Related Posts

Η θυσία της ελευθερίας του Χριστιανού χάριν της αγάπης
Την Κυριακή των Απόκρεω η Εκκλησία μάς προβάλλει στην Ευαγγελική περικοπή της μελλούσης κρίσεως (Ματθ.25,31-46) την αγάπη ως το τελικό κριτήριο για τη διάκριση των ανθρώπων στους εκ δεξιών του Κριτού και στους εξ ευωνύμων και συνακόλουθα τη μελλοντική τύχη των ανθρώπων. Στην Αποστολική περικοπή (Α΄Κορ.8,8-9,2) ο Απ. Παύλος παρουσιάζει την αγάπη ως το όριο της ελευθερίας του χριστιανού. Ας δούμε πρώτα σε μετάφραση την Αποστολική περικοπή:
«Αδελφοί, δεν είναι οι τροφές που θα καθορίσουν τη θέση μας απέναντι στον Θεό· ούτε αν δεν φάμε κάποια απ’ αυτές χάνουμε κάτι ούτε αν φάμε αποκτάμε κάτι παραπάνω. Προσέξτε, όμως, μήπως το ελεύθερο αυτό δικαίωμά σας γίνει αιτία να σκοντάψουν και να πέσουν εκείνοι που η πίστη τους είναι αδύνατη. Πράγματι, αν κάποιος, απ’ αυτούς δει εσένα, που έχεις τη «γνώση», να κάθεσαι στο τραπέζι ενός ειδωλολατρικού ναού, η συνείδησή του, αφού αυτός είναι αδύνατος, δεν θα παρασυρθεί από το παράδειγμά σου και δεν θα παρακινηθεί να τρώει τα ειδωλόθυτα; Έτσι, η δική σου «γνώση» θα προκαλέσει το χαμό αυτού του αδύνατου, του αδερφού μας, για τον οποίον ο Χριστός έδωσε τη ζωή του. Αμαρτάνοντας όμως με αυτόν τον τρόπο απέναντι στους αδερφούς και πληγώνοντας τη συνείδησή τους που είναι αδύνατη, αμαρτάνετε απέναντι στον ίδιο τον Χριστό. Γι’ αυτό, αν κάποια τροφή μπορεί να γίνεται αιτία να σκοντάφτει και να πέφτει ο αδερφός μου, εγώ δεν θα βάλω ποτέ κρέας στο στόμα μου, για να μη γίνω αιτία να πέσει ο αδερφός μου. Πάρτε παράδειγμα εμένα. Δεν είμαι απόστολος; δεν είμαι ελεύθερος; δεν είδα αναστημένο τον Ιησού, τον Κύριό μας; δεν είστε εσείς ο καρπός του κόπου μου στην υπηρεσία του Κυρίου; Κι αν ακόμα άλλοι αρνούνται να με αναγνωρίσουν ως απόστολο, για σας οπωσδήποτε είμαι· γιατί η ίδια η ύπαρξη της εκκλησίας σας είναι η απόδειξη πως είμαι απόστολος» (Α΄Κορ. 8,8-9,2).
Η Α΄προς Κορινθίους επιστολή είναι η πλουσιότερη σε αριθμό θιγομένων θεμάτων επιστολή του Απ. Παύλου. Μεταξύ των πολλών αυτών θεμάτων, περί των οποίων ερώτησαν οι Κορίνθιοι τον Απόστολο, είναι και το θέμα της βρώσεως ή μη των ειδωλοθύτων, δηλ. των κρεάτων που περίσσευαν από τα θυσιαζόμενα στους θεούς ζώα και κατόπιν –διότι αυτά ήταν συνήθως πολλά– δινόταν στα κρεοπωλεία ή παρετίθεντο προς βρώση στα «ειδωλεία», δηλ. σε χώρους πλησίον του ναού ευρισκομένους. Οι ευκαιρίες δινόταν καθημερινά (γιορτές, πανηγύρεις, γάμοι, κηδείες κλπ.), οι δε αυτονόητες κοινωνικές σχέσεις των χριστιανών προς τους συμπολίτες τους τούς υποχρέωναν να λαμβάνουν μέρος σε τέτοιες εκδηλώσεις.
Στην Κόρινθο υπήρχε μια μερίδα ελευθερόφρονων χριστιανών, οι οποίοι πίστευαν ότι «τα είδωλα δεν αντιπροσωπεύουν τίποτα μέσα στον κόσμο, κι ότι δεν υπάρχει άλλος Θεός παρά μόνο ένας», όπως λέγεται λίγο πριν από το ανάγνωσμα (Α΄Κορ 8,4), και έτσι δεν θεωρούσαν αμαρτία τη συμμετοχή τους στα δείπνα των ειδωλοθύτων. Ίσως και η πρώτη φράση του αναγνώσματος να αποτελούσε μια δική τους διακήρυξη: «δεν είναι οι τροφές που θα καθορίσουν τη θέση μας απέναντι στο Θεό· ούτε αν δεν φάμε κάποια απ’ αυτές χάνουμε κάτι, ούτε αν φάμε αποκτάμε κάτι παραπάνω». Οι χριστιανοί αυτοί επίσης ίσως διακήρυτταν «όλοι έχουμε τη σωστή γνώση», γνωρίζουμε δηλ. ότι οι θεοί στους οποίους προσφέρονται οι θυσίες είναι ανύπαρκτοι, εφόσον ένας μόνο είναι ο αληθινός Θεός, και συνεπώς τα ειδωλόθυτα δεν διαφέρουν ουσιαστικά από τα συνήθη κρέατα, ώστε τρώγοντας αυτά ο χριστιανός δεν αμαρτάνει.
Ο Απ. Παύλος, ως ο κατ΄ εξοχήν απόστολος της ελευθερίας, κατά βάθος δέχεται για θεολογικούς λόγους αυτό τον ισχυρισμό των χριστιανών της Κορίνθου, ως παιδαγωγός όμως βλέπει το θέμα ευρύτερα και βάζει ως φραγμό και όριο της ελευθερίας την αγάπη, που εκδηλώνεται ως σεβασμός της συνειδήσεως των αδελφών. Η αγάπη για την οποία μιλάει ο Παύλος δεν εξαντλείται σε ένα απλό αδελφικό αίσθημα με τις διάφορες ψυχολογικές του εκφάνσεις, αλλ’ έχει βαθύτερο θεολογικό περιεχόμενο: προέρχεται από τη θυσιαστική αγάπη του Χριστού στον σταυρό. Αυτή η αγάπη του Χριστού που αποκαλύφθηκε επάνω στον σταυρό αποτελεί τη βάση και την πηγή της αγάπης μεταξύ των αδελφών.
Το πρόβλημα βέβαια των ειδωλοθύτων δεν υφίσταται σήμερα, η απάντηση όμως του Παύλου ισχύει πάντα. Η ελευθερία του χριστιανού δεν είναι ανεξέλεγκτη αλλ’ έχει ως όριο την αγάπη για τον αδελφό και τον σεβασμό της συνείδησής του. Ο Παύλος φοβάται ότι η γνώση και εξουσία που έχει ο χριστιανός μπορεί να αποτελέσει αφορμή σκανδαλισμού του αδελφού που έχει ασθενέστερη συνείδηση και θεωρεί αμαρτία τη βρώση κρεάτων που θυσιάστηκαν στους ειδωλολατρικούς Θεούς. Θα συνεχίσει εν τοιαύτη περιπτώσει εν ονόματι της ελευθερίας και της γνώσης που έχει περί ανυπαρξίας των ειδωλολατρικών θεών να τρώγει ειδωλόθυτα; «Η γνώση φουσκώνει τον άνθρωπο με υπεροψία απέναντι στους άλλους, ενώ η αγάπη οικοδομεί», απαντάει ήδη στο Α΄Κορ.8,2. Ο Απόστολος με όσα γράφει δεν σκέπτεται τον μεμονωμένο χριστιανό αλλά την κοινότητα των αδελφών και τη συνείδηση του άλλου. Στο Α΄Κορ 10,29 λέγει ρητώς: «όταν μιλάω για συνείδηση, δεν εννοώ τη δική σου αλλά τη συνείδηση του άλλου». Μια οποιαδήποτε πράξη του χριστιανού όσο κι αν είναι αποτέλεσμα της εν Χριστώ ελευθερίας του, εάν σκανδαλίζει τη συνείδηση του ασθενέστερου αδελφού, προσβάλλει το απολυτρωτικό έργο του Χριστού. «Ας μη γίνονται αφορμή τα φαγητά να καταστρέφεται το έργο του Θεού», γράφει στην προς Ρωμαίους (14,20), όπου αντιμετωπίζει το ίδιο θέμα. Ισχυροί και ασθενείς χριστιανοί ανήκουν στο ίδιο Σώμα του Χριστού. Επομένως κάθε πράξη στρεφόμενη κατά της συνειδήσεως του αδελφού-μέλους του Σώματος έχει αντίκτυπο στην κεφαλή του Σώματος. Τέσσερις φορές επαναλαμβάνει ο Παύλος στο ανάγνωσμα τη λέξη αδελφός, θέλοντας να τονίσει την έννοια της κοινότητας. Έλλειψη σεβασμού προς τη συνείδηση του αδελφού σημαίνει ασέβεια προς το όλο Σώμα και ιδιαίτερα προς την κεφαλή, τον Χριστό. Αυτή είναι η έννοια του στίχ.12 :«Αμαρτάνοντας όμως μ’ αυτό τον τρόπο απέναντι στους αδερφούς και πληγώνοντας τη συνείδησή τους που είναι αδύνατη, αμαρτάνετε απέναντι στον ίδιο τον Χριστό».
Γι’ αυτό ο Παύλος δέχεται να θυσιαστεί η ελευθερία στο βωμό της αγάπης, παρά η ελευθερία να σκανδαλίσει τον αδελφό: «Γι’ αυτό, αν κάποια τροφή μπορεί να γίνεται αιτία να σκοντάφτει και να πέφτει ο αδερφός μου, εγώ δεν θα βάλω ποτέ κρέας στο στόμα μου, για να μη γίνω αιτία να πέσει ο αδερφός μου» (στίχ.13)..
Τέλος, ως υπόδειγμα θυσίας της ελευθερίας χάριν της αγάπης και παραιτήσεως από τα δικαιώματά του προβάλλει ο Παύλος τον εαυτό του στους τελευταίους στίχους του αναγνώσματος (9,1-2). Η αφορμή δίνεται από τους ιουδαΐζοντες κατηγόρους του Παύλου, οι οποίοι αρνούμενοι το αποστολικό του αξίωμα, διέδιδαν στην Κόρινθο ότι δεν έχει συνείδηση ότι είναι κανονικός απόστολος του Χριστού, αφού ούτε καν τολμά νε δεχτεί τις υλικές προσφορές των χριστιανών που ήταν σύμφωνες με την αρχή ότι ο εργάτης του Ευαγγελίου δικαιούται να ζει από τις προσφορές αυτών που ακούν το Ευαγγέλιο, όπως η Π. Διαθήκη προστάζει. Την παραίτησή του από το δικαίωμα αυτό στηρίζει ο Παύλος στην υπέρβαση της ελευθερίας και της «εξουσίας» του χάριν της αγάπης: «Εμείς όμως δεν κάναμε χρήση του δικαιώματος αυτού, αλλά υπομένουμε κάθε στέρηση, για να μη δημιουργήσουμε κανένα εμπόδιο στη διάδοση του ευαγγελίου του Χριστού» (Α΄Κορ 9,12). Υπεράνω της εξουσίας που έχει ως απόστολος βρίσκεται η αγάπη και η απρόσκοπτη εκπλήρωση του ιεραποστολικού του έργου.
Συνοψίζοντας τα παραπάνω σημειώνουμε τα εξής:
Τα φαγητά είναι καθεαυτά ουδέτερα, δεν μπορούν να μας συνοδεύσουν ενώπιον του βήματος του δικαίου Κριτού ούτε ως συνήγοροι ούτε ως κατήγοροι. Κανένα πλεονέκτημα ή μειονέκτημα δεν έχουμε από τη χρήση τους ή όχι. Σημασία έχει να μην αποτελέσουν αφορμή σκανδαλισμού του αδελφού, διότι ο σκανδαλισμός του αδελφού αποτελεί προσβολή κατά του Χριστού.
Η ελευθερία του χριστιανού υπόκειται στον περιορισμό της αγάπης χάριν των αδελφών. Αυτός ο περιορισμός δεν αποτελεί κατάργηση της ελευθερίας αλλά επιβεβαίωσή της, διότι η παραίτηση από ένα νόμιμο δικαίωμα προς αποφυγή σκανδαλισμού των λοιπών μελών του Σώματος του Χριστού αποτελεί κατ’ ουσία πράξη ελευθερίας.
Κάθε πράξη του χριστιανού αφορά το σύνολο του Σώματος του Χριστού, κυρίως δε την κεφαλή. Η τυχόν αδιαφορία του χριστιανού για τη συνείδηση του αδελφού εν ονόματι της δικής του ελευθερίας καταλύει το έργο του Χριστού. Η οικοδομή των αδελφών πρέπει να συνιστά τον γνώμονα και το σκοπό σε όλες τις πράξεις των χριστιανών.
Ιωάννης Καραβιδόπουλος
Ομότιμος Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ. ειδικός στην ερμηνεία της Καινής Διαθήκης

Ο ατομισμός του ανθρώπου της εποχής μας
Χαρακτηριστικό του ανθρώπου της εποχής μας ο ατομισμός και η νευρικότητα. Επιδίωξη του καθενός πώς θα ικανοποιήσει τις προσωπικές του επιθυμίες, αδιαφορώντας για τον άλλον. Και μέσα στην ίδια ακόμη οικογένεια. Καθένας κοιτάζει τη δική του τακτοποίηση, το δικό του βόλεμα – καθώς λένε –, την ατομική του εξυπηρέτηση. Αν αυτό γίνεται σε βάρος των άλλων, δεν τον πειράζει.
Όχι μόνο δεν ενδιαφέρεται ο ένας για την κάποια έστω ικανοποίηση ή εξυπηρέτηση των ομοστέγων ή των συνεργατών, των οικείων ή των φίλων του, αλλά αξιώνει όλοι να τον υπηρετούν και να ανέχονται τις ιδιοτροπίες και τις παράλογες – καμιά φορά – απαιτήσεις του. Εκείνο που δεν δέχεται είναι το να ανεχτεί κι αυτός δικαιώματα ή απλώς αδυναμίες των άλλων ανθρώπων. Κι όταν αυτό γενικεύεται, καταντάει η οικογένεια μια ομάδα νευρωτικών ανθρώπων που διαρκώς διαπληκτίζονται, γιατί ο ένας δεν ανέχεται τη συμπεριφορά ή τον χαρακτήρα του άλλου.
Ζητάει καθένας σεβασμό και κατανόηση. Δεν τη διαθέτει όμως για τους άλλους. Χάνεται ο δεσμός της αγάπης, που τον ομορφαίνει και τον διατηρεί η άμιλλα των αλληλοϋποχρεώσεων. Αρχίζει, μ’ αυτή την τακτική και τον εγωισμό, η χαλάρωση του δεσμού των μελών της οικογένειας. Το σπιτικό καταντάει ένα κοινό ξενοδοχείο.
Από την οικογένεια περνάει η τακτική αυτή στις άλλες κοινωνικές εκδηλώσεις. Λείπει σιγά-σιγά η συνεννόηση και στις άλλες κοινωνικές ομάδες. απομονώνονται οι άνθρωποι μεταξύ τους. Σχηματίζουμε μια κοινωνία από μονάδες, που καθεμιά θέλει να είναι το κέντρο της προσοχής, της αγάπης και κατανόησης όλου του κόσμου. Ανθρώπους που πιστεύουν πως μόνο αυτοί έχουν δίκιο πάντα και όλα τους τα θελήματα πρέπει να είναι σεβαστά.
Κάθε άνθρωπος θεωρεί όλους τους άλλους πως είναι γεμάτοι ελαττώματα, αδυναμίες, κακίες και τρομερά κακές συνήθειες. Δεν βρίσκει κανέναν της αρεσκείας του. Δεν αντέχει στις πολλαπλές άσχημες και ατελείς εκδηλώσεις του χαρακτήρα των άλλων. Όλοι τού είναι ενοχλητικοί. Τους βαριέται. «Δεν δέχεται μύγα στο σπαθί του», που λένε συχνά. Τον εαυτό του τον θεωρεί άψογο.
Με τον τρόπο αυτό ξεχωρίζουν τα άτομα. Απομονώνονται. Διαλύονται δεσμοί και σχέσεις. Χαλαρώνονται της κοινωνίας οι κρίκοι.
Έτσι είναι πολλοί άνθρωποι στον κόσμο μας και γι’ αυτό δεν κατορθώνουμε να συνεννοηθούμε μεταξύ μας, και με αγάπη και καλοσύνη να συνεργαστούμε για το κοινό καλό. Γι’ αυτό επικρατεί η ασυνεννοησία και η γκρίνια σε πολλά σπίτια. Γι’ αυτό λείπει η αλληλοκατανόηση, ο αλληλοσεβασμός σε κάθε ομάδα ανθρώπων, με αποτέλεσμα να μην επιτυγχάνονται οι σκοποί τους και να διαλύονται. Να δυσκολεύεται η πρόοδος. Να παραλύει κάθε ευγενική προσπάθεια.
Αν διαπιστώνουμε αυτή τη χαλαρότητα των σχέσεων και μας ανησυχεί το φαινόμενο, μην αδιαφορήσουμε περισσότερο. Ανάγκη καθένας μας να ελέγξει τον εαυτό του, τη συμπεριφορά του. Να ξετινάξει την εγωιστική διάθεση που υψώνει τείχη και τον απομονώνει από τους συνανθρώπους του.
Όλοι χρειάζεται να ενεργήσουμε υπεύθυνα και συστηματικά, περιορίζοντας τις απαιτήσεις μας και διορθώνοντας τον εαυτό μας. Να πλατύνουμε την καρδιά μας. Να χωρούν όλοι οι άνθρωποι μέσα. Να τιμάμε κάθε συνάνθρωπο και συνεργάτη μας. Να αναγνωρίζουμε πως έχει κι αυτός δικαιώματα. Ατελής κι εκείνος, σαν τον εαυτό μας, έχει ανάγκη από κατανόηση και στοργή.
Ένα χαμόγελο καλοσυνάτο, μια έκφραση συμπάθειας, γίνονται πολλές φορές κρίκοι που μας ενώνουν. Λιώνουν τον πάγο που επικρατεί στις σχέσεις μας. Προπαρασκευάζουν το έδαφος για ένα πλησίασμα. Για τη θεμελίωση της αλληλοκατανόησης και τη συνεργασία.
Επίσκοπος Πολύκαρπος Βαγενάς (†)
Από το βιβλίο: Πολυκάρπου Βαγενά, Μητροπολίτου Κερκύρας, «Ελθέτω η βασιλεία σου», τ. Γ’, σελ. 111 (αποσπάσματα από την ομιλία “Οι δυνατοί”).