δυνατότητα να περιηγηθούν και στο εκκλησιαστικό μουσείο, το οποίο φιλοξενείται στις εγκαταστάσεις του και περιλαμβάνει εκθέματα τα οποία χρονολογούνται από τη Βυζαντινή περίοδο και φθάνουν μέχρι και τον 20ο αιώνα.