Ομιλία του Αρχιμανδρίτη π. Ιακώβου Κανάκη, Πρωτοσυγκέλλου της Ιεράς Μητροπόλεως Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως

«ει θέλεις τέλειος είναι…»
Η τήρηση των εντολών είναι ικανή προκειμένου να εισέλθει κανείς στην βασιλεία των ουρανών. Υπάρχει όμως και τελειότητα στην αρετή, αλλά και κλιμάκωση στην μέθεξη των θείων ενεργειών.
Όπως έχουμε κατ’ επανάληψη τονίσει, η ουσία του Θεού είναι αμέθεκτη από τον άνθρωπο. Όμως ο άνθρωπος μπορεί να μεθέξει των ακτίστων ενεργειών του Θεού. Έτσι υπάρχει γεφύρωση ανάμεσα στον άκτιστο Θεό και στην κτιστή δημιουργία. Η σχέση Θεού-κτίσης είναι ενεργειακή. Όλη η κτίση μετέχει στις θείες ενέργειες. Υπάρχει όμως διαβάθμιση αυτής της μετοχής. Τα κτίσματα με την μετοχή τους στην ουσιοποιό ενέργεια έχουν το είναι, στην ζωοποιό το είναι και το ζην, στην σοφοποιό το είναι, το ζην και το σοφίζεσθαι, στην θεοποιό ενέργεια του Θεού το είναι, το ζην, το σοφίζεσθαι και το θεούσθαι. Η μετοχή γίνεται ανάλογα με την δεκτικότητα και την καθαρότητα των κτισμάτων, όλη όμως η κτίση είναι εικόνα του Θεού σύμφωνα με τους προαιώνιους «δημιουργικούς λόγους».
Ο Ιησούς είπε στον νεανίσκο: εάν θέλεις να είσαι τέλειος «πώλησε τα υπάρχοντά σου και δεύρο ακολούθει μοι». Η ανθρώπινη τελειότητα είναι βέβαια σχετική. Μόνο ο Θεός είναι τέλειος. Κατά τον άγιο Γρηγόριο Παλαμά υπάρχει «η ατέλεστος τελειότης των τελείων», δεδομένου ότι η τελείωση συνεχίζεται διηνεκώς. Οι Πατέρες της Εκκλησίας κάνουν λόγο για αρχαρίους, μέσους και τελείους. Αυτό έχει σχέση με την αρετή, αλλά κατ’ ουσίαν είναι βαθμοί καθαρότητας και μετοχής στις άκτιστες ενέργειες του Θεού.
Η κτίση και οι άνθρωποι έχουν δυνάμει την δυνατότητα για την κατά χάρη θέωση με την άσκηση. Υπάρχει μία δυναμική για πρόοδο. Ο άνθρωπος μπορεί να μεταβεί από το «είναι», στο «ευ είναι» και τελικά στο «αεί είναι». Η τρεπτότητα του ανθρώπου μπορεί να τον οδηγήσει στον μηδενισμό ή στην ένωσή του με τον Θεό, στην κατά χάρη θέωση. Ο Θεός μάς αγαπά και εργάζεται την σωτηρία μας, σ’ εμάς όμως εναπόκειται η ελεύθερη αποδοχή της.
Όσο κανείς αγαπά τον Θεό, τόσο ο Θεός του αποκαλύπτεται. Όσο βαθαίνει η προσωπική σχέση του ανθρώπου με τον Θεό, αισθάνεται πληρότητα και προστασία, η ζωή του πλέον έχει νόημα, δεν έχει υπαρξιακό άγχος. Ο άνθρωπος ανάγεται στην φυσική θεολογία όπου βλέπει στην κτίση το χέρι του Θεού. Η αγάπη προς τον Θεό γίνεται το κυρίαρχο γνώρισμα του προσώπου του και μπορεί να αγαπά. Η σχέση με τον Θεό και τους ανθρώπους δεν είναι εξουσιαστική, είναι σχέση αγάπης. Η ανιδιοτελής αγάπη όμως αποκτάται με προσπάθεια και άσκηση. Για τον λόγο αυτό η Εκκλησία ως «κοινωνία προσώπων» προσφέρεται για την ανέλιξη του ανθρώπου.
Ο Θεός, λοιπόν, δεν θέλει ένα κομμάτι του εαυτού μας. Μας θέλει όλους. Δεν μπορείς να έχεις δύο κυρίους, τον Θεό και τον μαμωνά, δηλαδή τα υλικά αγαθά. Οι θλίψεις της ζωής μας είναι η παιδεία του Κυρίου, ο οποίος θέλει να χριστοποιήσουμε κάθε άκρη του εαυτού μας. Όταν συμβεί αυτή η χριστοποίηση, τότε την θέση της θλίψης παίρνει η αναστάσιμη χαρά. Όμως στην διαδικασία αυτή η ύπαρξή μας μετατρέπεται από εγωκεντρική σε χριστοκεντρική. Προκειμένου να ενωθούμε με τον Θεό είναι απαραίτητη η παραίτησή μας από εγωιστικές σκοπιμότητες. Ο Απόστολος Παύλος, κεκαθαρμένος από τον αγώνα του, έγραψε: «ζω δε ουκέτι εγώ, ζει εν εμοί Χριστός».
Ο πλούτος και η προσκόληση στα γήινα αγαθά είναι αποτέλεσμα της πτώσης του ανθρώπου. Ο άνθρωπος πολλές φορές προσπαθεί να κτίσει ένα ασφαλές καταφύγιο και να αισθανθεί αυτάρκης. Η τάση για αυτάρκεια είναι εγωιστική απομόνωση από τον Θεό και τους ανθρώπους. Ο φόβος και η ανασφάλεια οφείλονται στην ζωή χωρίς Θεό. Τελικά, ο άνθρωπος λατρεύει τον εαυτό του και τα κτίσματα γύρω του και πασχίζει να ζήσει σε ένα κόσμο χωρίς Θεό, που δεν τον χρειάζεται πλέον. Τέτοιος κόσμος δεν υπάρχει, είναι αυταπάτη και ό,τι προσπαθεί να κτίσει είναι αποστασία και ειδωλολατρία.
Ο Ορθόδοξος χριστιανός, όμως, ζει προσωπικά. Ελευθερώνεται από την τυραννία των κτισμάτων και κεντρική θέση στην ζωή του έχει ο Θεός σαν πρόσωπο, σαν Πατέρας έμπλεως αγάπης, και ο αδελφός, ο κάθε άνθρωπος, που είναι εικόνα του Θεού. Η ζωή του τότε παύει να είναι αλλοτριωμένη, γίνεται ο εαυτός του, αισθάνεται παιδί του Θεού. Η βεβαιότητά του συνεχίζει και μετά τον βιολογικό θάνατο. Ζει τον Παράδεισο ήδη στην επίγεια ζωή του. Κατά τον Παύλο: «εμοί το ζην Χριστός και το αποθανείν κέρδος» (Φιλ. 1:21).
Η προσκόλληση στα γήινα αγαθά, λοιπόν, είναι μεταπτωτικό φαινόμενο. Η κατά Θεόν ζωή είναι το κατά φύσιν στον άνθρωπο, τον λυτρώνει και του δίνει την βεβαιότητα της αιώνιας ζωής.
Αρχιμανδρίτης Δωρόθεος Τζεβελέκας (†)
Από το βιβλίο: Αρχιμανδρίτου Δωροθέου Τζεβελέκα, ΔΙΗΓΗΣΟΜΑΙ ΠΑΝΤΑ ΤΑ ΘΑΥΜΑΣΙΑ ΣΟΥ (η αγάπη του Θεού στα κυριακάτικα Eυαγγέλια). Θεσσαλονίκη 2015
Επειδή η Κυριακή αυτή συμπίπτει με την εορτή των Τριών Ιεραρχών, η αποστολική περικοπή που επελέγη από την Εκκλησία ως αποστολικό ανάγνωσμα κάνει λόγο για υπακοή στους εκκλησιαστικούς ηγέτες αλλά και για την αληθινή λατρεία του Θεού. Προέρχεται από την προς Εβραίους επιστολή και είναι σε μετάφραση η ακόλουθη:
«Να θυμάστε τους εκκλησιαστικούς ηγέτες σας, που σας μετέδωσαν τον λόγο του Θεού· να βλέπετε πώς τέλειωσαν τη ζωή τους και ν’ ακολουθείτε το παράδειγμα της πίστης τους. Ο Ιησούς Χριστός είναι ο ίδιος χτες, σήμερα και για πάντα. Μην παρασύρεστε από διάφορες ξένες διδασκαλίες. Είναι προτιμότερο να στηρίζετε την καρδιά σας στη χάρη του Θεού παρά σε φαγητά. Όσοι βασίστηκαν σ’ αυτά δεν είδαν καμιά ωφέλεια. Εμείς έχουμε ένα θυσιαστήριο από το οποίο δεν έχουν το δικαίωμα να φάνε όσοι συνεχίζουν να λατρεύουν τον Θεό στη σκηνή. Τα σώματα των ζώων, που το αίμα τους εισάγεται από τον αρχιερέα στα άγια των αγίων για τη συγχώρηση των αμαρτιών, καίγονται έξω από το στρατόπεδο. Γι’ αυτό κι ο Ιησούς, για να εξαγνίσει τον λαό του με το ίδιο του το αίμα, θανατώθηκε έξω από την πύλη. Ας πάμε, λοιπόν, κι εμείς έξω από το στρατόπεδο κοντά του, κι ας υποστούμε τον ίδιο μ’ αυτόν εξευτελισμό. Γιατί δεν έχουμε εδώ μόνιμη πολιτεία, αλλά λαχταρούμε τη μελλοντική. Ας προσφέρουμε, λοιπόν, συνεχώς στον Θεό δια του Ιησού σαν θυσία τον ύμνο μας, δηλαδή τον καρπό των χειλιών μας, που ομολογούν το μεγαλείο του. Μην ξεχνάτε ακόμα να κάνετε το καλό και να μοιράζεστε με τους άλλους ό,τι έχετε. Με τέτοιες θυσίες ευχαριστείται ο Θεός» (Εβρ.13,7-16).
Η περικοπή προέρχεται από το τελευταίο κεφάλαιο της προς Εβραίους επιστολής που περιέχει πρακτικές οδηγίες και συμβουλές του ι. συγγραφέα προς τους αναγνώστες. Ας σημειωθεί ευθύς εξαρχής ότι οι παραλήπτες της επιστολής είναι χριστιανοί που προέρχονται εξ Εβραίων (εξ ου και η ονομασία της επιστολής) και ως εκ τούτου είναι εξοικειωμένοι με τις παραστάσεις και έννοιες τις οποίες ο ι. συγγραφέας δεν αισθάνεται την ανάγκη να τις επεξηγήσει. Ας επισημάνουμε μερικές οδηγίες που θα μπορούσαν να είναι χρήσιμες και για τον σημερινό αναγνώστη:
Υπακοή και μίμηση της πίστης των εκκλησιαστικών ηγετών, οι οποίοι κηρύττουν τον λόγο του Θεού. Αυτοί αποτελούν (ή μάλλον πρέπει να αποτελούν) πρότυπα για τους πιστούς, οι οποίοι αφού εξετάσουν την όλη διαγωγή στη ζωή τους καλούνται να μιμηθούν την πίστη τους. Βέβαια προϋποθέτει ο συγγραφέας τον σωστό και υπεύθυνο ηγέτη και δεν θίγει το ενδεχόμενο νε μην είναι ο ηγέτης σωστός χριστιανός (πράγμα που πιθανώς να συνέβαινε, ένεκα της ανθρώπινης αδυναμίας, στη διάρκεια της ζωής της Εκκλησίας, όπως είναι ενδεχόμενο να συμβαίνει και σήμερα!). Στο πρωτότυπο κείμενο χρησιμοποιεί για τον ηγέτη τον όρο «Ηγούμενος» που στη συνέχεια καθιερώθηκε ως τεχνικός όρος προς δήλωση του προϊσταμένου μιας μοναστικής αδελφότητας. Βέβαια έργο αυτονόητο του ηγέτη, εκτός από τη διδασκαλία του λόγου, είναι να κατευθύνει τον πιστό στο πρόσωπο του Χριστού.
Είναι φυσικό να στρέφεται η προσοχή των πιστών από τους ηγέτες προς τον Χριστό, ο οποίος μένει αναλλοίωτος «χθες και σήμερον ο αυτός και εις τους αιώνας», όπως λέγει ο δεύτερος στίχος της περικοπής. Το χθες ανα φέρεται ενδεχο μένω ς στις Χριστολογικές προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης, το σήμερα στην ιστορία και στο παρόν, το εις τους αιώνας στην ελπίδα του μέλλοντος.
Κατόπιν προτρέπονται οι χριστιανοί να μην παρασύρονται από ξένες διδασκαλίες, ιδίως σχετικές με τις τροφές, η τήρηση των οποίων δεν ωφέλησε κανένα. Ο υπαινιγμός στις περί τροφών ιουδαϊκές διατάξεις είναι προφανής. Η τροφή των χριστιανών που μένει εις τον αιώνα είναι το σώμα και το αίμα του Χριστού, που του προσφέρεται με τη θεία Ευχαριστία.
Οι θυσίες ζώων στην εποχή της Παλαιάς Διαθήκης και ο ραντισμός από τον Αρχιερέα με το αίμα τους είχε συμβολικό χαρακτήρα σχετιζόμενο με τον καθαρισμό των αμαρτιών. Όλα αυτά ο συγγραφέας τα θεωρεί προτυπώσεις της μοναδικής και «εφάπαξ» γενομένης σταυρικής θυσίας του Χριστού. Και όπως τα μέρη του σώματος του ζώου που δεν προσφέρονται θυσία στον Θεό κατακαίονταν έξω από το στρατόπεδο των Εβραίων στην έρημο, έτσι και ο Χριστός σταυρώθηκε έξω από την πόλη (την Ιερουσαλήμ). Μεταβαίνοντας ο συγγραφέας από το γεγονός αυτό στην προς τους αναγνώστες του παραίνεση προτρέπει: «Ας πάμε, λοιπόν, κι εμείς έξω από το στρατόπεδο κοντά του». Πώς μπορούμε να το κατανοήσουμε σήμερα αυτό το «έξω»; Να πορευτούμε προς τον Χριστό έξω από τα πάθη μας, έξω από τυπικές διατάξεις που δεν συνοδεύονται από ουσία, έξω από το κοσμικό φρόνημα, έξω από τα μεταβαλλόμενα πράγματα, «γιατί δεν έχουμε εδώ μόνιμη πολιτεία, αλλά λαχταρούμε τη μελλοντική».
Τέλος, η περικοπή τελειώνει με την προτροπή που συνοψίζοντας όσα προηγήθηκαν θυμίζει στους χριστιανούς παραλήπτες, και σε μας βέβαια :«Μην ξεχνάτε ακόμα να κάνετε το καλό και να μοιράζεστε με τους άλλους ό,τι έχετε. Με τέτοιες θυσίες ευχαριστείται ο Θεός».
Ιωάννης Καραβιδόπουλος