Related Posts

Ευγνωμοσύνη στις δοκιμασίες
Με τα δικά μας κριτήρια θα έπρεπε να ήταν μια πολύ δυστυχισμένη και κακόμοιρη γυναίκα. Ο πατέρας της είχε πεθάνει όταν ακόμα αυτή ήταν πολύ μικρή και το βάρος της ανατροφής της είχε…
πέσει εξ’ ολοκλήρου στους ώμους της μητέρας της και της γιαγιάς της. Και σαν αποτέλεσμα ενός λάθους του οφθαλμιάτρου της όταν ήταν 6 χρονών, έμεινε μόνιμα τυφλή.
Οι τραγικές και τραυματικές εμπειρίες των παιδικών χρόνων της γυναίκας αυτής, θα έδιναν στους περισσότερους ανθρώπους αρκετό έδαφος για ισόβια μεμψιμοιρία, πικρία και ψυχολογικές διαταραχές.
Και όμως, στην αυτοβιογραφία της η Φράνσις Τζέην Κρόσμπι γράφει: «Φαίνεται πως ήταν η σκόπιμη πρόνοια του Θεού, που έμεινα τυφλή για όλη μου τη ζωή και Τον ευχαριστώ γι’ αυτή τη χάρη Του σ’ εμένα».
Ο γιατρός που προκάλεσε την τύφλωσή της δε συγχώρεσε ποτέ τον εαυτό του και μετακόμισε σε άλλη περιοχή. Όμως στην καρδιά της Φράνσις Κρόσμπι δεν υπήρχε ίχνος κακίας. «Αν μπορούσα να τον συναντήσω τώρα», έγραφε, «θα του έλεγα σ’ ευχαριστώ, σ’ ευχαριστώ ξανά και ξανά, που έγινες αιτία να τυφλωθώ».
Η τύφλωση που πολλοί θα τη θεωρούσαν ατύχημα ή και κατάρα, για τη Φράνσις Κρόσμπι θεωρήθηκε μία από τις μεγαλύτερες ευλογίες. Δέχτηκε την τύφλωσή της σαν ένα δώρο του Θεού. «Δε θα μπορούσα να είχα γράψει χιλιάδες ύμνους» έλεγε, «αν εμποδιζόμουν από τη θέα όλων των όμορφων κι ενδιαφερόντων αντικειμένων που θ’ αποσπούσαν την προσοχή και το ενδιαφέρον μου».
Το πρώτο ποίημα που έγραψε η Φράνσις, όταν ήταν 8 χρονών, αντανακλά τις ιδέες της που τις κράτησε μέχρι το θάνατό της, σε ηλικία 95 χρόνων:
«Ω πόσο ευτυχισμένη είμαι!
Κι ας μην μπορώ να βλέπω!
Είμαι αποφασισμένη στον κόσμο τούτο,
να ’μαι πάντα ικανοποιημένη.
Πόσες ευλογίες απολαμβάνω,
που άλλοι τις στερούνται!
Έτσι κλάψτε κι αναστενάξτε, αν θέλετε,
που είμαι τυφλή.
Εγώ ούτε κλαίω, κι ούτε θέλω να κλάψω»!
Κι έτσι, για πάνω από έναν αιώνα, τώρα, οι χριστιανοί θερίζουν τους πλούσιους καρπούς της ευγνώμονης καρδιάς μιας γυναίκας, καθώς ψάλλουν τους ύμνους: «Στο Θεό ανήκει η δόξα», «Είμαι ασφαλής», «Λυτρωμένος», «Ο Χριστός μ’ οδηγεί» κι αμέτρητους άλλους από τους 8.000 ύμνους που η Φράνσις Κρόσμπι έγραψε μέχρι το θάνατό της.
Σ’ έναν κόσμο που έχει ξεχάσει πώς να νιώθει ευγνωμοσύνη, το παράδειγμα αυτής της πιστής τυφλής υμνογράφου, φαίνεται τόσο ασυνήθιστο, αν όχι απόλυτα παράξενο και ακατανόητο.
Σκεφτείτε όμως, ποια είναι η τιμή που πληρώνουμε για την προσωπική και συλλογική αγνωμοσύνη μας! Ειδικοί που ασχολούνται με ατυχήσαντες στη ζωή τους, ανθρώπους, έχουν διαπιστώσει ότι στις περισσότερες, αν όχι σε όλες τις περιπτώσεις, η έλλειψη ευγνωμοσύνης είναι η πηγή της μελαγχολίας, της απελπισίας και της κατάθλιψης, που τόσο πολύ αφθονεί ακόμα κι ανάμεσα στους χριστιανούς σήμερα.
Επιπλέον οι περισσότερες αμαρτίες που μαστίζουν και καταστρέφουν την κοινωνία μας, μπορούν ν’ ανάγονται πολύ συχνά στην αχαριστία που δεν εντοπίζεται.
Το αίσθημα της ευγνωμοσύνης είναι κάτι που πρέπει επειγόντως να ενεργοποιηθεί και ν’ αναπτυχθεί μέσα στις καρδιές μας, στις οικογένειές μας, στην κοινωνία μας. Η παρουσία της φέρνει σαν αποτέλεσμα σειρά άλλων ευλογιών, ενώ η απουσία της έχει έντονες φονικές επιπτώσεις. Ας δούμε μερικές από τις αντιθέσεις ανάμεσα σε μια ευγνώμονη και σε μία αγνώμονη καρδιά.
1. Ο ευγνώμων άνθρωπος είναι ταπεινός, ενώ ο αγνώμων έχει περήφανη καρδιά.
Ο ευγνώμων άνθρωπος έχει αναπτυγμένο το αίσθημα της αναξιότητας. Το πιστεύω του είναι: «Έχω πολύ περισσότερα απ’ ότι αξίζω». Αντίθετα, ο αγνώμων πιστεύει πως αξίζει πολύ περισσότερα απ’ ότι έχει. Και το αίσθημα αυτό τον κάνει μόνιμα δυστυχισμένο.
Ένας πιστός χριστιανός όταν τον ρωτούσαν πώς είναι, συνήθιζε ν’ απαντάει: «Είμαι καλύτερα απ’ ότι αξίζω». Ο άνθρωπος εκείνος δεν ξεχνούσε την ασεβή ζωή που έζησε στα πρώτα 25 χρόνια της ζωής του, πριν γίνει χριστιανός. Εκδήλωνε πάντα την ευγνωμοσύνη του για το ότι ο Θεός τον είχε λυτρώσει κι ένιωθε πάντοτε ένα αίσθημα αναξιότητας και ευχαριστίας για τη χάρη του Θεού.
Εντυπωσιάζει το πνεύμα της ευγνωμοσύνης που χαρακτήριζε τη Ρούθ τη Μωαβίτισσα. Έχοντας μείνει χήρα πριν συμπληρώσει δεκαετία από το γάμο της, μη έχοντας τίποτα δικό της, σε μια ξένη χώρα και «καταδικασμένη» να ζει με την πονεμένη πεθερά της, η Ρουθ προσπαθούσε να βρει έναν τρόπο για να συντηρεί τον εαυτό της και τη Ναομί. Όταν τη βρήκε ο Βοόζ, που της έδωσε το ελεύθερο να μαζεύει στάχυα στα χωράφια του, έκανε τα πάντα για να εκφράσει την ευγνωμοσύνη της στον άνθρωπο εκείνο για την καλή του αυτή χειρονομία: «Έπεσε κατά πρόσωπο και προσκύνησε μέχρι εδάφους και του είπε: Πώς βρήκα εγώ χάρη μπροστά στα μάτια σου, ώστε να φροντίσεις για μένα, ενώ είμαι ξένη;» (Ρουθ 2:10).
Κάποια άλλη στη θέση της μπορεί να ’λεγε ότι δεν έκανε και τίποτε σπουδαίο για να τη βοηθήσει. Απλά της επέτρεψε να μαζεύει στάχυα στα χωράφια του. Όμως η ταπεινοφροσύνη της νεαρής αυτής χήρας φαίνεται στην έκφραση ευγνωμοσύνης της για το ελάχιστο καλό που της έδειξε κάποιος άλλος.
Κάποιος είπε πολύ σωστά: «Η περηφάνια σκοτώνει το αίσθημα της ευγνωμοσύνης, αλλά το ταπεινό πνεύμα είναι το έδαφος στο οποίο αναπτύσσεται φυσιολογικά η ευγνωμοσύνη. Ο περήφανος σπάνια είναι ευγνώμων γιατί ποτέ δε σκέφτεται ότι απολαμβάνει περισσότερα απ’ ότι αξίζει».
2. Η ευγνώμων καρδιά συλλογίζεται το Θεό και τους άλλους ανθρώπους. Ενώ η αγνώμων καρδιά συλλογίζεται τον εαυτό της.
Οι ευγνώμονες άνθρωποι σκέφτονται και μιλούν για τους άλλους, ενώ οι αγνώμονες επικεντρώνουν την προσοχή και το ενδιαφέρον τους στις δικές τους ανάγκες, στα δικά τους αισθήματα, στα δικά τους βάσανα, στις δικές τους επιθυμίες ή στο πώς τους έχουν συμπεριφερθεί οι άλλοι, στο πώς τους έχουν αγνοήσει, αδικήσει ή πληγώσει. Ο αγνώμων άνθρωπος είναι γεμάτος από το εγώ του. Ολόκληρος ο κόσμος του περιστρέφεται γύρω από τον εαυτό του. Σπάνια θυμάται τις ανάγκες και τα αισθήματα των άλλων.
Σαν αποτέλεσμα αυτής της πληρότητάς τους από το εγώ τους οι αγνώμονες άνθρωποι είναι τυπικά πλεονέκτες, φιλάργυροι, απαιτητικοί, ενώ οι ευγνώμονες νιώθουν ελεύθεροι να ενδιαφέρονται για τους άλλους και να δίνουν.
Οι ευγνώμονες είναι άνθρωποι που αγαπούν τους άλλους και επιδιώκουν να δώσουν χαρά στους άλλους, ενώ οι αγνώμονες αγωνίζονται για τη δική τους ευχαρίστηση.
Ένα από τα πιο κοινά τελικά αποτελέσματα της αγνωμοσύνης είναι η αμαρτία της ηθικής διαφθοράς. Ο άνθρωπος, άντρας ή γυναίκα, που δεν αισθάνεται ευγνωμοσύνη για τον τρόπο που ο Θεός καλύπτει τις ανάγκες του, αρχίζει εύκολα να μέμφεται το Θεό, αποδίδοντας σ’ Αυτόν τα λάθη. Απορρίπτοντας έτσι, την πρόνοια που έχει ήδη κάνει ο Θεός, ο αγνώμων άνθρωπος απέχει μόνο ένα βήμα από το ν’ αναζητήσει την ικανοποίηση των αναγκών του με παράνομους τρόπους.
3. Η ευγνώμων καρδιά είναι μια γεμάτη καρδιά, ενώ η αγνώμων καρδιά είναι άδεια.
Άσχετα από το πόσο λίγο μπορεί πραγματικά να συγκριθεί με τους άλλους, ο ευγνώμων άνθρωπος απολαμβάνει ένα αίσθημα πληρότητας. Αντίθετα, ο αγνώμων, άσχετα από το πόσο πολλά αγαθά έχει, θα ζει με ένα αυξανόμενο αίσθημα κενότητας στην καρδιά του. Ο αγνώμων μοιάζει με ένα δοχείο τρύπιο στον πάτο του, μέσα στο οποίο όσες ευλογίες κι αν βάλεις, διαρρέουν και το δοχείο παραμένει πάντα άδειο! Ο ευγνώμων άνθρωπος έχει απεριόριστη δυνατότητα ν’ απολαμβάνει πραγματικά τις ευλογίες που έχει.
4. Οι ευγνώμονες άνθρωποι ικανοποιούνται εύκολα, ενώ τους αγνώμονες τους κατατρώει η πικρία και το παράπονο.
Ειδικοί που ασχολήθηκαν χρόνια με ανθρώπους που είναι μόνιμα δυστυχείς, που νιώθουν κατάθλιψη και που είναι συναισθηματικά ασταθείς, βεβαιώνουν πως αυτές οι διαταραχές προέρχονται τις πιο πολλές φορές από αγνώμονες καρδιές, άσχετα από οποιεσδήποτε εξωτερικές συνθήκες που φαινομενικά μπορούν να δίνουν κάποια εξήγηση.
Ο αγνώμων άνθρωπος μένει δεμένος με τα «δικαιώματά» του και γίνεται εύκολο θύμα απογοήτευσης και πικρίας, όταν διαψεύδονται οι προσδοκίες του από το Θεό ή τους συνανθρώπους του. Ενώ εκείνος που αναγνωρίζει στο Θεό όλα τα δικαιώματα, τα βλέπει όλα με μάτι ευγνωμοσύνης, προερχόμενα από το Θεό και δεν αφήνει στην καρδιά του χώρο για καταστροφικά εγωιστικά συναισθήματα.
Το αίσθημα της ευγνωμοσύνης έχει μια ισχυρή θεραπευτική δύναμη. Η καρδιά που είναι συνεχώς γεμάτη από ευγνωμοσύνη μένει ασφαλής από κείνες τις επιθέσεις της απογοήτευσης, της πικρίας, της αγανάκτησης, του θυμού, της μελαγχολίας, της κατάθλιψης, από τα οποία πάσχουν πολλοί θρησκευόμενοι άνθρωποι.
«Η ευγνωμοσύνη είναι η καλύτερη απάντηση στις σκοτεινές και ανησυχητικές σκέψεις, και μπορεί ν’ αποδειχτεί ένα αποτελεσματικό μέσο για τη διάλυσή τους. Ύμνοι ευχαριστίας και δοξολογίας είναι ισχυρότατα καρδιοτονωτικά φάρμακα για αδυνατισμένες καρδιές και βοηθούν στη θεραπεία της μελαγχολίας. Όταν δε μας απομένει άλλη βοήθεια για τη θλίψη και το φόβο μπορεί να βρούμε πραγματική παρηγοριά στη φράση: «Σ’ ευχαριστώ, Ουράνιε Πατέρα».
«Η ευγνωμοσύνη είναι ένα εμβόλιο, ένα αντιτοξικό, ένα αντισηπτικό». Ένας άλλος θεολόγος διεύρυνε την αναλογία: «Η ευγνωμοσύνη μπορεί να γίνει ένα εμβόλιο που μπορεί να εμποδίσει την είσοδο μέσα στον άνθρωπο ενός αισθήματος θυμού και πικρίας». Όπως το αντιτοξικό εμποδίζει τις καταστροφικές επιδράσεις ορισμένων δηλητηρίων και ασθενειών, η ευγνωμοσύνη εξουδετερώνει το δηλητήριο της αναζήτησης κακού στους άλλους και της γκρίνιας. Όταν μας βρουν δυσκολίες, το αίσθημα της ευγνωμοσύνης αποδεικνύεται ανακουφιστικό αντισηπτικό.
5. Η ευγνώμων καρδιά θ’ αποκαλυφθεί και θα εκφραστεί με λόγια ευχαριστίας, ενώ η αγνώμων καρδιά θα αποκαλύψει τον εαυτό της με γκρίνιες και παράπονα.
Το πνεύμα της ευγνωμοσύνης είναι που ικανώνει τους ανθρώπους να βλέπουν τις πιο οδυνηρές περιστάσεις της ζωής και να τις αντιμετωπίζουν με ευχαριστία. Όπως παρατήρησε κάποιος: «Μερικοί άνθρωποι παραπονιούνται, γιατί ο Θεός έβαλε αγκάθια στα τριαντάφυλλα, ενώ άλλοι Τον ευχαριστούν γιατί έβαλε τριαντάφυλλα ανάμεσα στ’ αγκάθια».
Και πάλι πιστοί άνθρωποι από το παρελθόν έχουν πολλά να μας διδάξουν πάνω σ’ αυτό το θέμα.
Ο Ματθαίος Χένρυ, γνωστός σχολιαστής του 19ου αιώνα, υπήρξε κάποτε θύμα επίθεσης ληστών. Αναφερόμενος στην εμπειρία του αυτή έγραψε στο ημερολόγιό του: «Σ’ ευχαριστώ, Θεέ, πρώτον, γιατί ποτέ πριν δε ληστεύτηκα από κανέναν. Δεύτερον, γιατί παρόλο που οι ληστές πήραν το πορτοφόλι μου δε με σκότωσαν. Τρίτον, γιατί αν και πήραν όλα μου τα χρήματα αυτά δεν ήταν πολλά. Και τέταρτον, γιατί εγώ υπήρξα ο ληστεμένος και όχι ο ληστής».
6. Οι ευγνώμονες άνθρωποι μοιάζουν με ζωογόνες δροσιστικές πηγές, ενώ οι αγνώμονες παρασύρουν τους άλλους μαζί τους μέσα στα λιμνάζοντα θολά νερά του εγωισμού τους, που προκαλούν κακομοιριά και δυστυχία.
Όλοι μας έχουμε γνωρίσει ανθρώπους που ήταν δυσάρεστοι, εξαιτίας της αρνητικής τους στάσης έναντι της ζωής. Μπορεί ακόμα να έχει επηρεαστεί δυσάρεστα και η δική μας στάση εξαιτίας τέτοιων ανθρώπων. Η αχαριστία είναι μεταδοτική. Δηλητηριάζει και μολύνει την ατμόσφαιρα των καρδιών μας, των σπιτιών μας και των άλλων συναναστροφών μας.
Και η ευγνωμοσύνη όμως είναι εξίσου μεταδοτική. Θυμάστε την ιστορία της Πολυάννας, εκείνου του ορφανού κοριτσιού που είχε σταλεί να ζήσει με μια δύστροπη θεία, που δεν την ήθελε; Θυμάστε πώς άλλαξε κυριολεκτικά όλο το κλίμα του σπιτιού εκείνου και της κοινότητας, καθώς η Πολυάννα εισήγαγε στο θλιμμένο, άχαρο εκείνο χωριό «Το Παιχνίδι της Χαράς»; Στην αρχή οι άνθρωποι ειρωνεύτηκαν το παράξενο εκείνο μικρό κορίτσι που επέμενε να βρίσκει κάτι ευχάριστο σχεδόν στο καθετί που συνέβαινε. Τελικά όμως αναγκάστηκαν να υποκύψουν στη δύναμη του να βρίσκουν κάτι καλό μέσα σε κάθε γεγονός ή περίσταση.
Μια γυναίκα από τη μέρα της γέννησής της υπήρξε θύμα εγκεφαλικής παράλυσης. Είχε κάνει πολλές επώδυνες εγχειρήσεις. Οι γονείς της είχαν χωρίσει. Στη συνέχεια πέθανε ο πατέρας της και είχε μείνει σχεδόν μόνη. Λίγα χρόνια αργότερα πίστεψε στο Χριστό και Τον δέχτηκε Σωτήρα της. Κι έγραψε σε μια φίλη της, για να συμμεριστεί την εμπειρία της. Περιέγραψε λεπτομερώς αρκετά από τα αγκάθια τα οποία θα έπρεπε να πολεμά σε καθημερινή βάση.
Κατόπιν έκλεισε το γράμμα της μ’ ένα δικό της κομμάτι ποιήματος με τίτλο:
Ευχαριστία
Η ευχαριστία είναι κάτι
που μαθαίνεις.
Χρειάζεται καθημερινό περπάτημα,
εμπιστοσύνη και προσευχή.
Όταν οι περιστάσεις
ξεπεράσουν τις δυνάμεις σου
και δεν μπορείς να τις καταλάβεις,
στάσου απλά και κοίτα στο σταυρό,
και τότε θα δεις
την αγάπη την καταπληκτική
που εκδηλώθηκε εκεί για σένα.
Δες πως είναι μέρος του σχεδίου του Θεού,
που δε χρειάζεται να καταλάβεις.
Θέσε απλά το χέρι σου
μέσα στο δικό Του χέρι.
Γιατί ξέρεις ο Θεός είναι απεριόριστος.
Γι’ αυτό μέσα σε κάθε περίσταση,
υπάρχει ένας σκοπός.
Άσχετα πόσο σκοτεινά φαίνονται,
κοίτα απλά στον Ιησού.
Κράτα το χέρι Του.
Και μάθε ότι Αυτός φροντίζει για σένα.
Έχουμε κληθεί σε μια ζωή ευχαριστίας, αναγνωρίζοντας και εκφράζοντας την ευγνωμοσύνη μας για τα αγαθά που έχουμε λάβει από το Θεό και τους άλλους. Γιατί όλοι μας είμαστε οφειλέτες και ο μόνος τρόπος ανταπόδοσης από μέρους μας είναι να έχουμε ευγνώμονες καρδιές και κάποια λόγια ευχαριστίας. Δεν είναι αρκετό να νιώθουμε ευγνωμοσύνη μέσα στις καρδιές μας. Η ευγνωμοσύνη αυτή πρέπει να εκφράζεται με λόγια προς εκείνους στους οποίους είμαστε οφειλέτες.
Από καιρό σε καιρό είναι καλό να σταθούμε και να κάνουμε απογραφή «των λογαριασμών ευγνωμοσύνης» μας. Να ρωτάμε τους εαυτούς μας αν υπάρχει καμιά περίπτωση στη ζωή μας για την οποία δεν είπαμε ποτέ το «ευχαριστώ» μας. Υπάρχει καμιά ευλογία από το Θεό για την οποία δεν Τον ευχαριστήσαμε; Υπάρχει κάποιο μέλος της οικογένειάς μας, κάποιος φίλος, ένας συνάδελφος, ένας δάσκαλος, ένας κήρυκας, που με κάποιον τρόπο άγγιξε τη ζωή μου ή με ωφέλησε, στον οποίο δεν είπα ένα «ευχαριστώ»;
Ας είναι απ’ εδώ κι εμπρός η προσευχή του καθενός μας: «Θεέ μου, έχεις δώσει τόσο πολλά. Σ’ ευχαριστώ για όλα. Σε παρακαλώ, δώσε μας κάτι ακόμα: Μια ευγνώμονη καρδιά».

Προσοχή στους λογισμούς
Θα ασχοληθούμε με μια απάντηση του αββά Βαρσανουφίου.
«Αδελφέ, μη βάλης σεαυτόν διακρίναι τους ερχομένους σοι λογισμούς· και γαρ ουκ έστι του μέτρου σου». Αδελφέ, μην προσπαθείς εσύ να διακρίνεις τους λογισμούς σου, διότι δεν είσαι σε τέτοια μέτρα, που να μπορείς να τους διακρίνεις.
Να, κάτι πάρα πολύ σοβαρό, κάτι πολύ σημαντικό. Δεν ξέρω αν υπάρχει κανένας χριστιανός που δεν πέφτει έξω σ’ αυτό το σημείο. Λίγο πολύ όλοι γίνονται σύμβουλοι του εαυτού τους και νομίζουν ότι είναι σε θέση να καταλάβουν τι είναι ο ένας λογισμός, τι είναι ο άλλος, γιατί έρχεται ο ένας λογισμός, γιατί έρχεται ο άλλος, και διαφεντεύουν, και μόνος κανονίζει ο καθένας τον εαυτό του. Όταν μάλιστα συμβεί να είναι κανείς και λίγο αρρωστημένος τύπος, να έχει μέσα του αρρωστημένες καταστάσεις, οπότε οι λογισμοί είναι ακόμη πιο πολλοί και ακόμη πιο παράξενοι, κάθεται και γίνεται θύμα των λογισμών. «Α, ήρθε αυτός ο λογισμός. Γιατί ήρθε; Να, ζητάει αυτό και θέλει εκείνο». Και τρελαίνεται κανείς. Ενώ είναι απλά τα πράγματα. Μην προσπαθείς να διακρίνεις εσύ τους λογισμούς· μη νομίζεις ότι είσαι σε κατάσταση που έχεις διάκριση και μπορείς επομένως να καταλάβεις τι είναι οι λογισμοί που σου έρχονται.
Προσωπικώς, επανειλημμένως έχω διαπιστώσει –και νομίζω ότι το καταλαβαίνετε κι εσείς αυτό και το δέχεστε– ότι πάρα πολλοί χριστιανοί ταλαιπωρούνται από τους λογισμούς. Και όπου υπάρχουν αρρωστημένες καταστάσεις, τον τρελαίνουν τον άνθρωπο οι λογισμοί. Μπορεί καμιά φορά να έρθουν και καλοί λογισμοί· δεν είναι μόνο οι κακοί λογισμοί. Σε έναν αρρωστημένο τύπο μπορεί, για παράδειγμα, να έρθει λογισμός ότι μπορεί να νηστέψει πολύ. Και τον βάζει λοιπόν να κάνει νηστεία υπερβολική. Και αυτός, καθώς δεν έχει διάκριση να καταλάβει από πού έρχεται αυτός ο λογισμός, τον πιστεύει και γίνεται θύμα του λογισμού, και νομίζει μάλιστα ότι κάνει και θεάρεστο έργο. Ενώ, και τίποτε άλλο να μη συμβεί –που είναι ενδεχόμενο να βλάψει κανείς την υγεία του– τίποτε άλλο να μη συμβεί, και μόνο που κάνει το χατίρι του λογισμού και δια μέσου του λογισμού πέφτει στα χέρια του διαβόλου, φτάνει αυτό. Και άλλα πράγματα μπορεί να έρθουν ως λογισμός. Καλά πράγματα· δεν παίρνουμε μόνο τα κακά.
Προσοχή λοιπόν στους λογισμούς.
Η προσευχή και οι λογισμοί φόβου και δειλίας
Μάλιστα, στο σημείο αυτό, έχοντας υπ’ όψιν τον σημερινό άνθρωπο –καθώς σήμερα οι περισσότεροι των ανθρώπων έχουν και αρρωστημένες καταστάσεις μέσα τους– θα ήθελα να πω να προσέξουμε λίγο και το θέμα της προσευχής. Τονίζουμε ότι γενικά είναι καλύτερα να μη δίνει κανείς καμία σημασία στους λογισμούς. Καμία σημασία. Όποιοι κι αν είναι. Είτε καλοί είναι είτε μη καλοί. Είτε είναι λογισμοί που φέρνουν ταραχή, ανησυχία, τρόμο, είτε είναι λογισμοί που φέρνουν γλυκύτητες και τέτοια.
Ειδικότερα, όταν έρχονται λογισμοί φόβου, δειλίας, τρόμου, να προσέξει κανείς στο θέμα της προσευχής. Αρχίζοντας κανείς να προσεύχεται, είναι ενδεχόμενο, αν δεν προσευχηθεί σωστά, να κάνει χειρότερα τα πράγματα μέσα του. Και γι’ αυτό η συμβουλή θα ήταν ούτε προσευχή να κάνει. Αλλά πρέπει να προσπαθήσω να το εξηγήσω αυτό. Ας πούμε, έχει κανείς τρόμο μέσα του. Αρχίζει να κάνει προσευχή και να λέει: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Όμως, τη λέει την προσευχή κατά έναν τέτοιον τρόπο, σαν να τον κρατάει τον τρόμο, σαν να το κρατάει το βίωμα του τρόμου· μάλιστα, σαν να το βάζει και πιο βαθιά μέσα του το βίωμα αυτό. Δεν ωφελεί έτσι η προσευχή.
Η προσευχή έχει αυτόν τον σκοπό: τελείως να ξεχάσεις αν σε ενοχλεί κάτι ή δεν σε ενοχλεί. Απλώς παίρνεις αφορμή από αυτό και τρέχεις στον Χριστό. Την ώρα λοιπόν που προσεύχεσαι, να αγνοήσεις τον λογισμό· μην έχεις υπ’ όψιν σου τον λογισμό, μην πάει το μυαλό σου εκεί. Απλώς παίρνεις αφορμή από τον λογισμό, από τον φόβο, από ό,τι αισθάνεσαι μέσα σου, και τρέχεις στον Χριστό. Έτσι κάνε προσευχή όσο μπορείς. Αλλιώς, εάν καταλαβαίνεις ότι, καθώς προσεύχεσαι, μάλλον πιο πολύ τρομάζεις, μάλλον πιο πολύ κυριεύεσαι από την κατάστασή σου, σταμάτα να προσεύχεσαι.
Γι’ αυτό σ’ αυτές τις περιπτώσεις, όταν πρόκειται πιο πολύ για αρρωστημένες καταστάσεις, είναι ανάγκη κανείς να βρει συγκεκριμένο άνθρωπο να του εμπιστευθεί τον εαυτό του και να μη δώσει καμιά σημασία σε όλα αυτά, να τα ξεχάσει τελείως, όσο κι αν τον τραβούν από δω και από κει. Και έτσι οι λογισμοί φεύγουν. Δηλαδή, τις πιο πολλές φορές οι λογισμοί σε αφήνουν, μόλις τους αφήσεις. Ας σου φαίνεται ότι δεν φεύγουν. Κάπου γαντζώθηκαν σ’ εσένα και δεν φεύγουν. Κατά κάποιον τρόπο σαν να τους κρατάς εσύ. Όταν λοιπόν τα γαντζάκια αυτά θα τα αφήσεις, όταν θα πάψεις να κρατάς τους λογισμούς, θα φύγουν.
Πώς φεύγουν οι λογισμοί
Όταν δεν έχει πάρε δώσε κανείς με τον διάβολο ή συνέβη κάτι, αλλά αμέσως μετανοεί, τότε διώχνει τον διάβολο, και αυτός δεν μπορεί να κάνει τίποτε στην ψυχή, και επομένως φεύγουν και οι λογισμοί. Αλλά πρέπει να είσαι ταπεινός, να πιστεύεις στον Χριστό και να τα περιμένεις όλα από τον Χριστό.
Ο άνθρωπος ο υπερήφανος, ο φίλαυτος, αυτός που φοβάται τον θάνατο, που φοβάται μη χάσει τη ζωή, μη χάσει τα καλά της ζωής, είναι υποχείριο του διαβόλου, και τον κάνει ό,τι θέλει. Και έτσι ο διάβολος γαντζώνεται επάνω του, έρχονται έπειτα και οι λογισμοί, και λέει κανείς: «Να, δεν μπορώ να τους διώξω». Δεν είναι ότι δεν μπορείς. Πάρε σωστή στάση, και φεύγουν αυτοί μόνοι τους.
Όταν έχει κανείς πολλά φουσκωμένα μπαλόνια και την κλωστή από κάθε μπαλόνι την κρατάει σφιχτά μέσα στη χούφτα του, μπορεί να φυσάει αέρας, όμως τα μπαλόνια δεν φεύγουν. Χτυπιούνται μεταξύ τους, αλλά δεν φεύγουν. Ενώ, λίγο να χαλαρώσει κανείς τη χούφτα του και επομένως να μη σφίγγει τα σχοινάκια, αμέσως θα φύγουν όλα τα μπαλόνια. Αυτό είναι.
Λίγο αν χαλαρώσεις, έφυγαν οι λογισμοί. Όμως, για να χαλαρώσεις, κάπου πρέπει να στηριχθείς, δηλαδή στον Χριστό. Είμαστε όλοι, χωρίς να το καταλαβαίνουμε, κολλημένοι στη φιλαυτία μας· εκεί είναι γαντζωμένος ο καθένας. Μπορεί να κάνουμε προσευχές στον Χριστό, μπορεί να κάνουμε καλά πράγματα, αλλά όλα είναι, για να υπηρετήσουν τη φιλαυτία. Μόλις όμως το καταλάβει κανείς και τα βάλει με αυτήν και πάει κόντρα και ακριβώς θέλει να πεθάνει η φιλαυτία –αυτό γίνεται, όταν πιστέψεις στον Χριστό και τον ακολουθείς, για να πεθάνεις μαζί του– τότε απαγκιστρώνεται από τη φιλαυτία, οπότε χαλαρώνει η ψυχή, και φεύγουν όλα τα σχοινάκια, φεύγουν όλοι οι λογισμοί.
π. Συμεών Κραγιόπουλος (†)
Από το βιβλίο: π. Συμεών Κραγιοπούλου, “…πάντα συνεργεί εις αγαθόν”, Πανόραμα Θεσσαλονίκης, 2014, σελ. 176.