Για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νέοι……
Related Posts

Σάββατο του Λαζάρου: Η ερμηνεία της Εικόνας της Αναστάσεως
Η εικόνα είναι ζωγραφισμένη το 1546 από τον Θεοφανή και είναι βασισμένη στην Ευαγγελική περικοπή που αναφέρεται στο θαύμα της Αναστάσεως του Λαζάρου από τον Χριστό (Ἰωάν. 11, 144)
Ἡ ἑορτή τῆς ἀναστάσεως τοῦ Λαζάρου ἀνάγεται στά πρῶτα χριστιανικά χρόνια καί θεωρεῖται ὡς προτύπωση τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ καί μελλούσης ἀναστάσεως -κατά τήν Δευτέραν Παρουσίαν- ὅλων τῶν ἀνθρώπων.
Ἡ παράσταση εἰκονίζεται ἀνάμεσα σέ δυό βουνά. Στό ἕνα ἀπό αὐτά βρίσκεται λαξευμένος ὁ τάφος τοῦ Λαζάρου.
Οἱ κορυφές τῶν βουνῶν κλίνουν πρός τά μέσα, σάν νά προσπαθοῦν νά περικλύσουν τό μυστήριο, τό ὁποῖο, ἄν καί ἄλογα, παρατηροῦν μέ ἔντονο ἐνδιαφέρον, προσπαθώντας νά κατανοήσουν τά τελούμενα καί νά προσκυνήσουν τόν Κύριο τοῦ θανάτου καί τῆς ζωῆς.
Σύμφωνα μέ ἄλλους ἑρ μηνευτές, ἡ κλίση τῶν βουνῶν εἰκονίζει τό χῶρο τοῦ θανάτου, πού βασίλευε πρίν ἀπό τήν παρουσία τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ Χριστός μέ μεγαλοπρέπεια καί θεϊκή δύναμη, πορεύεται μαζί μέ τούς Μαθητές πρός τόν τάφο τοῦ Λαζάρου.
Βρίσκεται ἀκόμα ἐν κινήσει, καθώς ἀντι λαμβανόμαστε ἀπό τό ὑψωμένο δεξί Του πόδι, ἐνῶ μέ τό δεξί Του χέρι πού τό τείνει ἔντονα πρός τά ἐμπρός, ἀπευθύνει τό λόγο πρός τόν νεκρό Λάζαρο «ἐν δυνάμει καί ἐξουσία» καί τόν προστάζει νά βγεῖ ἀπό τόν τάφο.
Ὁ Χριστός εἶναι ντυμένος μεγαλόπρεπα μέ τό κλασσικό ἐσωτερικό πορφυρό χιτῶνα, πού συμβολίζει τή Θεϊκή-βασιλική Του φύση.
‘Εξωτερικά φοράει τό σκουροπράσινο ἔνδυμα, μέ τό ὁποῖο συμβολίζεται ἡ ἀνθρώπινη φύση, αὐτή πού προσέλαβε, γιά νά σώσει τόν ἄνθρωπο.
Αὐτά τά χρώματα εἶναι τά δυό βασικά πού συναντοῦμε καί στά ἐνδύ ματα τῆς Θεοτόκου, μέ τήν διαφορά ὅτι σ’ Ἐκείνην τά χρώματα τῶν ἐνδυμάτων εἶναι ἀντίστροφα, δηλαδή τό πρά σινο μέσα καί τό κόκκινο ἐξωτερικά.
Αὐτό δείχνει ὅτι ἡ Θεοτόκος ἦταν συνη θισμένος ἄνθρωπος (φύση χοϊκή-πρά σινο ἐσωτερικό ἔνδυμα), ἡ Ὁποία ὅμως μέ τήν ἅγια ζωή Της, θεώθηκε «κατά χάριν»(Θεϊκή φύση κόκκινο-ἐξωτερικό ἔνδυμα). Μέ τό ἐσωτερικό ἔνδυμα δηλώνεται ἡ «φύσις» καί μέ τό ἐξωτερικό «τό πρόσλημα».
Στήν εἴσοδο τοῦ κενοῦ πλέον μνη μείου ξεπροβάλλει ὁ Λάζαρος ζωντα νός καί ὀρθός, φέροντας φωτοστέφανο -δεῖγμα τῆς ἅγιας ζωῆς του- χλωμός καί μέ καταβεβλημένο πρόσωπο, πού προδίδει τήν ἐξ Ἅδου προέλευσή Του.
Ὁ Λάζαρος εἶναι ζωσμένος ἀκόμα τά συνήθη στούς Ἰουδαίους νεκρικά ὀθό νια καί τά σουδάρια, ἀπό αὐτά προσπαθεῖ ἐναγώνια νά τόν ἐλευθερώσει κάποιος νέος. Κάποιος ἄλλος ἀπό αὐτούς πού παραβρίσκονταν τήν ὥρα τοῦ, ἐνῶ ἄλλος κρατάει ἀκόμα τήν βαριά ταφόπετρα πού μόλις εἶχε ἀνασύρει.
Στά πόδια τοῦ Χριστοῦ προσπίπτουν μέ καταφανή ὀδύνη οἱ ἀδελφές τοῦ Λαζάρου Μάρθα καί Μαρία, ἔχοντας καλυμμένα τά χέρια τους, σέ ἔνδειξη τιμῆς καί σεβασμοῦ πρός τόν Μεγάλο Ἑπισκέπτη.
Ἡ στάση καί τῶν δυό ἀδελφῶν, σεμνή καί τεθλιμμένη, ἄν καί μέ διαφορετική θέση τοῦ σώματος, φανε ρώνει τήν εὐγνώμονα καί σεβαστική πρός τόν Κύριον στάση τῆς καρδιᾶς τους.
Ὁ Χριστός συνοδεύεται ἀπό τούς Ἀποστόλους, οἱ ὁποῖοι ἦσαν παρόντες καί βεβαιοῦντες τό θαῦμα. Στό βάθος διακρίνονται τά κτίρια τῆς πόλης.
Ἔτσι καταδείχνεται ὅτι τό θαῦμα ἔγινε ἔξω τῆς πόλεως, ὅπου συνήθως, σέ ἰδιόκτητα ἀγροκτήματα, ἦταν καί οἱ τάφοι.
Κοντά στά κτίρια παριστάνεται ἡ σκηνή τῆς προσέλευσης πλήθους ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι παραβρέθηκαν τήν ὥρα τοῦ θαύματος.
‘Από αὐτούς ὁ πρῶτος καλύπτει μέ τήν ἄκρη τοῦ ἐνδύματός του τή μύτη του.
Ἔτσι παριστάνεται ζωγραφικά καί ἡ βαριά μυρωδιά πού σκόρπιζε ἡ ἀρχή τῆς ἀποσύνθεσης τοῦ νεκροῦ σώματος τοῦ Λαζάρου καί ἐπιβεβαιώνεται ὅτι τό θαῦμα εἶναι «μέγα» καί ἔγινε δημοσία.
Τό πλῆθος τοποθετεῖται πίσω ἀπό τήν κλίση τοῦ βράχου ἔτσι, ἐνῶ ἡ εἰκόνα ἔχει πολλά πρόσωπα, ὅμως διαχωρίζεται ἰσόμετρα καί γι’ αὐτό δέν κουράζει τό θεατή μέ τόν ὄγκο της.
Μέ τήν ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου προεικονίζεται καί προαναγγέλεται τόσο ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ πού θά ἀκολουθήσει σέ λίγο, ὅσο καί ἡ ἐκ νεκρῶν ἀνάσταση κάθε ἀνθρώπου, καθώς λέει καί τό τροπάριο τῶν Αἴνων πού ψάλλουμε ἐκείνη τήν ἡμέρα.
Πηγή: ekklisiaonline.gr

Η ευχή είναι καθήκον κάθε πιστού αρκεί να λέγεται απλά και ταπεινά
Παρούσης της ευχής (Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με), δεν παραδίδεται ο άνθρωπος στον αναμένοντα πειρασμό, διότι η παρουσία της είναι νήψη και η ουσία της είναι προσευχή· επομένως, «ο άγρυπνων και προσευχόμενος ού μη εισέρχεται, είς πειρασμόν».
Ύστερα, δεν παραδίδεται σε σκοτισμόν ο άνθρωπος, ώστε να παραλογίση και σφάλλη στην κρίση και απόφαση του. Μετά, δεν πίπτει σε ραθυμία και αμέλεια πού είναι η βάση πολλών κακών. Και πάλιν, δεν νικάται από πάθη και αδυναμίες όπου είναι αδύνατος και ιδίως όταν τα αίτια παρευρίσκωνται κοντά. Απεναντίας, αυξάνει ο ζήλος και η ευλάβεια του. Γίνεται πρόθυμος για αγαθοεργία. Πραύνεται και αμνησικακεί.
Αυξάνει δε από ημέρας σε ήμέραν την προς τον Χριστόν πίστη και αγάπη του και αυτό τον ερεθίζει προς όλες τις αρετές. Έχομε πάρα πολλά παραδείγματα συγχρόνων ανθρώπων, και ιδίως νέων, πού με την καλή συνήθεια της ευχής έσώθησαν από τρομερούς κινδιινους η πτώσεις σε μεγάλα κακά η και από θανατηφόρα συμπτώματα.
Επομένως η ευχή είναι καθήκον κάθε πιστού, κάθε ηλικίας και γένους και καταστάσεως, ασχέτως χώρου και χρόνου και τρόπου. Με την ευχή ενεργοποιείται η θεία Χάρις και δίδει λύσεις σε προβλήματα και πειρασμούς πού απασχολούν τους πιστούς, ώστε, κατά την Γραφή, «πάς ός αν επικαλέσηται το όνομα Κυρίου, σωθήσεται».
Δεν υπάρχει κίνδυνος πλάνης, όπως διαδίδεται από μερικούς αδαείς, αρκεί μόνο να λέγεται η ευχή με τρόπον απλό και ταπεινό.
Είναι πολύ απαραίτητο, όταν λέγεται η ευχή, να μην παριστάνεται στον νού καμμιά εικόνα, ούτε του Δεσπότου μας Χριστού ύπό οιανδή-ποτε μορφήν, ούτε της Κυρίας Θεοτόκου, η κάποιου άλλου προσώπου η παραστάσεως. Η εικόνα είναι ο τρόπος του σκορπισμού του νού. Πάλιν διά μέσου της εικόνος γίνεται η είσοδος των λογισμών και της πλάνης. Ο νους να μένη στην έννοια των λόγων της ευχής και με πολλή ταπείνωση να έκδέχεται ο άνθρωπος το θείον έλεος.
Οι τυχόν φαντασίες, η φώτα, η κινήσεις και κρότοι και θόρυβοι είναι απαράδεκτα, ως διαβολικά τεχνάσματα προς παρεμπόδιση η παραπλάνηση. Ο τρόπος της παρουσίας της Χάριτος στους εισαγωγικούς είναι χαρά πνευματική η δάκρυα ήρεμα και χαροποιά η ήρεμος φόβος έκ της μνήμης των αμαρτιών προς αύξησιν του πένθους και του κλαυθμού.
Προοδευτικά η Χάρις γίνεται αίσθηση της αγάπης του Χριστού, οπότε εξαφανίζεται τελείως ο μετεωρισμός του νού και θερμαίνεται η καρδιά στην αγάπη του Θεού τόσον, ώστε νομίζει ότι άλλο δεν θα αντέξη. Άλλοτε πάλι σκέπτεται και θέλει να μείνη για πάντα όπως ακριβώς ευρίσκεται και να μην ζητά τίποτε άλλο να ίδή η να άκούση.
Όλα αυτά και διάφορες άλλες μορφές αντιλήψεως και παρηγοριάς είναι εισαγωγικά σε όσους προσπαθούν να λέγουν και κρατάνε την εύχήν, όσον από αυτούς εξαρτάται και δύνανται. Έως αύτού του σημείου, πού είναι τόσον απλά, νομίζω ότι κάθε ψυχή πού έβαπτίσθη και πολιτεύεται ορθόδοξα μπορεί να το έφαρμόση και να ευοιοχεται στην πνευματική αυτή ευφροσύνη και χαρά, έχοντας ταυτοχρόνως και την θεία σκέπη και βοήθεια σε όλες τις πράξεις και ενέργειες της.
ΓΕΡΩΝ ΙΩΣΗΦ ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΝΟΣ
Αθωνικά Μηνύματα, Ψυχωφελή Βατοπαιδινά 8, γ’ Έκδοσις, Έκδοσις Ιεράς Μεγίστης Μονή του Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος 1999