Related Posts

«Η εκκοσμίκευση του Χριστιανισμού αρχίζει με την αποξένωση της ζωής από την πίστη»
Οι αυτονομημένες ανθρώπινες αξίες είναι επικίνδυνες όχι μόνο για την πνευματική και την θρησκευτική, αλλά και για την ηθική και κοινωνική ζωή του ανθρώπου, γιατί μεταλλάσσονται εύκολα σε μέσα αυτοδικαιώσεως και αποπροανατολισμού.
Η διττή αυτή λειτουργία των αξιών οφείλεται στον απρόσωπο και κτιστό χαρακτήρα τους. Το κτιστό είναι πάντοτε σχετικό· ποτέ δεν είναι απόλυτο. Πολύ περισσότερο βέβαια το κτιστό δεν μπορεί να δημιουργήσει κάτι απόλυτο, εκτός από το φανταστικό.
Αλλά και οι απόλυτες αξίες, που ανάγονται στο άκτιστο, δεν μπορούν να λειτουργήσουν σωστά, όταν εκλαμβάνονται απρόσωπα. «Όπου δεν υπάρχει προσωπική μορφή του είναι, εκεί δεν υπάρχει τίποτε το ζωντανό· εκεί δεν υπάρχει ούτε αγαθό ούτε πονηρό»[5].
Το καλό και το κακό, το ηθικό και το ανήθικο υπάρχουν πάντοτε σε σχέση με τα πρόσωπα και την προαίρεσή τους. Όταν αυτά έχουν αγαθή προαίρεση, οι αξίες λειτουργούν θετικά.
Όταν όμως έχουν κακή προαίρεση, λειτουργούν αρνητικά, ακόμα και όταν εμφανίζονται με θετικό πρόσημο. Έτσι πολλές αξίες που διαμορφώθηκαν μακροχρόνια με την επίδραση του Χριστιανισμού και αποχωρίστηκαν βαθμηδόν από την πνευματική βάση τους, αλλοτριώθηκαν, βραχυκυκλώθηκαν και ευτελίστηκαν. Λησμονήθηκε το πραγματικό περιεχόμενο και ο σκοπός της υπάρξεώς τους και καθηλώθηκαν στην ρευστή και εφήμερη εγκοσμιότητα· εκκοσμικεύθηκαν.
Το φαινόμενο της εκκοσμικεύσεως έχει ευρύτατο περιεχόμενο και διαφέρει ουσιαστικά στην Ανατολή και στην Δύση. Η εκκοσμίκευση του Χριστιανισμού δεν αρχίζει με την νεωτερική αμφισβήτηση και εγκατάλειψη των παραδοσιακών αξιών του, ούτε ολοκληρώνεται με την μετανεωτερική συντριβή τους.
Από ορθόδοξη θεολογική άποψη η εκκοσμίκευση αρχίζει με την αποξένωση της ζωής από την πίστη· με την αποσύνδεση των αληθειών της πίστεως από το πνευματικό περιεχόμενο και με την αντικειμενοποίησή τους. Ήδη η λογική διατύπωση και περισσότερο ακόμα η κοινωνική καθιέρωση αληθειών της πίστεως ως ηθικών και κοινωνικών αξιών περιορίζουν το πνευματικό βάθος τους και τις εκκοσμικεύουν.
Στην συνέχεια με την πλήρη αποξένωση από το πνευματικό τους βάθος οι αξίες αυτές συρρικνώνονται, απονεκρώνονται και μπορούν να χρησιμοποιούνται ως μέσα για την ανατροπή του αρχικού περιεχομένου τους ή την μετάλλαξή του.
Οι φερόμενες ως αξίες του δυτικού πολιτισμού, όπως η ισότητα, η αλληλεγγύη, η αδελφοσύνη, η ελευθεριότητα, αποτελούν σε τελική ανάλυση κελύφη ή παραφθορές χριστιανικών ή ελληνοχριστιανικών αξιών, που δεν μένουν μόνο χωρίς πνευματικό περιεχόμενο, αλλά και χρησιμοποιούνται συχνά ως σκεύη προβολής λογοκρατικής ψυχρότητας και εκλεπτυσμένης βαρβαρότητας.
Αυτό πραγματοποιήθηκε με την νεωτερικότητα και τις νεωτερικές αξίες, ενώ με την μετανεωτερικότητα συντρίβονται και οι μεταλλαγμένες ή αναθεωρημένες νεωτερικές αξίες, για να παραχωρήσουν την θέση τους στην αβεβαιότητα και τον μηδενιμό.
Η νέα αυτή κατάσταση συνδέεται με τις σαρωτικές αλλαγές της επιστήμης και της τεχνολογίας, που σημειώνονται σήμερα με πολύ ταχύτερο μάλιστα ρυθμό από όσο τον προηγούμενο αιώνα. Ειδικότερα η τεχνολογία, που υπεραγαπήθηκε και προβλήθηκε κυρίως μετά τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο, προκάλεσε διαλεκτικώς την ανάδειξη νέων αξιών και την αναθεώρηση παλαιοτέρων[6].
Εξάλλου η κβαντομηχανική, η οποία βρίσκεται στην βάση της τεχνολογίας όλων των σύγχρονων κατασκευών που εξυπηρετούν, αλλά ταυτόχρονα και επαυξάνουν τις ποικιλόμορφες ανάγκες των ανθρώπων, συμβαδίζει με την νοοτροπία που επικρατεί στην σύγχρονη κοινωνία. Η κβαντομηχανική δεν έχει σταθερές αξίες, αλλά δείχνει καταστάσεις.
Σε αυτήν δεν προτάσσονται οι αριθμητικές αξίες, αλλά οι σχέσεις των πραγμάτων. Και οι σχέσεις αυτές, που έχουν απροσδιόριστο χαρακτήρα, ευνοούν την απροσδιοριστία και την πρόταξη των προσωπικών σχέσεων. Αξίζει όμως να σημειωθεί ότι μια τέτοια θεώρηση των πραγμάτων φαίνεται μεθοδολογικά συμβατικότερη από την παλιά αξιολογική θεώρηση με την ορθόδοξη θεολογική προσέγγισή τους.
Το Ευαγγέλιο του Χριστού ανατρέπει ουσιαστικά όλες τις ανθρώπινες αξίες. Η έννοια της αξίας, που χρησιμοποιείται και στην θεολογική γλώσσα, ανήκει ουσιαστικά στο επίπεδο της εκκοσμικευμένης θεολογίας. Σωστή θεώρηση των αξιών μπορεί να υπάρξει μόνο με αποφατικό πνεύμα και σε σχέση με την απόλυτη προσωπική «αυτοαξία».
Αυτή για την ορθόδοξη θεολογία είναι ο άκτιστος Τριαδικός Θεός, που φανερώθηκε στον κόσμο με την ενανθρώπηση του Λόγου του Θεού, με τον Χριστό. Η αγεφύρωτη διαφορά μεταξύ κτιστού και ακτίστου και το ανυπέρβλητο χάσμα που υπάρχει ανάμεσά τους δεν γεφυρώνεται ούτε αμβλύνεται με ανθρώπινες προσπάθειες και κατακτήσεις.
Η γεφύρωση πραγματοποιείται με την σάρκωση του Λόγου του Θεού στο πρόσωπο του Χριστού και την κοινωνία του Αγίου Πνεύματος, που συγκροτεί την Εκκλησία και οδηγεί «εις πάσαν την αλήθειαν»[7].
Στο πρόσωπο του Χριστού έχουμε την ασύγχυτη ένωση και περιχώρηση κτιστού και ακτίστου. Και οι εντολές του Χριστού, που ανακαλούν τον αλλοτριωμένο από τα πάθη άνθρωπο στην αυθεντική του κατάσταση και διανοίγουν την εσχατολογική του προοπτική, αποτελούν την βάση για την οικοδόμηση της ηθικής και κοινωνικής του ζωής.
Όλοι οι «λόγοι των όντων» προέρχονται και αναφέρονται στον Θεό Λόγο, που σαρκώθηκε εν Χριστώ και κάλεσε τα διασπασμένα λογικά όντα σε ενότητα. Έτσι και όλες οι αξίες υποστασιάζονται στο πρόσωπο του Χριστού, ενώ ταυτόχρονα ο άνθρωπος ανυψώνεται σε απόλυτη προσωπική αξία «κατ’ εικόνα» του αρχετύπου του. Η απόλυτη αυτοαξία, που είναι ο άκτιστος Τριαδικός Θεός, εικονίζεται στο «απόλυτο» κτιστό δημιούργημά του, τον κάθε άνθρωπο, στο πρόσωπο του οποίου υποστασιάζεται ολόκληρο το ανθρώπινο γένος.
[5] Αρχιμ. Σωφρονίου, Περί προσευχής, Ι. Μονή Τιμίου Προδρόμου,Έσσεξ Αγγλίας 32009, σ. 162.
[6] Πρβλ. Δ. Σκλήρη, «Άνθρωπος, ζώο και μηχανή. Νέες εκδοχές μιας παλιάς σχέσης», Σύναξη, τευχ. 147, σσ. 35-38.
[7] Βλ. Ιω. 16,13.

Μήπως είναι δυνατόν η φωτιά να σβηστεί με φωτιά;
Όταν πρόκειται να ελέγξουμε, δεν χρειάζεται μόνον θάρρος, αλλά περισσότερο πραότητα παρά θάρρος.
Γιατί οι αμαρτωλοί κανέναν άνθρωπο δεν αποστρέφονται και δεν μισούν τόσο, όσον αυτόν που πρόκειται να τους ελέγξει· και επιθυμούν να πιαστούν από κάποια δικαιολογία, ώστε να αποσκιρτήσουν και να ξεφύγουν την επίπληξη.
Πρέπει λοιπόν να τους συγκρατούμε με την πραότητα και την υποχωρητικότητα.
Γιατί εκείνος που ελέγχει όχι μόνον με τη φωνή του, αλλά και με την παρουσία του γίνεται ενοχλητικός και ανυπόφορος σ’ εκείνους που αμαρτάνουν. «Γιατί», όπως λέγει η Γραφή, «είναι αποκρουστικός και ανυπόφορος και μόνον που τον βλέπουμε».
Γι’ αυτό λοιπόν πρέπει να δείχνουμε μεγάλη πραότητα.
«Αδελφοί, αν από αδυναμία παρασυρθεί κανείς σε κάποιο αμάρτημα»…, «σεις πού είστε πνευματικά προοδευμένοι να τον διορθώνετε». Δεν είπε, να τον τιμωρείτε, ούτε να τον καταδικάζετε, αλλά να τον διορθώνετε.
Και δεν σταμάτησε εδώ, αλλά δείχνοντας ότι πρέπει να είναι πολύ ήμεροι σ’ εκείνους που υποσκελίζονται από την αμαρτία, πρόσθεσε και τα εξής: «Με πνεύμα πραότητας».
Δεν είπε με πραότητα, αλλά «με πνεύμα πραότητας», για να δείξει (φανερώσει) ότι αυτά είναι αρεστά και στο Άγιο Πνεύμα και ότι το να μπορεί κανείς να διορθώνει τους αμαρτωλούς με επιείκεια, είναι καρπός πνευματικού χαρίσματος.
Τί λοιπόν, πες μου, δεν μέμφεσαι και δεν κατηγορείς τον αδελφό σου που θυμώνει και διάκειται εχθρικώς απέναντι σου;
Για ποιό λόγο λοιπόν εσύ δεν προσπαθείς να τον αντιμετωπίσεις με τον αντίθετο τρόπο, αλλά θέλεις επί πλέον να θυμώνεις και συ ο ίδιος; Μήπως είναι δυνατόν η φωτιά να σβηστεί με φωτιά;
Αυτό είναι αντίθετο με τους φυσικούς νόμους. Έτσι δεν είναι ποτέ δυνατόν να καταπραΰνουμε το θυμό με άλλο θυμό. Ό,τι δηλαδή είναι για τη φωτιά το νερό, το ίδιο είναι για το θυμό η επιείκεια (η υποχωρητικότητα) και η πραότητα.
Η οργή εξουδετερώνεται με την πραότητα. Γι’ αυτό ο Κύριος παραγγέλλει να ζούμε σαν πρόβατα ανάμεσα σε λύκους, για να μην λες, έπαθα αυτά κι’ αυτά, και γι’ αυτό εξαγριώθηκα.
Κι’ αν ακόμη πάθεις αμέτρητα κακά, λέει ο Κύριος, μένε πρόβατο, κι’ έτσι θα νικήσεις τους λύκους. Λες, ο τάδε είναι κακός και διεφθαρμένος· αλλά συ έχεις τόσο μεγάλη δύναμη, ώστε και τους κακούς να νικήσεις.
Τί υπάρχει πιο ήμερο από το πρόβατο; Τί πιο άγριο από το λύκο; Αλλ’ όμως το πρόβατο θα νικήσει το λύκο. Κι’ αυτό αποδείχτηκε με τους Αποστόλους. Γιατί τίποτε δεν υπάρχει δυνατότερο από την πραότητα, τίποτε ισχυρότερο από τη μακροθυμία. Για τούτο ο Χριστός προστάζει να είμαστε σαν πρόβατα ανάμεσα σε λύκους.
Έπειτα, αφού είπε αυτά, σαν να μην ήταν αρκετή αυτή η ημερότητα, εννοώ του προβάτου, για εκείνον που θέλει να αναδείξει μαθητή Του, προσθέτει και κάτι άλλο: «Να είστε άκακοι, όπως τα περιστέρια».
Έτσι, αφού ανέμιξε την πραότητα των δύο ήμερων και άκακων ζώων, ζήτησε και από μας να δείχνουμε την ίδια μεγάλη καλωσύνη, όταν βρισκόμαστε ανάμεσα σε άγριους. Και μη μου λες, είναι κακός ο συνάνθρωπός μου και δεν μπορώ να τον υποφέρω.
Γιατί τότε κυρίως πρέπει να δείχνουμε την πραότητά μας, όταν έχουμε να κάνουμε με άγριους, με ανήμερους. Τότε γίνεται φανερή η δύναμή της, τότε λάμπει το έργο της, το κατόρθωμά της και ο καρπός της.
Δεν λέει τίποτε ο Χριστός (στους Ιουδαίους που Τον προκαλούσαν), για να μας διδάξει να μην ελέγχουμε πάντοτε αυτούς που μας εχθρεύονται, αλλά να υπομένουμε πολλά με επιείκεια και πραότητα.
Ακόμη κι’ αν είναι αχρειότερος από όλους, κι’ αν δεν το ομολογεί, κι’ αν δεν το διακηρύττει, πάντως σιωπηρά αναγνωρίζει τη φιλοσοφημένη ζωή σου και θα ντραπεί από την πραότητά σου, γιατί έτσι του υπαγορεύει η συνείδησή του.
Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος