Related Posts

Η σοφή παιδαγωγία του Θεού
Δεν θα παραλείψω ν’ αναφέρω και μιαν άλλη σοφή αλλά και συνηθισμένη παιδαγωγία του Θεού: Όταν αντιμετωπίζουμε πειρασμούς και δυσκολίες, δεν επεμβαίνει αμέσως για να μας βοηθήσει, αλλά πρώτα μας αφήνει να ταλαιπωρηθούμε κάμποσο καιρό κι ύστερα κάνει το θαύμα Του.
Γιατί το κάνει αυτό; Για να μας προφυλάξει από την αγνωμοσύνη και την αχαριστία. Συνήθως εμείς οι άνθρωποι, μόλις περάσουν οι συμφορές, ξεχνάμε και την πίκρα τους και το Θεό, που μας λυτρώνει απ’ αυτές. Πολλές φορές, πάλι, νομίζουμε ότι μόνοι μας κατορθώσαμε ν’ απαλλαγούμε από τα όποια δεινά μας βρήκαν. Γι’ αυτό, λοιπόν, επιτρέπει ο Θεός να μας τσακίσουν πρώτα οι δοκιμασίες, κι ύστερα έρχεται να μας σώσει.
Όταν, λ.χ., οι Φιλισταίοι απειλούσαν τους Ισραηλίτες και ο Γολιάθ τους φοβέριζε, ο Θεός σχεδίασε να οδηγήσει στην αναμέτρηση το Δαβίδ και να τον αναδείξει νικητή. Δεν πραγματοποίησε, όμως, εξαρχής το σχέδιό Του. Άφησε πρώτα να περάσουν σαράντα ολόκληρες μέρες.
Στο διάστημα αυτό ο αλλόφυλος γίγαντας έβριζε, περιγελούσε και προκαλούσε τους Εβραίους, που είχαν λιώσει από το φόβο. Κανένας δεν τολμούσε να τα βάλει με τον τρομερό αντίπαλο. Όλοι απελπίστηκαν για τη σωτηρία τους. Και τότε μόνο, όταν πια κατάλαβαν την αδυναμία τους και πίστεψαν ότι χάνονται, ο Θεός χάρισε στον Δαβίδ τη θαυμαστή κι ανέλπιστη εκείνη νίκη. Ο υπερφίαλος Γολιάθ σκοτώθηκε και οι Φιλισταίοι ντροπιάστηκαν.
Σε κρίσιμες περιστάσεις, εμείς συνηθίζουμε να κάνουμε ανθρώπινες σκέψεις και ρηχούς υπολογισμούς. Έτσι, λ.χ., λέμε: «Αν μας επιτεθούν ξαφνικά οι εχθροί και δεν είναι έτοιμος ο στρατός μας για να τους αποκρούσει, τι θα γίνουμε; Θα μας αιχμαλωτίσουν όλους και θα καταστρέψουν τη χώρα μας». Μα τι νομίζεις; Επειδή δεν προλαβαίνεις εσύ τον εχθρό, δεν τον προλαβαίνει και ο Θεός; Επειδή δεν είσαι εσύ «πανταχού παρών», δεν είναι και ο Θεός; Η μήπως γι’ Αυτόν άλλα είναι δυνατά και άλλα αδύνατα;
Η Ερυθρά Θάλασσα, μολονότι άψυχη, υπάκουσε στο θέλημα του Κυρίου και κατάπιε τους Αιγυπτίους. Τα ψάρια, μολονότι χωρίς λογικό, υπάκουσαν κι αυτά στο θέλημα του Κυρίου και πιάστηκαν στα δίχτυα του αποστόλου Πέτρου. Κι ένας άγγελος, όταν πάρει διαταγή από τον Κύριο, μπορεί να εξολοθρεύσει όλους τους εχθρούς της αληθινής πίστεως. Κάτι τέτοιο δεν έγινε στα χρόνια του προφήτη Ησαΐα;
Κάποιος Χαναναίος είχε μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του. Νόμιζε πως είναι πολύ σπουδαίος στρατηγός. Εννοώ τον Σισάρα, για τον όποιο κάνει λόγο και ο ψαλμωδός: «Κάνε, (Κύριε, στους εχθρούς σου) ό,τι έκανες κάποτε στους κατοίκους της Μαδιάμ και στο Σισάρα, ό,τι έκανες στον Ιαβείν στο χείμαρρο Κεισών» (Ψαλμ. 82:10). Ο Ιαβείν ήταν βασιλιάς των Χαναναίων και ο Σισάρα αρχιστράτηγος.
Οι Ισραηλίτες, βλέποντας τα εννιακόσια σιδερένια άρματα και τους αναρίθμητους στρατιώτες του Σισάρα, κατατρόμαξαν. Τότε ο φιλάνθρωπος Θεός μίλησε με το στόμα μιας προφήτισσας, της Δεββώρας, που κάλεσε τον αρχηγό των Ισραηλιτών και του είπε: «Μη φοβηθείς! Ο Θεός θα σου παραδώσει τον Σισάρα στα χέρια σου. Το κατόρθωμα, όμως, θ’ ανήκει σε γυναίκα. Ναι, γυναίκα θα τον εξοντώσει». Και πράγματι, τον θανάτωσε η Ιαήλ.
Βλέπεις πώς τιμωρήθηκε για την αλαζονεία του; Σκοτώθηκε, και μάλιστα από γυναικείο χέρι. Τον έδεσε ο Θεός με τα δεσμά του ύπνου και, όπως ήταν κοιμισμένος, η Ιαήλ του έμπηξε έναν πάσσαλο στον κρόταφο!
Όταν ο Θεός θελήσει να μας βοηθήσει, τίποτα δεν μπορεί να Τον εμποδίσει. Φτάνει τότε ένα όπλο του Θεού, φτάνει ένας άνθρωπος του Θεού, φτάνει ένα νεύμα μόνο του Θεού, για να νικηθούν και οι πιο ισχυροί εχθροί.
Εμείς ας προσευχόμαστε στο Χριστό, λέγοντας: «Κύριε, πες ένα λόγο, και θα σκορπιστούν οι εχθροί Σου. Πες ένα λόγο, και θα σωθεί η πόλη Σου. Πες ένα λόγο, και θα νικήσει ο λαός Σου». Ας Του λέμε ό,τι και ο Δαβίδ: «Να, οι εχθροί σου χαλάνε τον κόσμο κι αυτοί που σε μισούν σήκωσαν κεφάλι» (Ψαλμ. 82:3).
Και τότε φτάνει μια γυναίκα σαν την Ιαήλ, μια σαν τη Δεββώρα ή μια σαν εκείνη την άγνωστη, που χτύπησε με τη μυλόπετρα τον αδελφοκτόνο βασιλιά Αβιμέλεχ, για να φέρει τη νίκη.
Από το βιβλίο: ΘΕΜΑΤΑ ΖΩΗΣ Α’. Από τις Ομιλίες του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου. Έκδοση τέταρτη. Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 2013, σελ. 18.

Ο άγιος Ιάκωβος διηγείται δοκιμασίες του
Πάντρεψα την αδελφή μου – έλεγε ο Γέροντας Ιάκωβος Τσαλίκης – και έφυγα στο Μοναστήρι.
Δεν (ξανα)πήγα να την δω. Η αδελφή μου η μακαριστή πέθανε 25 χρονών από μία ένεση. Την έκανε μία χωρική, είχε μία σκουριασμένη βελόνα και την κέντησε εδώ πέρα και την χτύπησε στο νεφρό, έτσι μου είπαν. Και πέθανε η αδελφή μου και δεν πήγα ούτε στην κηδεία της. Αδελφοί και μήτηρ μου και γονείς μου εσείς είσθε, παιδιά μου. Παρ’ όλο που κάναν 50 τηλεγραφήματα από την Αθήνα και λένε «τόσο σκληρός είναι αυτός ο παπάς και δεν έρχεται;».
Παιδιά μου, με συγχωρείτε, να χάσω την ψυχική μου ωφέλεια; Εγώ εγκατέλειψα όλα τα γήινα παιδιόθεν. Γιατί καταλαβαίνετε ότι ήρθα με πρόγραμμα για να γίνω μοναχός.
Όταν με χειροτόνησε ο Δεσπότης Χαλκίδος ιερέα το 1952, μου είπε: «Παιδί μου, είσαι ένας απλοϊκός ανθρωπάκος, αλλά να προσέχης εκεί πάνω στο Μοναστήρι που θα είσαι, να προσέχης πάρα πολύ, διότι εμείς τους πειρασμούς τους έχομε στην αγκαλιά μας. Όπου να κοιτάξωμε, βλέπομε πειρασμούς και φυλαγόμεθα. Αλλά εσύ, παιδί μου, εκεί πάνω που θα είσαι στην έρημο – τότε ήταν μονοπάτι, για να ‘ρθη κανείς έπρεπε με τα πόδια να έρθη – εκεί που θα είσαι εσύ, παιδί μου, οι πειρασμοί θα είναι αραιοί, αλλά πολύ δυνατοί».
Λοιπόν, παιδιά μου, ντρέπομαι και να πάω και στον γιατρό ακόμα. Μ’ έλεγε ο μακαρίτης ο Γέροντάς μου: «Πάτερ Ιάκωβε, από τον εγωισμό που έχεις θα σε τιμωρήση ο Θεός, παιδί μου. Θα σε βλέπουν οι γιατροί». Λοιπόν, το ‘παθα αυτό.
Εκεί που λέτε, είχαμε τον πατέρα Νικόδημο, ήταν απ’ την Κύμη ο μακαρίτης και ήτανε πνευματικοί αδελφοί με τον Ιάκωβο τον Σχίζα, τον πρώην Λαρίσης, πριν από τον Θεολόγο. Λοιπόν, ήταν από της Κύμης τα μέρη, και λέει: «Παιδί μου, θα σε τιμωρήση ο Θεός, γιατί λες τώρα “Γυναίκα, δεν με είδε, παιδί δεν με είδε”». Από μικρός, (ήμουν) στο σπίτι μου που ήταν σαν Μοναστήρι και έλεγα «Να μην με δη άνθρωπος. Όταν θα πεθάνω στην έρημο, ε, (τότε) θα με δουν εκεί πέρα, θα με πιάσουν, θα ανοίξουν μία λάκκα, θα με χώσουν εκεί μέσα».
Παιδιά μου, νόμιζα πως θα έμενα μόνος μου στην έρημο ν’ ασκητεύσω. Παραπάνω είχα σκάψει μία γαλαρία, να πάω να μπω μέσα, να κάνω προσευχές και μετάνοιες. Ύστερα με μάλωσε ο Γέροντας και μου είπε: «Βρε, πάτερ μου, ολόκληρο Μοναστήρι, δεν έχει κανέναν εδώ πέρα, έλα δω παιδάκι μου, έχει εδώ δύο κελλάκια».
Μετά σε τρεις μήνες με κάναν και ιερέα, μετά με φορτώσανε έξι-εφτά χωριά, γύριζα τα χωριά με το μουλάρι να ‘ξομολογώ τον κόσμο, επί Γρηγορίου, του Δεσπότη του αειμνήστου και πολλά. Ε! “Δόξα τω Θεώ”.
Ο διάβολος δεν θέλει την προσευχή. Εμένα μου ‘σπασε το χέρι, για να μην κάνω τον σταυρό μου. Ο Σταυρός τον καίει. Το δαιμόνιο (κάποτε) φώναζε: «Βγάλε αυτό το μέταλλο (δηλαδή τον Σταυρό). Αυτό με καίει». Ο διάβολος συνεχώς πειράζει. Αυτή είναι η δουλειά του. Τους Αγίους πείραζε. Πόσα και πόσα τράβηξαν απ’ αυτόν!
Πάτερ μου, εκεί που πάω το βράδυ στο κελλί μου να κάνω τον κανόνα μου, έρχονται αυτοί οι πονηροί· τι τραβάω όλη την νύχτα δεν περιγράφεται με λόγια! Είναι, πάτερ μου, 5-6 μαζί και με τραβάνε απ’ τα πόδια, με χτυπάνε μπουνιές με κάτι μαλλιαρά χέρια, με άσχημα πρόσωπα, με πόδια σαν κατσίκια και βρωμάνε πολύ.
Αντέχω εγώ, πάτερ μου, τόσο ξύλο που μου ρίχνουν αυτοί κάθε βράδυ; Εγώ είμαι μισός άνθρωπος, έχω κάνει τόσες επεμβάσεις, τόσα χειρουργεία! Αν, πάτερ μου, τους δει κάποιος που δεν ξέρει για πρώτη φορά, μπορεί και να πεθάνη, τόσο κακοί και απαίσιοι που είναι! Αλλά για την αγάπη του Χριστού μας θα τα υπομείνωμε όλα.
Από το βιβλίο: “Ο Γέρων Ιάκωβος (Διηγήσεις – Νουθεσίες – Μαρτυρίες)”. Α’. Διηγήσεις (ιε’, ιζ’, κα’, λβ’, λγ’). Έκδοση «Ενωμένη Ρωμηοσύνη» 2016.