Παρά το γεγονός πως στην Ορθόδοξη Εκκλησία αρκετοί είναι οι Άγιοι προστάτες διαφόρων ασθενειών, οι Άγιοι Ανάργυροι, Κοσμάς και Δαμιανός θεωρούνται οι κατεξοχήν προστάτες των ανθρώπων που δοκιμάζεται η υγεία τους.
Οι Άγιοι Ανάργυροι, «βρίσκονται» σε κάθε νοσοκομείο, ενώ σίγουρα δεν υπάρχει ασθενής που να μην ανάψει ένα κερί στη μνήμη τους.
Γιατί όμως λέγονται «Ανάργυροι» και από πού ξεκινά η παράδοση που τους θέλει προστάτες των ασθενών;
Ο Κοσμάς και ο Δαμιανός, γεννήθηκαν και έζησαν στην Συρία των πρώτων χριστιανικών αιώνων. Σύμφωνα με την βιογραφία τους τα δύο αδέρφια σπούδασαν διάφορες επιστήμες όμως αυτή η οποία τους κέρδισε ήταν η ιατρική.
Μέσα σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα τα δυο αδέρφια έγιναν γνωστά σε ολόκληρη την χώρα τους αλλά και στην Μικρά Ασία.
Οι λόγοι ήταν δύο. Η αποτελεσματικότητα τους αλλά και η απόφαση τους να μην λαμβάνουν χρήματα από τους φτωχούς. Έτσι η Εκκλησία τους έδωσε το προσωνύμιο «Ανάργυροι» αυτοί δηλαδή που είναι υπεράνω του χρήματος.
Αξίζει να σημειωθεί πως οι συγκεκριμένοι αδερφοί από την Συρία δεν είναι οι μοναδικοί Άγιοι Ανάργυροι που τιμά η Εκκλησία.
Την 1η Ιουλίου τιμούνται επίσης δυο άλλοι Άγιοι Ανάργυροι, επίσης Κοσμάς και Δαμιανός, οι οποίοι ήταν Ρωμαίοι στην καταγωγή. Εκείνοι έζησαν στην Ρώμη το 280 μ.Χ. Ένα από τα μεγαλύτερα κατορθώματα τους ήταν πως έπεισαν τον ίδιο τον αυτοκράτορα Καρίνο να ασπαστεί την χριστιανική πίστη.
Τους δολοφόνησε ο μέντορας τους, αυτός δηλαδή που τους δίδαξε την ιατρική επιστήμη, εξαιτίας της φήμης τους που είχε επισκιάσει τη δική του.
Στις 17 Οκτωβρίου επίσης γιορτάζουν Άγιοι Ανάργυροι, οι Κοσμάς Δαμιανός, Λεόντιος, Άνθιμος και Ευπρέπιος. Έζησαν περίπου την ίδια εποχή με τους προηγούμενους στην περιοχή της Αραβίας.
Και εκείνοι πραγματοποιούσαν ιατρικές πράξεις χωρίς να πληρώνονται και δίδασκαν τον χριστιανισμό.
Βασανίστηκαν προκειμένου να απαρνηθούν την χριστιανική πίστη τους και θανατώθηκαν δι αποκεφαλισμού.
Το γεγονός του ότι όλοι οι Ανάργυροι Άγιοι γιάτρευαν ασθενείς χωρίς χρήματα, αναφέρεται με ιδιαίτερη έμφαση και στην σχετική υμνογραφία.
Κάποτε ένας Ιεραπόστολος βρήκε έναν πλούσιο, που κατοικούσε στην εξοχική του βίλα, σε μια τοποθεσία που ήταν πραγματικός «παράδεισος».
Θέλησε ο Ιεραπόστολος να μιλήσει μαζί του και να του πει, ότι αυτό καθ’ αυτό το κτήμα με όλα τα κομφόρ και την άνεση, δεν είναι η πραγματική ζωή…
Του λέει λοιπόν:
– Αδερφέ, είναι αλλιώς ο παράδεισος. Αν ήθελες να σου έλεγα δύο λόγια για αυτόν τον παράδεισο, που ετοίμασε για εμάς ο Χριστός.
– Όχι αγαπητέ μου, μην κάνεις τον κόπο, απάντησε ο πλούσιος. Δεν είμαι διατεθειμένος να ακούσω για κανέναν παράδεισο. Για μένα, αυτός είναι ο παράδεισος και δεν πιστεύω σε κανέναν άλλον παράδεισο!
Του μίλησε κατά τέτοια έννοια ο πλούσιος, που απέκλεισε κάθε συζήτηση. Έτσι ο Ιεραπόστολος έφυγε.
Έπειτα από πολλά χρόνια ήρθαν τα πράγματα έτσι, ώστε αυτός ο Ιεροκήρυκας να περάσει ξανά από εκείνο το μέρος.
Πήγε σε εκείνο το ωραίο κτήμα, προχώρησε μέσα και είδε από μακριά αυτόν τον πλούσιο να αναπαύεται στην βεράντα, ο τότε ευτυχισμένος… Τον είδε μαραμένο, στενοχωρημένο, θλιμμένο, ήταν αγνώριστος!
Τί είχε συμβεί; Το παιδί του είχε πνιγεί στην πισίνα του κτήματος, μπροστά στα μάτια του! Ένα άλλο του παιδί, είχε αυτοκτονήσει! Έτσι σιγά-σιγά ο παράδεισός του, μετατρέπονταν σε κόλαση, αλλά δεν το καταλάβαινε… Εκείνη την στιγμή που ήταν έτοιμος ο Ιεραπόστολος να τον καλημερίσει, έφευγε μια του κόρη και πήγαινε στην πόλη.
Και ρώτησε:
– Μπαμπά, τί θα ήθελες να σου φέρω από την πόλη που θα πάω;
– Ένα πιστόλι παιδί μου, να πετάξω τα μυαλά μου, ήταν η απάντησή του!
Μακάρι οι άνθρωποι να μπορούσαν να καταλάβουν, ότι στα χρήματα και στα υλικά αγαθά δεν υπάρχει η ευτυχία και προσηλωμένοι σ’ αυτά, έρχεται ξαφνικά ο θάνατος ως ένας κλέφτης εν νυχτί και τα χάνουν όλα! Χάνουν και την ψυχή τους…