Ερώτηση: Πάτερ, τι μπορείτε να μας πείτε για τις ψυχές των κεκοιμημένων;
Απάντηση: Δεν πρέπει να θρηνούμε για τους νεκρούς, αλλά να προσευχόμαστε φλογερά ώστε ο Θεός να αξιώσει τα αγαπημένα μας πρόσωπα, που έχουν «αναχωρήσει», να συγκατοικήσουν με τους αγγέλους. Αυτό είναι ότι θέλει Εκείνος από μας. Οι θρηνωδίες δεν μας βγάζουν πουθενά. Ο θρήνος ενδέχεται να αποβεί όχι μόνο βλαβερός για τη δική μας υγεία, αλλά και ενοχλητικός για την ειρήνη που έχει χαρίσει ο Κύριος στην ψυχή του αγαπημένου μας προσώπου.
Πρέπει να προσευχόμαστε για τους αγαπημένους μας. Δεν πρέπει να είμαστε θλιμμένοι και απελπισμένοι. Η εξεζητημένη θλίψη για τους αγαπημένους που έφυγαν από αυτό εδώ τον κόσμο, δεν είναι χριστιανική πράξη, αλλά πράξη που φανερώνει έλλειψη Θεού. Σ’ αυτή τη ζωή προετοιμάζουμε τον εαυτό μας για την αιώνια ζωή. Πρέπει να είμαστε ευγνώμονες για καθετί και να ευχαριστούμε τον Θεό που πήρε την ψυχή των αγαπημένων μας νεκρών κοντά Του.
Αν έφυγαν από τούτο τον κόσμο, χωρίς να έχουν μετανοήσει, πρέπει να προσευχόμαστε να τους συγχωρήσει ο Θεός τις αμαρτίες. Πρέπει να κάνουμε πράξεις ελέους στο όνομα τους και στη μνήμη τους, για την ειρήνη της ψυχής τους, και ο Θεός θα αποδεχθεί τέτοιες ενέργειες αγάπης.
Μόνο ο Κύριος μπορεί να ελευθερώσει μια ψυχή από τα δίχτυα των λογισμών που την παγίδευσαν σ’ αυτή εδώ τη ζωή και που την κρατούν ακόμα δέσμια στην αιωνιότητα. Μόνο ο Θεός μπορεί να ελευθερώσει μια τέτοια ψυχή. Επομένως πρέπει να προσευχόμαστε για τους αγαπημένους μας κεκοιμημένους. Είναι το περισσότερο που μπορούμε να κάνουμε: να προσευχόμαστε να δώσει ο Θεός ανάπαυση στην ψυχή τους, και να δίνουμε τα βαφτιστικά τους ονόματα στους ιερείς και τους ιερομόναχους, που τελούν θεία Λειτουργία καθημερινά, για να τους μνημονεύουν και να προσεύχονται για την ψυχή τους.
Κάποιος πλησίασε κάποτε τον επίσκοπο Νικόλαο (Βελιμίροβιτς) και τον ρώτησε: «Θα σωθούν οι ψυχές των αμετανόητων αμαρτωλών;». Εκείνος απάντησε, «Ναι, αν βρεθεί κάποιος που να προσευχηθεί γι’ αυτές. Είναι εξαιρετικά ευεργετικό αν γίνει σαρανταλείτουργο γι’ αυτές και αν, μετά από αυτό, κάνει κανείς μια δωρεά στην Εκκλησία, ώστε να συνεχιστεί η μνημόνευση τους στη θεία Λειτουργία». Η Λειτουργία είναι, απ’ όσο ξέρουμε, μια θυσία στον Γολγοθά. Αυτό σημαίνει ότι ο ίδιος ο Κύριος θυσιάζεται στη θεία λειτουργία. Όταν ο ιερέας εξάγει από το πρόσφορο τις μερίδες για τους τεθνεώτες και κεκοιμημένους. και αφού λάβει τη θεία Κοινωνία, λέει, «Απόπλυνον, Κύριε, τα αμαρτήματα των ένθάδε μνημονευθέντων δούλων σου τω Αιματί σου τω αγίω».
Όπως βλέπετε, αυτή είναι η τελειότερη προσευχή και η μεγαλύτερη θυσία που μπορούμε να προσφέρουμε για τους αγαπημένους μας που έχουν αναχωρήσει για τον Θεό.
Γέροντας Θαδδαίος της Βιτόβνιτσα
Από το βιβλίο: «Οι λογισμοί καθορίζουν τη ζωή μας, Βίος και διδαχές του γέροντα Θαδδαίου της Βιτόβνιτσα» , Εκδόσεις Εν πλω
Προσοχή στη συνείδηση
Εάν, αγαπητέ, θέλεις τη σωτηρία σου, φρόντισε ν’ ακούς τη συνείδησή σου. Κάνε πάντα όσα σου λέει και θα δεις μεγάλη ωφέλεια.
Η συνείδηση γίνεται αγαθή με την προσοχή, λέει ο άγιος Μάρκος, και η προσευχή γίνεται καθαρή με τη συνείδηση. Και τα δύο εξαρτώνται το ένα από το άλλο, γιατί έτσι είναι φτιαγμένα από τον Θεό.
Όταν ο Θεός έκανε τον άνθρωπο, έθεσε μέσα του και έναν θεϊκό λογισμό, φωτεινό σαν σπινθήρα, για να φωτίζει τον νου και να τον κάνει να ξεχωρίζει το καλό από το κακό.
Φύλαγε πάντα τη συνείδησή σου καθαρή σαν καθρέφτη. Φρόντιζε πάντα για τη σωτηρία της ψυχής σου κόβοντας τις αμαρτωλές επιθυμίες σου και δείχνοντας υποταγή και υπακοή τέλεια στη συνείδησή σου μέχρι τέλους της ζωής σου. Πρόσεχε μήπως η συνείδησή σου σου λέει έτσι και συ πράττεις αλλιώς.
Ο Μέγας Βασίλειος λέει ότι: «Είναι μέγα αγαθό και βοηθάει πολύ στο να μην αμαρτάνουμε και στο να μην κάνουμε σφάλματα κάθε ημέρα, το να εξετάζουμε κάθε βράδυ τα έργα της ημέρας μέσα στη συνείδησή μας και να βρίσκουμε που κάναμε σφάλματα και τι καλό μπορούσαμε να πράξουμε και δεν το πράξαμε. Αυτή την τακτική τηρούσε ο Ιώβ και για τον εαυτό του και για τα παιδιά του. Ο καθημερινός έλεγχος των πράξεών μας από τη συνείδησή μας φωτίζει πολύ εκείνον που εξετάζει τον εαυτό του».
Ας φροντίζουμε πάντοτε, αγαπητοί, να προφυλάγουμε τη συνείδησή μας όσο καιρό βρισκόμαστε σε αυτόν τον κόσμο, και ας μην της δίνουμε το δικαίωμα να μας κατακρίνει για κανένα πράγμα. Ας μην πνίγουμε τη φωνή της για οτιδήποτε, όσο μικρό και αν είναι αυτό.
Πρέπει να έχουμε υπόψη μας, ότι από τα μικρά ξεκινάει κανείς και φτάνει στα μεγάλα. Διότι όταν αρχίσει να δικαιολογείται, λέγοντας: «Δεν βαριέσαι, τι πειράζει αν πω αυτόν τον λόγο;
Τι πειράζει αν φάω εκείνο το λίγο, το τοσοδά, και σε τι θα με βλάψει αν δω το τάδε;», ε, από τι πειράζει τούτο και τι πειράζει εκείνο, αποκτά κανείς κακή συνήθεια και ύστερα φτάνει στο σημείο να καταφρονεί και τα μεγάλα και βαρύτερα και καταθάβει τη συνείδησή του.
Έτσι, λοιπόν, από λίγο λίγο προχωρούμε βαθύτερα στο κακό και κινδυνεύουμε να γίνουμε τελείως αναίσθητοι.
Γι’ αυτό ας προσέχουμε και τα παραμικρά, διότι δεν είναι καθόλου μικρά όταν δημιουργούν μέσα μας κατάσταση συνήθειας. Ας προφυλαγόμαστε από τα ελαφριά, όσο καιρό είναι ελαφριά, για να μη γίνουν βαριά. Διότι τόσο οι αγαθοεργίες, όσο και οι αμαρτίες, από μικρές αρχίζουν αλλά σε μεγάλες καταλήγουν.
Η προφύλαξη της συνειδήσεώς μας μας φέρνει μεγάλο κέρδος, διότι η προφύλαξή της σημαίνει διατήρηση της καθαρότητάς της απέναντι στον Θεό και απέναντι στον πλησίον, λέει ο άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης.
Δημήτριος Παναγόπουλος
[Περιοδικό «Όσιος Φιλόθεος της Πάρου» 16, σελ. 24]